Όταν τελειώνουν τα ψέματα στη Μιχαλακοπούλου
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Το ανέκδοτο το έχω ξαναπεί, αλλά αξίζει τον κόπο να το καταθέσω ακόμη μια φορά. Είμαστε λοιπόν στο 1999, όταν ακόμη δένανε τους σκύλους με τα λουκάνικα και η μετοχή του ΔΟΛ έχει φτάσει εκεί γύρω στα εξήντα χιλιάρικα δραχμούλες. Συνακόλουθα, σε ανάλογα ύψη ή μάλλον σε δυσθεώρητα ύψη κυμαίνεται και η κεφαλαιοποίηση του «συγκροτήματος». Δισεκατομμύρια επί δισεκατομμυρίων, ρύζι το χρήμα στη Χρήστου Λαδά, ρύζι τα μπικικίνια.
Εκείνη την εποχή έχουν έρθουν Αθήνα οι άνθρωποι του δημοσιογραφικού οργανισμού Hearst, του μεγαλύτερου εκδοτικού οίκου περιοδικών παγκοσμίως. Έχουν αφιχθεί για να συζητήσουν τους ήδη υπάρχοντες τίτλους τους που έχει πάρει άδεια να εκδίδει ο ΔΟΛ, αλλά και για μελλοντικές.. συνεργασίες. Κι όπως παίρνουν στα χέρια τους τα χαρτιά με τα οικονομικά δεδομένα του «συγκροτήματος», διαβάζουν και τους πέφτει το μαλλί. Και γυρνάει ένας απ’ αυτούς τους ιέρακες του Hearst στη σύσκεψη με τα δικά μας τα καϊνάρια και λέει την μεγάλη την παρόλα: «Τι καθόμαστε και μιλάμε ρε παιδιά για περιοδικάκια; Μήπως θέλετε να επενδύσετε στην εταιρεία μας κάποια απ’ τα κεφάλαιά σας;»
Εκεί είχε φτάσει το πράγμα. Να παρακαλάει ένας από τους μεγαλύτερους οργανισμούς media παγκοσμίως, μπας και τσιμπήσει κάνα φραγκάκι από Ελλάδα μεριά. Και δεκαπέντε χρόνια αργότερα, ο ΔΟΛ είναι στο χείλος του γκρεμού και τα «Νέα» κυκλοφορούν με ευθύνη των συντακτών. Διότι ο Σταύρος Ψυχάρης έστειλε χθες σεκιουριτά να μαζέψει τα προσωπικά του αντικείμενα από το γραφείο του στην Μιχαλακοπούλου. Και το χαρτί φτάνει για δυο ή τρεις μέρες ακόμη, κανένας δεν ξέρει. Και κάποια καλά παιδιά το σκάσανε, γιατί το καράβι μπατάρει και αφήσανε τους υπόλοιπους στη μοίρα τους…
Είναι η κατάλληλη στιγμή για ν’ αρχίσεις τα γαμωσταυρίδια. Και να σκεφτείς που στο διάολο πήγανε όλα τα δισεκατομμύρια που αντλήθηκαν από τη χρηματιστηριακή αγορά. Στην «Ελευθεροτυπία», για παράδειγμα, που το ξέρω εγώ, φτιάξαμε δικό μας τυπογραφείο για να μην μας πίνουν το αίμα οι εργολάβοι και καταλήξαμε από το τυπογραφείο αυτό να χάνει η επιχείρηση δέκα εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Ούτε ο Ντέϊβιντ Κόπερφιλντ δεν καταφέρνει τέτοια θαύματα!
Ανάλογα συνέβησαν και στον ΔΟΛ, το ξέρουμε όλοι και όλες, και τιμωρήθηκαν οι υπεύθυνοι με «εξορία», ενώ χρησιμοποιήθηκε το τσούρνεμα για να αλλάξουν οι ισορροπίες και να διαμορφωθούν νέα δοβλέτια. Τα έβλεπε όλα αυτά ο Χρήστος Λαμπράκης, αλλά δεν είχε πια όρεξη να ασχοληθεί με τα ΜΜΕ, μόνο το Μέγαρο τον ενδιέφερε στα τελευταία έτη της ζωής του. Και είχε αντιμετωπίσει με πλατύ χαμόγελο την πρόταση του Σταύρου Ψυχάρη να αγοράσει το 25 % του ΔΟΛ με δάνειο εικοσιπέντε εκατομμυρίων ευρώ από την Alpha Bank. «Αφού θέλει να γίνει εκδότης, ας γίνει εκδότης…», ακούστηκε να λέει. Και τα αποτελέσματα τα είδαμε.
