Γράφει ο Διονύσης Βραϊμάκης*
Είχα διαβάσει σε ένα μυθιστόρημα του Ερνεστ Χεμινγουέι (δεν υπάρχει εύκαιρο στη μνήμη μου, αλλά σε ναυάγιο αναφερόταν) για έναν παλιό ναυτικό που μπορούσε να καταλάβει σε ποιας χώρας θάλασσα ταξιδεύει από το πώς κουνάει το καράβι. Δηλαδή από τον κυματισμό και μόνο.
Ένας παλιός δημοσιογράφος, με τον οποίο συζητούσα μερικά χρόνια πριν από την κρίση, μου έλεγε ότι από τα χτυπήματα που κάνει το σκάφος τού Τύπου νιώθει, το αισθάνεται, ότι είμαστε πολύ κοντά στα βράχια. Το κλείσιμο της Ελευθεροτυπίας, η αναστολή λειτουργίας της ΕΡΤ (του μοναδικού ραδιοτηλεοπτικού φορέα που, πέρα από τα όποια άσχημά του, παράγει Πολιτισμό) και τώρα η περιπέτεια ζωής τού ΔΟΛ,.. δικαιώνουν τον παλιό συνάδελφο. Τα βράχια είναι πολύ κοντά και ακούμε την απεγνωσμένη φωνή τού φαροφύλακα να μας φωνάζει.
Αλλά μια αποταμιευμένη από παλιά ελπίδα μού λέει ότι το καράβι τής Ενημέρωσης θα σωθεί, και δεν εννοώ μόνο τον ΔΟΛ. Με αβαρίες, ναι, αλλά θα μείνει στην επιφάνεια με πάντα βασικό πλήρωμα τις εφημερίδες. Οι οποίες ποτέ δεν πεθαίνουν. Συνεχώς ξεψυχάνε (σαν την Ελλάδα, όπως έχει πει ο Δημήτρης Χορν, νομίζω) μα θα ζουν για πάντα. Γιατί η εφημερίδα, ο γραπτός Τύπος γενικά, έχει τη δύναμη του παλιού που έρχεται από μακριά και τραβάει για μακριά.
Σύμφωνοι, έχει εκτοπιστεί από τα σάιτ, τα σόσιαλ, την τηλεόραση, τα γρήγορα τηλέφωνα, αλλά πάντα διατηρεί το δικό της αναπαλλοτρίωτο χώρο. Οι κυκλοφορίες σέρνονται, όμως κοιτάξτε γύρω σας, στον ηλεκτρονικό και τον ψηφιακό κόσμο. Οι τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα κάνουν καθημερινά επισκόπηση του Τύπου. Τι έγραψαν, πώς σχολίασαν, πώς πρόβαλαν την επικαιρότητα οι εφημερίδες και όχι το ένα ή το άλλο σάιτ. Και στο διαδίκτυο οι ιστοσελίδες τρέχουν σαν τρελές για να ανεβάσουν αξημέρωτα τα πρωτοσέλιδα πολιτικών, αθλητικών και οικονομικών φύλλων. Γιατί αυτά «πουλάνε», αυτά προσελκύουν μεγάλες επισκεψιμότητες.
Οι εφημερίδες έχουν αναδείξει μεγάλες πέννες που στη συνέχεια εξελίχθηκαν σε τηλεαστέρες. Αλλά είναι άθλος της μνήμης να θυμηθείς κάποιον που ήταν τηλεαστέρας και έγινε μετά μεγάλη πέννα. Στις εφημερίδες ο νέος δημοσιογράφος μαθαίνει σωστά τη γλώσσα, τη δεοντολογία, το πρωτογενές ρεπορτάζ, όχι τη γρήγορη αντιγραφή και την αστραπιαία επικόλληση. Και για να μιλήσουμε με γλώσσα αυτοκινητοβιομηχανίας, η εφημερίδα (η σωστή εφημερίδα, εννοείται) ουδέποτε θα πάψει να είναι το σασί της δημοσιογραφίας. Όλα τα άλλα είναι παρμπρίζ, δυναμό, φλας, μπαταρίες, κονσόλες, δερμάτινα καθίσματα, φώτα. Σε κάποιες ακραίες νεοδημοσιογραφικές περιπτώσεις είναι τα λαμπάκια του τηλεοπτικού Κιτ, του πιο ευφάνταστου και του πιο κιτς αυτοκινήτου στην ιστορία.
Ξεφύγαμε από την αθλητική πεπατημένη σήμερα. Σάββατο, γαρ. Χρειάζεται πότε πότε η αλλαγή. Καλό Σαββατοκύριακο.
