Aνακοίνωση της Ενωσης Τεχνικών Ελληνικής Ραδιοφωνίας (ΕΤΕΡ):
Παρατηρώντας τις εξελίξεις στον κλάδο των ΜΜΕ και με αφορμή την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών αλλά και την επικείμενη των ραδιοφωνικών που, πάνω κάτω, αφορά τα ίδια πρόσωπα υπό διαφορετικό μανδύα, δεν μπορούν να περνούν σιωπηρά κάποια πράγματα.
Αυτονόητο είναι πως πρέπει να γίνει προσπάθεια προς την κατεύθυνση όχι του ελέγχου αλλά της πραγματικής πολυφωνίας στον χώρο των ΜΜΕ.
Δυστυχώς η δημόσια συζήτηση έχει περιοριστεί ή «οδηγηθεί» γύρω από τα πρόσωπα των μνηστήρων των συχνοτήτων – εργοδοτών (νέων και παλαιών) και όχι στην ουσία των πραγμάτων.. Εμείς απλώς αναρωτιόμαστε δυνατά «είναι οι σημερινοί κάτοχοι των αδειών επιχειρηματικά πρότυπα και οι πρακτικές τους οι ενδεδειγμένες ή μήπως πρέπει να αποτελούν παράδειγμα προς αποφυγήν;». Η απάντηση είναι προφανής, χωρίς να είναι άλλοθι για κανέναν… Θα αναφέρουμε χαρακτηριστικά το γεγονός πως με την έναρξη της «κρίσης» και τη μείωση της κρατικής διαφήμισης και του ανεξέλεγκτου τραπεζικού δανεισμού, η μονή πραγματική τους επένδυση προέρχεται από τους ίδιους τους εργαζόμενους με απολύσεις, μειώσεις μισθών και παράλογες καθυστερήσεις μισθοδοσίας. Μοναδικό τους μέλημα είναι να μην υπάρχει καμία απώλεια στα υπερκέρδη τους, με την προσωπική περιουσία τους διασφαλισμένη. Όλα αυτά τα χρόνια χρησιμοποίησαν τα Μέσα, που κατείχαν στην ουσία δωρεάν, για την προώθηση ακραιφνώς των επιχειρηματικών συμφερόντων τους, ενώ ακόμη και τώρα χρησιμοποιούν τους εργαζόμενους σαν μέσο πίεσης προς τους κυβερνώντες έτσι ώστε να κρατηθούν στο παιχνίδι των media με τον οικονομικότερο για αυτούς τρόπο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα για την οικονομική τους επιφάνεια και ευρωστία είναι και το πρόσφατο «τιτίβισμα» γνωστού δημοσιογράφου-στελέχους μεγάλης εφημερίδας για τους μετόχους του MEGA. Αφήνουμε δε ασχολίαστο το γεγονός ότι βουλευτές υπερασπίζονται και την αδειοδότηση συγκεκριμένων σταθμών (τέτοια κάψα!) ενώ στους αγώνες των εργαζομένων της Χώρας ήταν πάντα με την πλευρά της Τρόικας.
Η Ένωσή μας έχει ξεκάθαρη και ολοκληρωμένη θέση που την έχει γνωστοποιήσει στους αρμοδίους, με πολύ θετικές αντιδράσεις, για την αδειοδότηση και για τους κανόνες που πρέπει να διέπουν τις θέσεις και τις σχέσεις εργασίας των εργαζομένων στα ραδιόφωνα. Ας πάψει επιτέλους το φαινόμενο, που ισχύει για όλους τους σημερινούς ιδιοκτήτες ραδιοφώνου, δηλαδή να έχουμε «φτωχές» επιχειρήσεις που ανήκουν σε πλούσιους και πολυσχιδείς επιχειρηματίες οι οποίοι την ίδια στιγμή που «κλαίνε» για τις εταιρείες τους, έχουν δημιουργήσει μια υπερσυγκέντρωση ραδιοσταθμών, εταιρικά και κτιριακά, έτσι ώστε να δώσουν σάρκα και οστά στο σχέδιο τους για τον απόλυτο έλεγχο του Μέσου.
Ας γυρίσουμε πίσω στα βασικά : έχουμε να κάνουμε με δημόσιες συχνότητες οι οποίες «δανείζονται» με αντιστάθμισμα να προάγουν και να παράγουν ποιοτική ψυχαγωγία και ενημέρωση στους πολίτες και για την διασφάλιση αυτού απαιτείται, μεταξύ άλλων, ρυθμισμένο εργασιακό περιβάλλον που εγγυούνται μόνο οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας. Οτιδήποτε άλλο είναι εκ του πονηρού και αποτελεί προσπάθεια καταπάτησης της ελευθερίας του Μέσου και εξυπηρέτησης μόνο των επιχειρηματικών συμφερόντων μιας δράκας ιδιοκτητών σε βάρος του κοινωνικού συνόλου και των εργαζομένων. Αν στην διαδικασία αδειοδότησης τηρηθούν τα παραπάνω σε συνδυασμό με τον συνεχή έλεγχο, από τα αρμόδια όργανα, όπως ισχύει παγκοσμίως, ελάχιστα ενδιαφέρει ποιοι θα είναι οι νέοι ιδιοκτήτες.
