Γράφει ο Δημήτρης Ν. Μανιάτης
Μια απώλεια και μια βράβευση. Η Πέμπτη που μας πέρασε θα μελετάται για καιρό από τον ιστορικό του μέλλοντος για μια βασική αλήθεια: ο Ντάριο Φο που μας αποχαιρέτησε και ο Μπομπ Ντιλαν που ανέβηκε στον θρόνο του Νομπέλ Λογοτεχνίας την ίδια μέρα το πιθανότερο είναι πως δεν είχαν συναντηθεί ποτέ.
Ο ιταλός μπουφόνος δεν νομίζω να είχε τόση έγνοια για τη μουσική του δεύτερου και ο αμερικανός τροβαδούρος πιθανά δεν θα συμφωνούσε με την αφοσίωση του Ντάριο στους κατατρεγμένους και στην ουτοπία. Κι όμως υπάρχει κάτι που συνδέει τα δύο μεγάλα αυτά πρόσωπα. Ο τρόπος που διεμβόλισαν τον κόσμο. Η απεύθυνση, η διαχρονία, η παγκοσμιότητα του έργου τους έχει.. έναν κοινό παρανομαστή. Την ποίηση και τη λαϊκότητα, που στο βάθος της είναι βασικά δημοκρατική.
Νέοι καλλιτέχνες σε όλη την οικουμένη θα ανεβάζουν πάντα τον «Τυχαίο θάνατο ενός αναρχικού» ή το «Μίστερο Μπούφο». Και αντίστοιχα, όσο υπάρχει ανθρωπότητα, πάντα σε ένα γκαράζ πιτσιρικάδες θα τζαμάρουν πάνω στο «Forever Young» ή το «Hurricane».
Κι όμως, την ίδια ώρα που παντελώς άγνωστοι τύποι έχουν κατά καιρούς πάρει το Νομπέλ Λογοτεχνίας, οι δύο παραπάνω νομπελίστες (Ντάριο και Μπομπ) αμφισβητήθηκαν. «Μα καλά, το Νομπέλ σε έναν παλιάτσο» σχολίασαν οι κακεντρεχείς το μακρινό 1997 για τον Ντάριο, ανάμεσά τους ο φασίστας Τζιαφράνκο Φίνι. «Αλλά όλο αυτό με το Νομπέλ είναι μια κάκιστη επιλογή, ένα βραβείο νοσταλγίας βγαλμένο μέσα από τον βρωμερό προστάτη γηραλέων, ξεκούτηδων χίπηδων» είπε ο σκωτσέζος συγγραφέας Ιρβιν Γουέλς (που θα θυμόμαστε μόνο επειδή το μέτριο βιβλιαράκι του έγινε η ωραία ταινία «Trainspotting») για τον Ντίλαν.
Την ίδια ώρα που Ντάριο και Μπομπ έχουν κατακτήσει τον κόσμο, το έργο τους περνάει από την κρησάρα ενός αυτοαναφορικου σιναφιού που μάλλον έχει μπερδέψει τα πράγματα. Την ίδια ώρα που ο λόγος τους άνοιξε νέους δρόμους στη λογοτεχνία - μήπως και τα ομηρικά έπη δεν τραγουδιόνταν; όπως σημείωσε η ποιήτρια Αγαθή Δημητρούκα -, τα ματομπούκαλα της κριτικής έκλαψαν για την αδικία να μην πάρει το εν λόγω Νομπέλ ένας Μουρακάμι.
Κι όμως, η Πέμπτη που μας πέρασε, με την απώλεια του Φο και τη βράβευση του Ντίλαν, μας υπενθύμισε απλά τι κάνουν λάθος πολλοί σημερινοί καλλιτέχνες. Υπνωτισμένοι απ' τις σειρήνες του αυτισμού και της κολακείας των μεσαίων στρωμάτων ή των χορηγών τους, ξεχνούν τη βασική δεξαμενή που τους έχει ανάγκη. Ξεχνούν πως η τέχνη είναι πάνω απ' όλα ένα παιχνίδι προφορικότητας, μια παρηγορητική χειρονομία.
