Για τον Πέτρο τον Γαλαξιάρχη
Το 2010, σε ρεπορτάζ στην «Καθημερινή», μετά τη δολοφονία του δημοσιογράφου Σωκράτη Γκιόλια (υπόθεση troktiko), αναλύαμε την τάση να ενοχοποιούμε την ανωνυμία στο Ιντερνετ ως την πηγή όλων των κακών. «Δεν είναι το όνομα που προσδίδει αξιοπιστία στο Ιντερνετ», μας έλεγε τότε ο ιδρυτής του δικτύου sync, κ. Νίκος Δρανδάκης, που λίγο καιρό αργότερα θα ίδρυε το Taxibeat. «Στο “οικοσύστημα” των social media ο καθένας κάνει μια διαδρομή. Και το σύστημα μαθαίνει να τον αντιλαμβάνεται ως αξιόπιστη ή όχι φωνή. Τη δεοντολογία την κατοχυρώνει ο ίδιος κάθε μέρα που περνάει».. («Υπ’ αριθμόν ένα ύποπτος η ανωνυμία των μπλογκ», 20/07/10).
Την προηγούμενη Δευτέρα, ο Πέτρος Παπαθανασίου, γνωστός στο Ιντερνετ ως Galaxyarchis, σκοτώθηκε σε τροχαίο. Το γεγονός συγκλόνισε όσους τον γνωρίζαμε προσωπικά, έστω και μια φορά κι έναν καιρό, στην κοινότητα του radiobubble, αλλά και όσους συναναστρέφονταν μαζί του διαδικτυακά. Μετά την ανακοίνωση της Ολγας Γεροβασίλη όμως ότι ο μπλόγκερ εργαζόταν τον τελευταίο χρόνο για την κυβέρνηση, η συζήτηση πήρε απρόσμενη τροπή. Κατηγορήθηκε για διατεταγμένη υπηρεσία, χαρακτηρίστηκε τρολ και κουκουλοφόρος, χαρακτηρίστηκε ανώνυμος.
Δεν ήταν. Τουλάχιστον όχι περισσότερο από όλους εμάς που χρησιμοποιούμε ψευδώνυμα στο Twitter, γιατί αυτή είναι η φύση του μέσου. Τουλάχιστον όχι περισσότερο από τους εκατοντάδες ψεύτικους λογαριασμούς που χρησιμοποιούν διάφοροι για να εκτοξεύουν τον αριθμό των retweets τους. Ή περισσότερο από όσους γράφουν επώνυμα αλλά ψέματα. (Οπως εκείνη που μας έλεγε παλιότερα ότι δεν έχει «ντρεσάρει» την «υπηρέτριά» της και τώρα παριστάνει την Πασιονάρια ή τον όψιμο υπερασπιστή των προσφύγων που κάποτε έβγαινε από το αυτοκίνητο να τραμπουκίσει τον μετανάστη που ήθελε να του πλύνει το τζάμι.) Δεν ήταν περισσότερο ανώνυμος από άλλους «ανώνυμους» λογαριασμούς που ουδείς διανοείται να εγκαλέσει: όπως το «Κολαστήριο», που αποκαλύπτει τα όσα φρικτά διαδραματίζονται στον Κορυδαλλό.
Δεν ήταν «εύκολος» ο Γαλαξιάρχης. Eίχε κάνει τον «ψόφο» καραμέλα και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που είχε αποξενώσει αρκετούς φίλους του, οι οποίοι του είχαν απαντήσει στην κοινή τους γλώσσα, με unfollow ή και block. Αλλά όποιος τον γνώριζε και τον παρακολουθούσε δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει ότι δεν ήταν συνεπής με τις ιδέες του. Τις οποίες ήταν διατεθειμένος να υπερασπιστεί με το όνομά του.
Φρένο στην «ανωνυμία» του Twitter έχουν διανοηθεί να θέσουν μόνο αυταρχικά καθεστώτα. Είναι οξύμωρο που τρομάζει τους υπερασπιστές της φιλελεύθερης κοινωνίας. «Το σύστημα αυτορρυθμίζεται μέρα με τη μέρα. Η ανωνυμία είναι κατοχυρωμένη πρακτική στο Διαδίκτυο. Δεν μπορεί κανείς να κάνει τίποτα, εκτός και αν αποκλείσει εντελώς την πρόσβαση, όπως π.χ. συμβαίνει στο Ιράν...», όπως έλεγε τότε ο Δρανδάκης.