Παρατηρώντας τις εξελίξεις στον κλάδο των ΜΜΕ και με αφορμή την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών αλλά και την επικείμενη των ραδιοφωνικών που, πάνω κάτω, αφορά τα ίδια πρόσωπα υπό διαφορετικό μανδύα, δεν μπορούν να περνούν σιωπηρά κάποια πράγματα.
Αυτονόητο είναι πως πρέπει να γίνει προσπάθεια προς την κατεύθυνση όχι του ελέγχου αλλά της πραγματικής πολυφωνίας στον χώρο των ΜΜΕ.
Δυστυχώς η δημόσια συζήτηση έχει περιοριστεί ή «οδηγηθεί» γύρω από τα πρόσωπα των μνηστήρων των συχνοτήτων – εργοδοτών (νέων και παλαιών) και όχι στην ουσία των πραγμάτων.. Εμείς απλώς αναρωτιόμαστε δυνατά «είναι οι σημερινοί κάτοχοι των αδειών επιχειρηματικά πρότυπα και οι πρακτικές τους οι ενδεδειγμένες ή μήπως πρέπει να αποτελούν παράδειγμα προς αποφυγήν;». Η απάντηση είναι προφανής, χωρίς να είναι άλλοθι για κανέναν… Θα αναφέρουμε χαρακτηριστικά το γεγονός πως με την έναρξη της «κρίσης» και τη μείωση της κρατικής διαφήμισης και του ανεξέλεγκτου τραπεζικού δανεισμού, η μονή πραγματική τους επένδυση προέρχεται από τους ίδιους τους εργαζόμενους με απολύσεις, μειώσεις μισθών και παράλογες καθυστερήσεις μισθοδοσίας. Μοναδικό τους μέλημα είναι να μην υπάρχει καμία απώλεια στα υπερκέρδη τους, με την προσωπική περιουσία τους διασφαλισμένη. Όλα αυτά τα χρόνια χρησιμοποίησαν τα Μέσα, που κατείχαν στην ουσία δωρεάν, για την προώθηση ακραιφνώς των επιχειρηματικών συμφερόντων τους, ενώ ακόμη και τώρα χρησιμοποιούν τους εργαζόμενους σαν μέσο πίεσης προς τους κυβερνώντες έτσι ώστε να κρατηθούν στο παιχνίδι των media με τον οικονομικότερο για αυτούς τρόπο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα για την οικονομική τους επιφάνεια και ευρωστία είναι και το πρόσφατο «τιτίβισμα» γνωστού δημοσιογράφου-στελέχους μεγάλης εφημερίδας για τους μετόχους του MEGA. Αφήνουμε δε ασχολίαστο το γεγονός ότι βουλευτές υπερασπίζονται και την αδειοδότηση συγκεκριμένων σταθμών (τέτοια κάψα!) ενώ στους αγώνες των εργαζομένων της Χώρας ήταν πάντα με την πλευρά της Τρόικας.
Η Ένωσή μας έχει ξεκάθαρη και ολοκληρωμένη θέση που την έχει γνωστοποιήσει στους αρμοδίους, με πολύ θετικές αντιδράσεις, για την αδειοδότηση και για τους κανόνες που πρέπει να διέπουν τις θέσεις και τις σχέσεις εργασίας των εργαζομένων στα ραδιόφωνα. Ας πάψει επιτέλους το φαινόμενο, που ισχύει για όλους τους σημερινούς ιδιοκτήτες ραδιοφώνου, δηλαδή να έχουμε «φτωχές» επιχειρήσεις που ανήκουν σε πλούσιους και πολυσχιδείς επιχειρηματίες οι οποίοι την ίδια στιγμή που «κλαίνε» για τις εταιρείες τους, έχουν δημιουργήσει μια υπερσυγκέντρωση ραδιοσταθμών, εταιρικά και κτιριακά, έτσι ώστε να δώσουν σάρκα και οστά στο σχέδιο τους για τον απόλυτο έλεγχο του Μέσου.
Ας γυρίσουμε πίσω στα βασικά : έχουμε να κάνουμε με δημόσιες συχνότητες οι οποίες «δανείζονται» με αντιστάθμισμα να προάγουν και να παράγουν ποιοτική ψυχαγωγία και ενημέρωση στους πολίτες και για την διασφάλιση αυτού απαιτείται, μεταξύ άλλων, ρυθμισμένο εργασιακό περιβάλλον που εγγυούνται μόνο οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας. Οτιδήποτε άλλο είναι εκ του πονηρού και αποτελεί προσπάθεια καταπάτησης της ελευθερίας του Μέσου και εξυπηρέτησης μόνο των επιχειρηματικών συμφερόντων μιας δράκας ιδιοκτητών σε βάρος του κοινωνικού συνόλου και των εργαζομένων. Αν στην διαδικασία αδειοδότησης τηρηθούν τα παραπάνω σε συνδυασμό με τον συνεχή έλεγχο, από τα αρμόδια όργανα, όπως ισχύει παγκοσμίως, ελάχιστα ενδιαφέρει ποιοι θα είναι οι νέοι ιδιοκτήτες.