Όλα αυτά όμως είναι αρχαία ιστορία και εμάς μας νοιάζει το «δια ταύτα». Και το «δια ταύτα» δεν αφορά σε δύο τίτλους εφημερίδων που τους έχει απαξιώσει η ίδια τους η ιδιοκτησία, αφορά σε καμιά πεντακοσαριά εργαζόμενους. Εκεί είναι το ζουμί παιδιά, στις θέσεις εργασίας και μη γελάτε χαιρέκακα όσοι είστε στην απέξω και νομίζετε ότι καβατζωθήκατε. Έτσι και βγουν με τη μία στην αγορά εργασίας καμιά διακοσαριά δημοσιογράφοι και άλλοι τόσοι διοικητικοί και καμιά εκατοστή τεχνικοί, θα δείτε πως την επόμενη ημέρα θα σας ζητάνε τα αφεντικά σας μείωση μισθού. Για να το πω καλύτερα: δεν θα το ζητάνε, θα το απαιτούν!
Και μέσα σε όλα αυτά ακούω διάφορες αστειότητες του τύπου «αν ήθελε η κυβέρνηση να λύσει το θέμα θα το είχε λύσει», «έβλεπαν να έρχεται η καταστροφή και την αφήσανε», «ο Ψυχάρης προσπάθησε να φέρει λεφτά απέξω και βρέθηκε υπόλογος για ξέπλυμα μαύρου χρήματος». Και δώσε μοντέλο Μαρινόπουλου και δώσε κατηγορίες στις τράπεζες που λειτουργούν δολίως και δεν υπολογίζουν ότι θα χάσουν τα λεφτά τους και τα δάνειά τους. Τα οποία δάνεια τα πληρώνουν οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες με δωρεάν εργασία τους τελευταίους πέντε μήνες…
Δεν θα επαναλάβω εδώ όσα έγραψε γνωστή συνάδελφος για τα χάδια του ΔΟΛ στις τράπεζες, τις ίδιες τράπεζες που τώρα τον στραγγαλίζουν. Ούτε τα ανήκουστα του Πάνου Ψυχάρη για τα δάνεια με εγγύηση «αέρα». Άλλωστε οι τράπεζες δεν ελέγχονται πλέον από το κράτος (καπιταλισμό δεν θέλατε;) και το κράτος μόνο μια ελαφρά πίεση μπορεί να ασκήσει. Το είπε και ο Στουρνάρας κυρίες και κύριοι: να βρεθεί λύση για τον ΔΟΛ, αλλά μέσα στο πλαίσιο της αγοράς. Ποια αγοράς ακριβώς, δεν μας το είπε. Αυτής που επιτρέπει να φεύγουν τα λεφτά των διαφημίσεων σε Google, Facebook και Twitter άνευ ουδεμίας φορολογίας;
Οπότε; Οπότε εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν και μην παριστάνουμε εδώ τους οικονομολόγους. Το μόνο που μπορεί να γίνει, είναι να αναγνωρίσουν οι τράπεζες ως μοναδικούς συνομιλητές τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες. Κανέναν άλλον, κανέναν απολύτως! Να τους αναγνωρίσουν και να κάτσουν μαζί τους στο τραπέζι, για να μετρήσει η κάθε πλευρά τις θυσίες που είναι διατεθειμένη να κάνει. Μαζί με τους όποιους επενδυτές, αν υπάρχουν όντως επενδυτές. Κι αν υπάρχει λύση να μη σηκωθούν ώσπου να τη βρουν. Αλλιώς παίζουμε τις κουμπάρες και ρίχνουμε νερό στο μύλο του Σταύρου Ψυχάρη και των παπαγάλων του.
