Γράφει ο Τάσος Παππάς
Το ναυάγιο στις συνομιλίες
μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και των Τουρκοκυπρίων ήρθε να
επιβεβαιώσει την άποψη ότι η υπερβολική αισιοδοξία δεν είναι καλός
σύμβουλος, όταν μάλιστα πρέπει να αναμετρηθείς μ’ ένα χρονίζον πρόβλημα
που θεωρείται εξίσου δύσκολο με το Παλαιστινιακό και έχουν φάει τα
μούτρα τους κυβερνήσεις και γενικοί γραμματείς του ΟΗΕ.
Ολο το προηγούμενο διάστημα και στην Αθήνα και στη Λευκωσία είχαν καλλιεργηθεί πολλές προσδοκίες για γρήγορη επίλυση. Κι άλλες φορές στο παρελθόν είχε συμβεί κάτι ανάλογο,.. χωρίς ωστόσο να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος.
Πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν αυτή με το σχέδιο Ανάν.
Η Κύπρος πήρε για αντάλλαγμα την ένταξή της στην ευρωζώνη, αλλά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην ελληνοκυπριακή κοινότητα προσγείωσε ανώμαλα όσους έτρεφαν ελπίδες.
Φαίνεται πως τα παθήματα δεν γίνονται μαθήματα. Πολλοί υποστήριζαν ότι σήμερα οι συνθήκες είναι ευνοϊκές γιατί υπάρχει ο σημαντικός οικονομικός παράγοντας -κοιτάσματα φυσικού αερίου- ο οποίος αναγκαστικά θα φέρει πιο κοντά τις δύο πλευρές και θα υποχρεώσει την Τουρκία να υιοθετήσει πιο διαλλακτικές θέσεις για να επωφεληθεί και αυτή.
Πρόκειται για τη γνωστή θεωρία, «είναι η οικονομία, ηλίθιε», η οποία υποτίθεται πως είναι πάνω απ’ όλα και σαρώνει κάθε εμπόδιο.
Ομως αυτό θα μπορούσε να γίνει αν στην Τουρκία υπήρχε μια διαφορετική διοίκηση.
Ματαιοπονεί όποιος πιστεύει ότι ο Ερντογάν θα εμφανιστεί λιγότερο άκαμπτος από τους προκατόχους του ειδικότερα στην παρούσα φάση, κατά την οποία χτίζει μεθοδικά ένα προφίλ κάθε άλλο παρά συναινετικό και εντός και εκτός Τουρκίας.
Είναι δυνατόν να δεχτεί αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής (αυτό είναι το μείζον θέμα) ο πρόεδρος που οραματίζεται την ανασύσταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας με τον ίδιο επικεφαλής, που θεωρεί ότι η Συνθήκη της Λωζάννης ήταν μια επονείδιστη συμφωνία για τη χώρα του επειδή περιόρισε δραματικά τα σύνορα της... καρδιάς των Τούρκων, που παρεμβαίνει στρατιωτικά σε γειτονικές χώρες, που καταγγέλλει τους πολιτικούς αντιπάλους του για συνεργασία με ξένες δυνάμεις εχθρικές προς την Τουρκία;
Θα γίνει κι αυτός ευάλωτος στις κατηγορίες περί ενδοτισμού.
Από έναν ηγέτη, η στρατηγική του οποίου είναι ένα μείγμα επιθετικού εθνικισμού, αναθεωρητισμού, μεγαλοϊδεατισμού και «αλυτρωτισμού», δεν μπορείς να περιμένεις να δώσει με ειρηνικά μέσα ό,τι η χώρα του κατέκτησε με πόλεμο.
Θεωρητικά, αυτό θα μπορούσε να δρομολογηθεί μόνον αν το αντίτιμο ήταν πολύ μεγάλο, ώστε να το πουλήσει στο ακροατήριό του, κυρίως στο πιο φανατικό κομμάτι του.