- από την εφημερίδα «Τα Νέα» (στήλη "Εναλλακτικά")
Μια απώλεια και μια βράβευση. Η Πέμπτη που μας πέρασε θα μελετάται για καιρό από τον ιστορικό του μέλλοντος για μια βασική αλήθεια: ο Ντάριο Φο που μας αποχαιρέτησε και ο Μπομπ Ντιλαν που ανέβηκε στον θρόνο του Νομπέλ Λογοτεχνίας την ίδια μέρα το πιθανότερο είναι πως δεν είχαν συναντηθεί ποτέ.
Ο ιταλός μπουφόνος δεν νομίζω να είχε τόση έγνοια για τη μουσική του δεύτερου και ο αμερικανός τροβαδούρος πιθανά δεν θα συμφωνούσε με την αφοσίωση του Ντάριο στους κατατρεγμένους και στην ουτοπία. Κι όμως υπάρχει κάτι που συνδέει τα δύο μεγάλα αυτά πρόσωπα. Ο τρόπος που διεμβόλισαν τον κόσμο. Η απεύθυνση, η διαχρονία, η παγκοσμιότητα του έργου τους έχει.. έναν κοινό παρανομαστή. Την ποίηση και τη λαϊκότητα, που στο βάθος της είναι βασικά δημοκρατική.
Νέοι καλλιτέχνες σε όλη την οικουμένη θα ανεβάζουν πάντα τον «Τυχαίο θάνατο ενός αναρχικού» ή το «Μίστερο Μπούφο». Και αντίστοιχα, όσο υπάρχει ανθρωπότητα, πάντα σε ένα γκαράζ πιτσιρικάδες θα τζαμάρουν πάνω στο «Forever Young» ή το «Hurricane».
Κι όμως, την ίδια ώρα που παντελώς άγνωστοι τύποι έχουν κατά καιρούς πάρει το Νομπέλ Λογοτεχνίας, οι δύο παραπάνω νομπελίστες (Ντάριο και Μπομπ) αμφισβητήθηκαν. «Μα καλά, το Νομπέλ σε έναν παλιάτσο» σχολίασαν οι κακεντρεχείς το μακρινό 1997 για τον Ντάριο, ανάμεσά τους ο φασίστας Τζιαφράνκο Φίνι. «Αλλά όλο αυτό με το Νομπέλ είναι μια κάκιστη επιλογή, ένα βραβείο νοσταλγίας βγαλμένο μέσα από τον βρωμερό προστάτη γηραλέων, ξεκούτηδων χίπηδων» είπε ο σκωτσέζος συγγραφέας Ιρβιν Γουέλς (που θα θυμόμαστε μόνο επειδή το μέτριο βιβλιαράκι του έγινε η ωραία ταινία «Trainspotting») για τον Ντίλαν.
Την ίδια ώρα που Ντάριο και Μπομπ έχουν κατακτήσει τον κόσμο, το έργο τους περνάει από την κρησάρα ενός αυτοαναφορικου σιναφιού που μάλλον έχει μπερδέψει τα πράγματα. Την ίδια ώρα που ο λόγος τους άνοιξε νέους δρόμους στη λογοτεχνία - μήπως και τα ομηρικά έπη δεν τραγουδιόνταν; όπως σημείωσε η ποιήτρια Αγαθή Δημητρούκα -, τα ματομπούκαλα της κριτικής έκλαψαν για την αδικία να μην πάρει το εν λόγω Νομπέλ ένας Μουρακάμι.
Κι όμως, η Πέμπτη που μας πέρασε, με την απώλεια του Φο και τη βράβευση του Ντίλαν, μας υπενθύμισε απλά τι κάνουν λάθος πολλοί σημερινοί καλλιτέχνες. Υπνωτισμένοι απ' τις σειρήνες του αυτισμού και της κολακείας των μεσαίων στρωμάτων ή των χορηγών τους, ξεχνούν τη βασική δεξαμενή που τους έχει ανάγκη. Ξεχνούν πως η τέχνη είναι πάνω απ' όλα ένα παιχνίδι προφορικότητας, μια παρηγορητική χειρονομία.
- από την εφημερίδα «Τα Νέα» (στήλη "Εναλλακτικά")