- από το newpost.gr
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Το ανέκδοτο το έχω ξαναπεί, αλλά αξίζει τον κόπο να το καταθέσω ακόμη μια φορά. Είμαστε λοιπόν στο 1999, όταν ακόμη δένανε τους σκύλους με τα λουκάνικα και η μετοχή του ΔΟΛ έχει φτάσει εκεί γύρω στα εξήντα χιλιάρικα δραχμούλες. Συνακόλουθα, σε ανάλογα ύψη ή μάλλον σε δυσθεώρητα ύψη κυμαίνεται και η κεφαλαιοποίηση του «συγκροτήματος». Δισεκατομμύρια επί δισεκατομμυρίων, ρύζι το χρήμα στη Χρήστου Λαδά, ρύζι τα μπικικίνια.
Εκείνη την εποχή έχουν έρθουν Αθήνα οι άνθρωποι του δημοσιογραφικού οργανισμού Hearst, του μεγαλύτερου εκδοτικού οίκου περιοδικών παγκοσμίως. Έχουν αφιχθεί για να συζητήσουν τους ήδη υπάρχοντες τίτλους τους που έχει πάρει άδεια να εκδίδει ο ΔΟΛ, αλλά και για μελλοντικές.. συνεργασίες. Κι όπως παίρνουν στα χέρια τους τα χαρτιά με τα οικονομικά δεδομένα του «συγκροτήματος», διαβάζουν και τους πέφτει το μαλλί. Και γυρνάει ένας απ’ αυτούς τους ιέρακες του Hearst στη σύσκεψη με τα δικά μας τα καϊνάρια και λέει την μεγάλη την παρόλα: «Τι καθόμαστε και μιλάμε ρε παιδιά για περιοδικάκια; Μήπως θέλετε να επενδύσετε στην εταιρεία μας κάποια απ’ τα κεφάλαιά σας;»
Εκεί είχε φτάσει το πράγμα. Να παρακαλάει ένας από τους μεγαλύτερους οργανισμούς media παγκοσμίως, μπας και τσιμπήσει κάνα φραγκάκι από Ελλάδα μεριά. Και δεκαπέντε χρόνια αργότερα, ο ΔΟΛ είναι στο χείλος του γκρεμού και τα «Νέα» κυκλοφορούν με ευθύνη των συντακτών. Διότι ο Σταύρος Ψυχάρης έστειλε χθες σεκιουριτά να μαζέψει τα προσωπικά του αντικείμενα από το γραφείο του στην Μιχαλακοπούλου. Και το χαρτί φτάνει για δυο ή τρεις μέρες ακόμη, κανένας δεν ξέρει. Και κάποια καλά παιδιά το σκάσανε, γιατί το καράβι μπατάρει και αφήσανε τους υπόλοιπους στη μοίρα τους…
Είναι η κατάλληλη στιγμή για ν’ αρχίσεις τα γαμωσταυρίδια. Και να σκεφτείς που στο διάολο πήγανε όλα τα δισεκατομμύρια που αντλήθηκαν από τη χρηματιστηριακή αγορά. Στην «Ελευθεροτυπία», για παράδειγμα, που το ξέρω εγώ, φτιάξαμε δικό μας τυπογραφείο για να μην μας πίνουν το αίμα οι εργολάβοι και καταλήξαμε από το τυπογραφείο αυτό να χάνει η επιχείρηση δέκα εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Ούτε ο Ντέϊβιντ Κόπερφιλντ δεν καταφέρνει τέτοια θαύματα!
Ανάλογα συνέβησαν και στον ΔΟΛ, το ξέρουμε όλοι και όλες, και τιμωρήθηκαν οι υπεύθυνοι με «εξορία», ενώ χρησιμοποιήθηκε το τσούρνεμα για να αλλάξουν οι ισορροπίες και να διαμορφωθούν νέα δοβλέτια. Τα έβλεπε όλα αυτά ο Χρήστος Λαμπράκης, αλλά δεν είχε πια όρεξη να ασχοληθεί με τα ΜΜΕ, μόνο το Μέγαρο τον ενδιέφερε στα τελευταία έτη της ζωής του. Και είχε αντιμετωπίσει με πλατύ χαμόγελο την πρόταση του Σταύρου Ψυχάρη να αγοράσει το 25 % του ΔΟΛ με δάνειο εικοσιπέντε εκατομμυρίων ευρώ από την Alpha Bank. «Αφού θέλει να γίνει εκδότης, ας γίνει εκδότης…», ακούστηκε να λέει. Και τα αποτελέσματα τα είδαμε.
