Γράφει ο Δημήτρης Σούλτας
Ο τρόπος για να επιβιώσουν οι εφημερίδες είναι να (ξανα)βρουν αναγνώστες. Να πείσουν δηλαδή τον κόσμο ότι αξίζει τον κόπο να τις διαβάζει.
Έχω ζήσει ουκ ολίγα λουκέτα και ελπίζω να μην υπάρχουν άλλα. Και επειδή ακριβώς το έχω ζήσει είμαι απολύτως αλληλέγγυος στους εργαζόμενους (με εξαίρεση αυτούς που είχαν ως βασικό σπορ να γλείφουν τον εργοδότη τους)
Αλλά η λογική της "ενίσχυσης", όπως την περιέγραψε χθες στον ΣΚΑΪ ο Παύλος Τσίμας, που ζήτησε. ούτε λίγο- ούτε πολύ. την ενίσχυση τους από τον κρατικό προϋπολογισμό ή το συγχωροχάρτι που πρέπει να δώσουμε σε εκδότες που έκαναν πάρτυ με τα θαλασσοδάνεια δεν θα αποκαταστήσει την αξιοπιστία τους. Το αντίθετο. Θα εξαγριώσει ακόμα περισσότερο τον κόσμο,.. θα διώξει αναγνώστες, οι οποίοι θεωρούν -και δικαίως- ότι επί δεκαετίες παιζόταν ένα παιχνίδι τις πλάτες τους που παρήγαγε πλούσιους εκδότες με χρεοκοπημένες επιχειρήσεις. Ως έναν μηχανισμό που ανεβοκατέβαζε κυβερνήσεις, που "παρήγαγε" πολιτικούς ή τερμάτιζε την καριέρα άλλων. Που εξυπηρετούσε κυρίως συμφέροντα και δευτερευόντως την ενημέρωση.
Τα τελευταία χρόνια τα ποιοτικά στάνταρ έπεσαν κατακόρυφα, αφού το ζητούμενο για τους εκδότες ήταν οι φθηνοί εργαζόμενοι και όχι οι καλές πένες, προσφέροντας στο κοινό τους χειρότερο προϊόν. Έκλεισαν εξαιρετικά ένθετα, απομακρύνθηκαν καλοί αρθρογράφοι, εξέλιπε το ρεπορτάζ, που αντακαταστάθηκε με αστεία πασαλείμματα. Παράλληλα διάφοροι προβεβλημένοι εγκατελείπαν εγκαίρως το καράβι, λαμβάνοντας μυθικές αποζημιώσεις, όπως ο Παντελής Καψής, που έφυγε απο τον ΔΟΛ το 2011 (όταν όλοι ήξεραν την κατάσταση του ομίλου) λαμβάνοντας αποζημίωση περίπου 500 χιλιάδων ευρώ. Στη συνέχεια όλοι αυτοί έγιναν σχολιαστές που μας νουθετούν για το πώς γίνεται η χρηστή διαχείριση σε ένα κράτος.
Είναι κωμικοτραγική η σκέψη "να σώσουμε τον Τύπο" προσφέροντάς του δεκανίκια. Το όλο σκηνικό μοιάζει σαν σκηνή από το "Τρελό weekend στου Μπέρνι", όπου χαμογελαστοί περιφέρουμε τον νεκρό, σαν να μη συμβαίνει τίποτα, προσπαθώντας να πείσουμε για το σφρίγος του και τη ζωντάνια του. Τι νόημα έχει να λέμε, όσοι δουλεύουμε σ' αυτό το χώρο, "ο Τύπος πεθαίνει, ζήτω ο Τύπος". Γιατί θεωρούμε περίπου υποχρέωση του κοινού να διαβάζει το τυπωμένο χαρτί, όταν τα ίδια τα έντυπα έχουν ουσιαστικά γυρίσει τις πλάτες τους στους ίδιους τους τούς αναγνώστες; Ποιός απαξίωσε περισσότερο τις εφημερίδες; Οι αναγνώστες ή οι ίδιες οι εφημερίδες που μετέτρεψαν τα φύλλα σε μικρά σούπερμαρκετ, όπου το κύριο προϊόν δεν ήταν η ύλη της εφημερίδας, αλλά ότι περιείχε το σελοφάν;
Οι εφημερίδες λοιπόν πρέπει να επιστρέψουν στην κύρια αποστολή τους, στο να ενημερώνουν, στο να προσφέρουν αξιόλογα κείμενα, στο να συμμετέχουν ενεργά στη σύγχρονη σκέψη και τους προβληματισμούς που παράγει η εποχή τους. Όσο οι εκδότες εμφανίζονται σαν τους αναξιοπαθούντες που χρειάζονται συμπαράσταση, όσο ταυτίζουν τους εαυτούς τους με τη λειτουργία της Δημοκρατίας το παιχνίδι είναι χαμένο από χέρι. Οι εφημερίδες θα κλείσουν και κάνεις δεν θα κλάψει γι αυτές, εκτός από τους εργαζόμενους τους που θα βγουν στην ανεργία.
Ας κοιτάξουν λοιπόν, εκδότες και δημοσιογράφοι, προς την κοινωνία και ας την αφουγκραστούν. Η ίδια η κοινωνία βρίσκεται σε δεινότερη θέση από τους ίδιους. Η ίδια η κοινωνία, δύσκολα ή εύκολα, με άλματα ή πισωγυρίσματα, θα προχωρήσει. Ας την ακολουθήσουν, ας πορευτούν μαζί της, ας μιλήσουν μ' αυτήν και όχι εξ ονόματός της. Αυτή είναι και η μόνη συνταγή επιβίωσης.