Για παράδειγμα, την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν το θέλουν οι Ευρωπαίοι -μερικοί το δηλώνουν καθαρά- και ο Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν πρόκειται να το πάρει ούτε τώρα ούτε στο εγγύς μέλλον.
Χώρια που δεν ξέρουμε αν σήμερα πραγματικά το επιθυμεί.
EφΣυν
Ολο το προηγούμενο διάστημα και στην Αθήνα και στη Λευκωσία είχαν καλλιεργηθεί πολλές προσδοκίες για γρήγορη επίλυση. Κι άλλες φορές στο παρελθόν είχε συμβεί κάτι ανάλογο,.. χωρίς ωστόσο να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος.
Πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν αυτή με το σχέδιο Ανάν.
Η Κύπρος πήρε για αντάλλαγμα την ένταξή της στην ευρωζώνη, αλλά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην ελληνοκυπριακή κοινότητα προσγείωσε ανώμαλα όσους έτρεφαν ελπίδες.
Φαίνεται πως τα παθήματα δεν γίνονται μαθήματα. Πολλοί υποστήριζαν ότι σήμερα οι συνθήκες είναι ευνοϊκές γιατί υπάρχει ο σημαντικός οικονομικός παράγοντας -κοιτάσματα φυσικού αερίου- ο οποίος αναγκαστικά θα φέρει πιο κοντά τις δύο πλευρές και θα υποχρεώσει την Τουρκία να υιοθετήσει πιο διαλλακτικές θέσεις για να επωφεληθεί και αυτή.
Πρόκειται για τη γνωστή θεωρία, «είναι η οικονομία, ηλίθιε», η οποία υποτίθεται πως είναι πάνω απ’ όλα και σαρώνει κάθε εμπόδιο.
Ομως αυτό θα μπορούσε να γίνει αν στην Τουρκία υπήρχε μια διαφορετική διοίκηση.
Ματαιοπονεί όποιος πιστεύει ότι ο Ερντογάν θα εμφανιστεί λιγότερο άκαμπτος από τους προκατόχους του ειδικότερα στην παρούσα φάση, κατά την οποία χτίζει μεθοδικά ένα προφίλ κάθε άλλο παρά συναινετικό και εντός και εκτός Τουρκίας.
Είναι δυνατόν να δεχτεί αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής (αυτό είναι το μείζον θέμα) ο πρόεδρος που οραματίζεται την ανασύσταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας με τον ίδιο επικεφαλής, που θεωρεί ότι η Συνθήκη της Λωζάννης ήταν μια επονείδιστη συμφωνία για τη χώρα του επειδή περιόρισε δραματικά τα σύνορα της... καρδιάς των Τούρκων, που παρεμβαίνει στρατιωτικά σε γειτονικές χώρες, που καταγγέλλει τους πολιτικούς αντιπάλους του για συνεργασία με ξένες δυνάμεις εχθρικές προς την Τουρκία;
Θα γίνει κι αυτός ευάλωτος στις κατηγορίες περί ενδοτισμού.
Από έναν ηγέτη, η στρατηγική του οποίου είναι ένα μείγμα επιθετικού εθνικισμού, αναθεωρητισμού, μεγαλοϊδεατισμού και «αλυτρωτισμού», δεν μπορείς να περιμένεις να δώσει με ειρηνικά μέσα ό,τι η χώρα του κατέκτησε με πόλεμο.
Θεωρητικά, αυτό θα μπορούσε να δρομολογηθεί μόνον αν το αντίτιμο ήταν πολύ μεγάλο, ώστε να το πουλήσει στο ακροατήριό του, κυρίως στο πιο φανατικό κομμάτι του.
Για παράδειγμα, την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν το θέλουν οι Ευρωπαίοι -μερικοί το δηλώνουν καθαρά- και ο Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν πρόκειται να το πάρει ούτε τώρα ούτε στο εγγύς μέλλον.
Χώρια που δεν ξέρουμε αν σήμερα πραγματικά το επιθυμεί.
EφΣυν