Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

Η γλώσσα του Ευκλείδη

Γράφει ο Αντρέας Μπελεγρής (Αυγή)

Η ελληνική πολιτική ζωή απεχθάνεται το χιούμορ. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, η πηγαία διάθεση ανατροπής του κλίματος με μια φράση χάνεται στους χώρους της εξουσίας. Εκεί όπου ακόμα και οι τοίχοι αποπνέουν την υγρασία της επιβολής, είναι δύσκολο να διατηρηθεί ένα θερμό ρεύμα χιούμορ.
Εκεί, πολλές φορές η πηγή του δυνατού γέλιου είναι μόνο η ικανοποίηση της ανωτερότητας απέναντι στον αντίπαλο. Η μεγάλη χαρά που προσφέρει η προοπτική της διατήρησης της εξουσίας λόγω της αδυναμίας του αντιπάλου γίνεται συχνά από μόνη της λόγος διατήρησης της εξουσίας αυτής καθαυτής.
Κάπως έτσι θα πρέπει να αισθάνθηκαν την πρώτη φορά οι πολιτικοί αντίπαλοι του.. Ευκλείδη Τσακαλώτου. Όταν άρχισε να βγαίνει μπροστά, ήδη από τα χρόνια της αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, δεν ήταν ένας άνθρωπος που τον ακολουθούσε κάποια αύρα απειλής προς τους απέναντι. Αντίθετα, καθησύχαζε εκείνους που αντιμετωπίζουν την πολιτική ως προέκταση της επικοινωνίας. Φαινόταν πως η “τσεκουράτη” Δεξιά θα είχε να κάνει με έναν εύκολο αντίπαλο.
Στην αρχή, όντως, τα πράγματα θα πρέπει να μην ήταν βατά για τον υπουργό Οικονομικών. Ένας άνθρωπος με προφανή αίσθηση του χιούμορ, που δεν είχε ασχοληθεί πιο πριν με την πολιτική, που είχε μάθει να μιλάει σε κοινό με το προσωπικό του ύφος, που πάταγε στα πόδια του, άρα δεν θα πειθαρχούσε στους παραδοσιακούς τρόπους αντεγκλήσεων στη Βουλή, θα ήταν δύσκολο να σαρκάσει π.χ. τον εαυτό του σε μια γλώσσα στην οποία πιθανότατα δεν έκανε πλάκα ως παιδί. Ο Τσακαλώτος μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα μετέτρεψε σε πλεονέκτημα την αδυναμία του να εκφράζεται αυθόρμητα στα ελληνικά και να εκφέρει με σωστή προφορά τις λέξεις. Στην εναγώνια προσπάθειά του να επικοινωνήσει από το δημόσιο βήμα γινόταν συμπαθής.
Είναι βέβαιο ότι η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης από την Τρίτη το βράδυ θα αλλάξει απέναντί του. Οι αντίπαλοί του μόλις προχθές συνειδητοποίησαν πως δεν έμαθαν τόσο καιρό να τον χειρίζονται. Τους “ξεγέλασε” και θύμωσαν. Ακόμα και την γκάφα του “εξάμηνου πολιτικού κρατούμενου” την υπερασπίστηκαν στη συνέχεια με στόμφο, αντί να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις. Επέμειναν, γιατί η επικοινωνιακή διαχείριση προϋποθέτει την αψεγάδιαστη εικόνα, την προστασία του αγάλματος του αρχηγού, το μη χιούμορ. Δεν υπολόγισαν ότι ένας άνθρωπος με εμφανείς αδυναμίες χρήσης συγκεκριμένων επικοινωνιακών εργαλείων δύσκολα θα μπορέσει να αποφύγει το τρολάρισμα της γκάφας. Δύσκολα δεν θα αυτοσαρκαστεί αποδομώντας τις επιθέσεις που δέχεται. Δύσκολα δεν θα παραδεχτεί το λάθος του κι ας κατηγορηθεί γι' αυτό. Και στο τέλος, ίσως ακόμα πιο δύσκολα δεν θα αναγνωρίσει δημόσια τις κακοτοπιές που επιφύλαξε η κοινή πραγματικότητα για όλους.

-