- viewtag.gr
Ο τρόπος για να επιβιώσουν οι εφημερίδες είναι να (ξανα)βρουν αναγνώστες. Να πείσουν δηλαδή τον κόσμο ότι αξίζει τον κόπο να τις διαβάζει.
Έχω ζήσει ουκ ολίγα λουκέτα και ελπίζω να μην υπάρχουν άλλα. Και επειδή ακριβώς το έχω ζήσει είμαι απολύτως αλληλέγγυος στους εργαζόμενους (με εξαίρεση αυτούς που είχαν ως βασικό σπορ να γλείφουν τον εργοδότη τους)
Αλλά η λογική της "ενίσχυσης", όπως την περιέγραψε χθες στον ΣΚΑΪ ο Παύλος Τσίμας, που ζήτησε. ούτε λίγο- ούτε πολύ. την ενίσχυση τους από τον κρατικό προϋπολογισμό ή το συγχωροχάρτι που πρέπει να δώσουμε σε εκδότες που έκαναν πάρτυ με τα θαλασσοδάνεια δεν θα αποκαταστήσει την αξιοπιστία τους. Το αντίθετο. Θα εξαγριώσει ακόμα περισσότερο τον κόσμο,.. θα διώξει αναγνώστες, οι οποίοι θεωρούν -και δικαίως- ότι επί δεκαετίες παιζόταν ένα παιχνίδι τις πλάτες τους που παρήγαγε πλούσιους εκδότες με χρεοκοπημένες επιχειρήσεις. Ως έναν μηχανισμό που ανεβοκατέβαζε κυβερνήσεις, που "παρήγαγε" πολιτικούς ή τερμάτιζε την καριέρα άλλων. Που εξυπηρετούσε κυρίως συμφέροντα και δευτερευόντως την ενημέρωση.
Τα τελευταία χρόνια τα ποιοτικά στάνταρ έπεσαν κατακόρυφα, αφού το ζητούμενο για τους εκδότες ήταν οι φθηνοί εργαζόμενοι και όχι οι καλές πένες, προσφέροντας στο κοινό τους χειρότερο προϊόν. Έκλεισαν εξαιρετικά ένθετα, απομακρύνθηκαν καλοί αρθρογράφοι, εξέλιπε το ρεπορτάζ, που αντακαταστάθηκε με αστεία πασαλείμματα. Παράλληλα διάφοροι προβεβλημένοι εγκατελείπαν εγκαίρως το καράβι, λαμβάνοντας μυθικές αποζημιώσεις, όπως ο Παντελής Καψής, που έφυγε απο τον ΔΟΛ το 2011 (όταν όλοι ήξεραν την κατάσταση του ομίλου) λαμβάνοντας αποζημίωση περίπου 500 χιλιάδων ευρώ. Στη συνέχεια όλοι αυτοί έγιναν σχολιαστές που μας νουθετούν για το πώς γίνεται η χρηστή διαχείριση σε ένα κράτος.
Είναι κωμικοτραγική η σκέψη "να σώσουμε τον Τύπο" προσφέροντάς του δεκανίκια. Το όλο σκηνικό μοιάζει σαν σκηνή από το "Τρελό weekend στου Μπέρνι", όπου χαμογελαστοί περιφέρουμε τον νεκρό, σαν να μη συμβαίνει τίποτα, προσπαθώντας να πείσουμε για το σφρίγος του και τη ζωντάνια του. Τι νόημα έχει να λέμε, όσοι δουλεύουμε σ' αυτό το χώρο, "ο Τύπος πεθαίνει, ζήτω ο Τύπος". Γιατί θεωρούμε περίπου υποχρέωση του κοινού να διαβάζει το τυπωμένο χαρτί, όταν τα ίδια τα έντυπα έχουν ουσιαστικά γυρίσει τις πλάτες τους στους ίδιους τους τούς αναγνώστες; Ποιός απαξίωσε περισσότερο τις εφημερίδες; Οι αναγνώστες ή οι ίδιες οι εφημερίδες που μετέτρεψαν τα φύλλα σε μικρά σούπερμαρκετ, όπου το κύριο προϊόν δεν ήταν η ύλη της εφημερίδας, αλλά ότι περιείχε το σελοφάν;
Οι εφημερίδες λοιπόν πρέπει να επιστρέψουν στην κύρια αποστολή τους, στο να ενημερώνουν, στο να προσφέρουν αξιόλογα κείμενα, στο να συμμετέχουν ενεργά στη σύγχρονη σκέψη και τους προβληματισμούς που παράγει η εποχή τους. Όσο οι εκδότες εμφανίζονται σαν τους αναξιοπαθούντες που χρειάζονται συμπαράσταση, όσο ταυτίζουν τους εαυτούς τους με τη λειτουργία της Δημοκρατίας το παιχνίδι είναι χαμένο από χέρι. Οι εφημερίδες θα κλείσουν και κάνεις δεν θα κλάψει γι αυτές, εκτός από τους εργαζόμενους τους που θα βγουν στην ανεργία.
Ας κοιτάξουν λοιπόν, εκδότες και δημοσιογράφοι, προς την κοινωνία και ας την αφουγκραστούν. Η ίδια η κοινωνία βρίσκεται σε δεινότερη θέση από τους ίδιους. Η ίδια η κοινωνία, δύσκολα ή εύκολα, με άλματα ή πισωγυρίσματα, θα προχωρήσει. Ας την ακολουθήσουν, ας πορευτούν μαζί της, ας μιλήσουν μ' αυτήν και όχι εξ ονόματός της. Αυτή είναι και η μόνη συνταγή επιβίωσης.
- viewtag.gr