Γράφει ο Κώστας Γιαννακίδης
Υπάρχουν ορισμένες εκδηλώσεις κατά τις οποίες οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να ανανεώνουν τις γνωριμίες τους και να επιβεβαιώνουν το κοινωνικό τους στίγμα. Μπορεί να είναι μία κηδεία ή ένα μνημόσυνο, ίσως και ένας γάμος. Δεν έχει σημασία αν προσέρχεσαι ως φίλος του μακαρίτη, συγγενής του γαμπρού ή της νύφης. Ξέρεις, όμως, ότι θα σφίξεις χέρια, θα ανταλλάξεις ματιές και χαμόγελα, ίσως να χτυπήσεις και καμιά πλάτη. Ούτως ή άλλως, σε αυτούς του είδους τις εκδηλώσεις όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, ακόμα και αν χρειαστεί να μεσολαβήσει μία σύσταση.
Οι περισσότερες κηδείες στις οποίες έχω παραβρεθεί τα τελευταία χρόνια τελειώνουν με..
τον ίδιο τρόπο. Πέφτει το πρώτο χώμα και μετά το «άντε και να μη χρειάζεται να σμίγουμε μόνο σε κηδείες». Ευτυχώς η παρέα είναι μεγάλη, οπότε το μόνο που αλλάζει την επόμενη φορά είναι το νεκροταφείο. Κάπως έτσι αισθάνθηκα στην παρουσίαση του βιβλίου «Το Νησί που φεύγει». Πρόκειται για μία γενναιόδωρη ανθολογία άρθρων του Γιώργου Παγουλάτου που δημοσιεύθηκαν στην «Καθημερινή» τα τελευταία χρόνια, περιγράφοντας με ακρίβεια και ευθυκρισία στοιχεία της εθνικής μας παθογένειας.
Η εκδήλωση έλαβε χώρα στο κατάμεστο αμφιθέατρο του 9.84. Η ατμόσφαιρα ήταν τρικοκοσμικά πνιγηρή και, λίγο η ζέστη, λίγο τα λόγια του Βενιζέλου, κάπου θυμήθηκα ότι κάποια στιγμή το όνομα του Παγουλάτου είχε ακουστεί, τις μέρες της φαντασίας, για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς.
Στο πάνελ, εκτός από τον συγγραφέα, ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Σταύρος ο Θεοδωράκης, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, που προσήλθε χωρίς ΠΑΣΟΚ και Δημοκρατική Συμπαράταξη στην ιδιότητα του, ο Χρήστος Χωμενίδης και η συνάδελφος Νίκη Λυμπεράκη που ανέλαβε, με λεπτότητα και ακριβείς παρατηρήσεις, τον συντονισμό.
Όμως για να είμαι απολύτως ειλικρινής, εγώ δεν πήγα να λουστώ στον ιδρώτα για να ακούσω όλους αυτούς. Με εξαίρεση τον Χωμενίδη, γνώριζα τι θα πουν πριν καν να ανοίξουν το στόμα τους. Εγώ πήγα για να κόψω φάτσες. Να δω φίλους και γνωστούς. Και να δεχθώ σταυρωτούς ασπασμούς από χείλη ποτισμένα με δίκταμο και πράσινο τσάι.
- διαβάστε ολόκληρο το κείμενο στο protagon (ΕΔΩ)
Υπάρχουν ορισμένες εκδηλώσεις κατά τις οποίες οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να ανανεώνουν τις γνωριμίες τους και να επιβεβαιώνουν το κοινωνικό τους στίγμα. Μπορεί να είναι μία κηδεία ή ένα μνημόσυνο, ίσως και ένας γάμος. Δεν έχει σημασία αν προσέρχεσαι ως φίλος του μακαρίτη, συγγενής του γαμπρού ή της νύφης. Ξέρεις, όμως, ότι θα σφίξεις χέρια, θα ανταλλάξεις ματιές και χαμόγελα, ίσως να χτυπήσεις και καμιά πλάτη. Ούτως ή άλλως, σε αυτούς του είδους τις εκδηλώσεις όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, ακόμα και αν χρειαστεί να μεσολαβήσει μία σύσταση.
Οι περισσότερες κηδείες στις οποίες έχω παραβρεθεί τα τελευταία χρόνια τελειώνουν με..
τον ίδιο τρόπο. Πέφτει το πρώτο χώμα και μετά το «άντε και να μη χρειάζεται να σμίγουμε μόνο σε κηδείες». Ευτυχώς η παρέα είναι μεγάλη, οπότε το μόνο που αλλάζει την επόμενη φορά είναι το νεκροταφείο. Κάπως έτσι αισθάνθηκα στην παρουσίαση του βιβλίου «Το Νησί που φεύγει». Πρόκειται για μία γενναιόδωρη ανθολογία άρθρων του Γιώργου Παγουλάτου που δημοσιεύθηκαν στην «Καθημερινή» τα τελευταία χρόνια, περιγράφοντας με ακρίβεια και ευθυκρισία στοιχεία της εθνικής μας παθογένειας.
Η εκδήλωση έλαβε χώρα στο κατάμεστο αμφιθέατρο του 9.84. Η ατμόσφαιρα ήταν τρικοκοσμικά πνιγηρή και, λίγο η ζέστη, λίγο τα λόγια του Βενιζέλου, κάπου θυμήθηκα ότι κάποια στιγμή το όνομα του Παγουλάτου είχε ακουστεί, τις μέρες της φαντασίας, για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς.
Στο πάνελ, εκτός από τον συγγραφέα, ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Σταύρος ο Θεοδωράκης, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, που προσήλθε χωρίς ΠΑΣΟΚ και Δημοκρατική Συμπαράταξη στην ιδιότητα του, ο Χρήστος Χωμενίδης και η συνάδελφος Νίκη Λυμπεράκη που ανέλαβε, με λεπτότητα και ακριβείς παρατηρήσεις, τον συντονισμό.
Όμως για να είμαι απολύτως ειλικρινής, εγώ δεν πήγα να λουστώ στον ιδρώτα για να ακούσω όλους αυτούς. Με εξαίρεση τον Χωμενίδη, γνώριζα τι θα πουν πριν καν να ανοίξουν το στόμα τους. Εγώ πήγα για να κόψω φάτσες. Να δω φίλους και γνωστούς. Και να δεχθώ σταυρωτούς ασπασμούς από χείλη ποτισμένα με δίκταμο και πράσινο τσάι.
- διαβάστε ολόκληρο το κείμενο στο protagon (ΕΔΩ)