Όλα αυτά όμως είναι αρχαία ιστορία και εμάς μας νοιάζει το «δια ταύτα». Και το «δια ταύτα» δεν αφορά σε δύο τίτλους εφημερίδων που τους έχει απαξιώσει η ίδια τους η ιδιοκτησία, αφορά σε καμιά πεντακοσαριά εργαζόμενους. Εκεί είναι το ζουμί παιδιά, στις θέσεις εργασίας και μη γελάτε χαιρέκακα όσοι είστε στην απέξω και νομίζετε ότι καβατζωθήκατε. Έτσι και βγουν με τη μία στην αγορά εργασίας καμιά διακοσαριά δημοσιογράφοι και άλλοι τόσοι διοικητικοί και καμιά εκατοστή τεχνικοί, θα δείτε πως την επόμενη ημέρα θα σας ζητάνε τα αφεντικά σας μείωση μισθού. Για να το πω καλύτερα: δεν θα το ζητάνε, θα το απαιτούν!
Και μέσα σε όλα αυτά ακούω διάφορες αστειότητες του τύπου «αν ήθελε η κυβέρνηση να λύσει το θέμα θα το είχε λύσει», «έβλεπαν να έρχεται η καταστροφή και την αφήσανε», «ο Ψυχάρης προσπάθησε να φέρει λεφτά απέξω και βρέθηκε υπόλογος για ξέπλυμα μαύρου χρήματος». Και δώσε μοντέλο Μαρινόπουλου και δώσε κατηγορίες στις τράπεζες που λειτουργούν δολίως και δεν υπολογίζουν ότι θα χάσουν τα λεφτά τους και τα δάνειά τους. Τα οποία δάνεια τα πληρώνουν οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες με δωρεάν εργασία τους τελευταίους πέντε μήνες…
Δεν θα επαναλάβω εδώ όσα έγραψε γνωστή συνάδελφος για τα χάδια του ΔΟΛ στις τράπεζες, τις ίδιες τράπεζες που τώρα τον στραγγαλίζουν. Ούτε τα ανήκουστα του Πάνου Ψυχάρη για τα δάνεια με εγγύηση «αέρα». Άλλωστε οι τράπεζες δεν ελέγχονται πλέον από το κράτος (καπιταλισμό δεν θέλατε;) και το κράτος μόνο μια ελαφρά πίεση μπορεί να ασκήσει. Το είπε και ο Στουρνάρας κυρίες και κύριοι: να βρεθεί λύση για τον ΔΟΛ, αλλά μέσα στο πλαίσιο της αγοράς. Ποια αγοράς ακριβώς, δεν μας το είπε. Αυτής που επιτρέπει να φεύγουν τα λεφτά των διαφημίσεων σε Google, Facebook και Twitter άνευ ουδεμίας φορολογίας;
Οπότε; Οπότε εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν και μην παριστάνουμε εδώ τους οικονομολόγους. Το μόνο που μπορεί να γίνει, είναι να αναγνωρίσουν οι τράπεζες ως μοναδικούς συνομιλητές τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες. Κανέναν άλλον, κανέναν απολύτως! Να τους αναγνωρίσουν και να κάτσουν μαζί τους στο τραπέζι, για να μετρήσει η κάθε πλευρά τις θυσίες που είναι διατεθειμένη να κάνει. Μαζί με τους όποιους επενδυτές, αν υπάρχουν όντως επενδυτές. Κι αν υπάρχει λύση να μη σηκωθούν ώσπου να τη βρουν. Αλλιώς παίζουμε τις κουμπάρες και ρίχνουμε νερό στο μύλο του Σταύρου Ψυχάρη και των παπαγάλων του.
- από το newpost.gr