* Το άρθρο του Διον. Βραϊμάκη δημοσιεύεται στη Live Sport του Σαββάτου)
- από το harddog-sport
Είχα διαβάσει σε ένα μυθιστόρημα του Ερνεστ Χεμινγουέι (δεν υπάρχει εύκαιρο στη μνήμη μου, αλλά σε ναυάγιο αναφερόταν) για έναν παλιό ναυτικό που μπορούσε να καταλάβει σε ποιας χώρας θάλασσα ταξιδεύει από το πώς κουνάει το καράβι. Δηλαδή από τον κυματισμό και μόνο.
Ένας παλιός δημοσιογράφος, με τον οποίο συζητούσα μερικά χρόνια πριν από την κρίση, μου έλεγε ότι από τα χτυπήματα που κάνει το σκάφος τού Τύπου νιώθει, το αισθάνεται, ότι είμαστε πολύ κοντά στα βράχια. Το κλείσιμο της Ελευθεροτυπίας, η αναστολή λειτουργίας της ΕΡΤ (του μοναδικού ραδιοτηλεοπτικού φορέα που, πέρα από τα όποια άσχημά του, παράγει Πολιτισμό) και τώρα η περιπέτεια ζωής τού ΔΟΛ,.. δικαιώνουν τον παλιό συνάδελφο. Τα βράχια είναι πολύ κοντά και ακούμε την απεγνωσμένη φωνή τού φαροφύλακα να μας φωνάζει.
Αλλά μια αποταμιευμένη από παλιά ελπίδα μού λέει ότι το καράβι τής Ενημέρωσης θα σωθεί, και δεν εννοώ μόνο τον ΔΟΛ. Με αβαρίες, ναι, αλλά θα μείνει στην επιφάνεια με πάντα βασικό πλήρωμα τις εφημερίδες. Οι οποίες ποτέ δεν πεθαίνουν. Συνεχώς ξεψυχάνε (σαν την Ελλάδα, όπως έχει πει ο Δημήτρης Χορν, νομίζω) μα θα ζουν για πάντα. Γιατί η εφημερίδα, ο γραπτός Τύπος γενικά, έχει τη δύναμη του παλιού που έρχεται από μακριά και τραβάει για μακριά.
Σύμφωνοι, έχει εκτοπιστεί από τα σάιτ, τα σόσιαλ, την τηλεόραση, τα γρήγορα τηλέφωνα, αλλά πάντα διατηρεί το δικό της αναπαλλοτρίωτο χώρο. Οι κυκλοφορίες σέρνονται, όμως κοιτάξτε γύρω σας, στον ηλεκτρονικό και τον ψηφιακό κόσμο. Οι τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα κάνουν καθημερινά επισκόπηση του Τύπου. Τι έγραψαν, πώς σχολίασαν, πώς πρόβαλαν την επικαιρότητα οι εφημερίδες και όχι το ένα ή το άλλο σάιτ. Και στο διαδίκτυο οι ιστοσελίδες τρέχουν σαν τρελές για να ανεβάσουν αξημέρωτα τα πρωτοσέλιδα πολιτικών, αθλητικών και οικονομικών φύλλων. Γιατί αυτά «πουλάνε», αυτά προσελκύουν μεγάλες επισκεψιμότητες.
Οι εφημερίδες έχουν αναδείξει μεγάλες πέννες που στη συνέχεια εξελίχθηκαν σε τηλεαστέρες. Αλλά είναι άθλος της μνήμης να θυμηθείς κάποιον που ήταν τηλεαστέρας και έγινε μετά μεγάλη πέννα. Στις εφημερίδες ο νέος δημοσιογράφος μαθαίνει σωστά τη γλώσσα, τη δεοντολογία, το πρωτογενές ρεπορτάζ, όχι τη γρήγορη αντιγραφή και την αστραπιαία επικόλληση. Και για να μιλήσουμε με γλώσσα αυτοκινητοβιομηχανίας, η εφημερίδα (η σωστή εφημερίδα, εννοείται) ουδέποτε θα πάψει να είναι το σασί της δημοσιογραφίας. Όλα τα άλλα είναι παρμπρίζ, δυναμό, φλας, μπαταρίες, κονσόλες, δερμάτινα καθίσματα, φώτα. Σε κάποιες ακραίες νεοδημοσιογραφικές περιπτώσεις είναι τα λαμπάκια του τηλεοπτικού Κιτ, του πιο ευφάνταστου και του πιο κιτς αυτοκινήτου στην ιστορία.
Ξεφύγαμε από την αθλητική πεπατημένη σήμερα. Σάββατο, γαρ. Χρειάζεται πότε πότε η αλλαγή. Καλό Σαββατοκύριακο.
* Το άρθρο του Διον. Βραϊμάκη δημοσιεύεται στη Live Sport του Σαββάτου)
- από το harddog-sport