Λίνα Γιάνναρου («Καθημερινή»)
Το 2010, σε ρεπορτάζ στην «Καθημερινή», μετά τη δολοφονία του δημοσιογράφου Σωκράτη Γκιόλια (υπόθεση troktiko), αναλύαμε την τάση να ενοχοποιούμε την ανωνυμία στο Ιντερνετ ως την πηγή όλων των κακών. «Δεν είναι το όνομα που προσδίδει αξιοπιστία στο Ιντερνετ», μας έλεγε τότε ο ιδρυτής του δικτύου sync, κ. Νίκος Δρανδάκης, που λίγο καιρό αργότερα θα ίδρυε το Taxibeat. «Στο “οικοσύστημα” των social media ο καθένας κάνει μια διαδρομή. Και το σύστημα μαθαίνει να τον αντιλαμβάνεται ως αξιόπιστη ή όχι φωνή. Τη δεοντολογία την κατοχυρώνει ο ίδιος κάθε μέρα που περνάει».. («Υπ’ αριθμόν ένα ύποπτος η ανωνυμία των μπλογκ», 20/07/10).
Την προηγούμενη Δευτέρα, ο Πέτρος Παπαθανασίου, γνωστός στο Ιντερνετ ως Galaxyarchis, σκοτώθηκε σε τροχαίο. Το γεγονός συγκλόνισε όσους τον γνωρίζαμε προσωπικά, έστω και μια φορά κι έναν καιρό, στην κοινότητα του radiobubble, αλλά και όσους συναναστρέφονταν μαζί του διαδικτυακά. Μετά την ανακοίνωση της Ολγας Γεροβασίλη όμως ότι ο μπλόγκερ εργαζόταν τον τελευταίο χρόνο για την κυβέρνηση, η συζήτηση πήρε απρόσμενη τροπή. Κατηγορήθηκε για διατεταγμένη υπηρεσία, χαρακτηρίστηκε τρολ και κουκουλοφόρος, χαρακτηρίστηκε ανώνυμος.
Δεν ήταν. Τουλάχιστον όχι περισσότερο από όλους εμάς που χρησιμοποιούμε ψευδώνυμα στο Twitter, γιατί αυτή είναι η φύση του μέσου. Τουλάχιστον όχι περισσότερο από τους εκατοντάδες ψεύτικους λογαριασμούς που χρησιμοποιούν διάφοροι για να εκτοξεύουν τον αριθμό των retweets τους. Ή περισσότερο από όσους γράφουν επώνυμα αλλά ψέματα. (Οπως εκείνη που μας έλεγε παλιότερα ότι δεν έχει «ντρεσάρει» την «υπηρέτριά» της και τώρα παριστάνει την Πασιονάρια ή τον όψιμο υπερασπιστή των προσφύγων που κάποτε έβγαινε από το αυτοκίνητο να τραμπουκίσει τον μετανάστη που ήθελε να του πλύνει το τζάμι.) Δεν ήταν περισσότερο ανώνυμος από άλλους «ανώνυμους» λογαριασμούς που ουδείς διανοείται να εγκαλέσει: όπως το «Κολαστήριο», που αποκαλύπτει τα όσα φρικτά διαδραματίζονται στον Κορυδαλλό.
Δεν ήταν «εύκολος» ο Γαλαξιάρχης. Eίχε κάνει τον «ψόφο» καραμέλα και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που είχε αποξενώσει αρκετούς φίλους του, οι οποίοι του είχαν απαντήσει στην κοινή τους γλώσσα, με unfollow ή και block. Αλλά όποιος τον γνώριζε και τον παρακολουθούσε δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει ότι δεν ήταν συνεπής με τις ιδέες του. Τις οποίες ήταν διατεθειμένος να υπερασπιστεί με το όνομά του.
Φρένο στην «ανωνυμία» του Twitter έχουν διανοηθεί να θέσουν μόνο αυταρχικά καθεστώτα. Είναι οξύμωρο που τρομάζει τους υπερασπιστές της φιλελεύθερης κοινωνίας. «Το σύστημα αυτορρυθμίζεται μέρα με τη μέρα. Η ανωνυμία είναι κατοχυρωμένη πρακτική στο Διαδίκτυο. Δεν μπορεί κανείς να κάνει τίποτα, εκτός και αν αποκλείσει εντελώς την πρόσβαση, όπως π.χ. συμβαίνει στο Ιράν...», όπως έλεγε τότε ο Δρανδάκης.
Λίνα Γιάνναρου («Καθημερινή»)