Όταν τα νέα μέτρα στέλνουν στο χρονοντούλαπο το αγαπητικό κλίμα
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης (newpost)
Και κάπου εδώ τελειώνουν τόσο το τσάι όσο και η συμπάθεια για την Αριστερά. Αυτή την Αριστερά τέλος πάντων την κυβερνητική, που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Θέλετε να την πείτε ροζ, θέλετε να την πείτε σοσιαλδημοκρατική, θέλετε να μιλήσετε για «δεξιά στροφή», θέλετε να καταγράψετε «ρεαλισμό και σύνεση», κανένα πρόβλημα από εμένα. Αλλά για την οικονομία του λόγου, ας μείνουμε στο σκέτο Αριστερά και ας πάμε παρακάτω. Στο πως δηλαδή για πρώτη φορά από την Μεταπολίτευση και δώθε, αυτός ο χώρος ο αριστερός δείχνει να χάνει την αγαπητική διάθεση του ευρέως κοινού.
Πλην ΚΚΕ βεβαίως, διότι το ΚΚΕ ούτε τη ζήτησε ούτε την έλαβε ποτέ τη συμπάθεια. Σεβασμού απολάμβανε για την επιμονή του στις ιδέες του, οι οποίες όμως «είναι ιδέες μιας άλλης εποχής», «είναι απαρχαιωμένες», «δεν ταιριάζουν στο σήμερα» κλπ. κλπ. μπορώ να συνεχίσω μέχρι.. αύριο αν θέλετε. Η ανανεωτική Αριστερά από την άλλη, αυτό το σχετικώς θολό μόρφωμα που ξεκίναγε από τις παρυφές της σοσιαλδημοκρατίας και κατέληγε στις παρυφές των μολότωφ, κατοχύρωνε πάντοτε μια θέση στις καρδιές των ψηφοφόρων. Μπορεί αλλού να τρώγανε και να πίνανε και αλλού να την δίνανε την ψήφο τους, πλην όμως τον καλό λόγο στο στόμα τον είχανε. Γι΄ αυτούς τους δόλιους, τους ταλαίπωρους τους αριστερούς που όλο βλέπανε την πηγή στον ορίζοντα κι όλο στέγνωνε το στόμα τους δίχως νερό.
Το έζησα από κοντά γιατί πέρασα ένα σημαντικό μέρος από τη δεκαετία του ογδόντα στις τάξεις του ΚΚΕ Εσωτερικού. Ήμασταν τότε πολυαγαπημένο κόμμα των κάθε είδους αστών, λόγω της επιμονής μας στην δημοκρατία και στις δημοκρατικές διαδικασίες, λόγω της κόντρας μας με το ΚΚΕ, λόγω του μειλίχιου Λεωνίδα Κύρκου (not my cup of tea…) που μας εκπροσωπούσε προς τα έξω. Τέτοια ήταν η αγκαλίτσα που μας επιφύλασσαν οι εκ δεξιών συμπολίτες μας, που ως και η Ζωή Λάσκαρη έφτασε κάποια εποχή να δηλώσει ότι ψήφιζε το ΚΚΕ Εσωτερικού και με χαρά μάλιστα. Υποθέτω ότι ο Λυκουρέζος δαγκώθηκε, αλλά αυτό ήταν δικό μου πρόβλημα όχι δικό μου…
Να μην τα πολυλογώ, αυτού του είδους τη συμπάθεια την κληρονόμησε σε μεγάλο βαθμό και ο ΣΥΡΙΖΑ. Γλυκούλης ήταν, κακομοιρούλης, τοσοδούλης, για ποιο λόγο δηλαδή να μην ξοδέψουμε και λίγη συμπάθεια για την πάρτη του; Κάπως έτσι πήγε το βιολί επί χρόνια και χρονάκια, ώσπου φτάσαμε στο τελευταίο δεκάμηνο (κάνω αρχή από το δημοψήφισμα του Ιουλίου) και συνειδητοποίησαν διάφοροι και διάφορες ότι το σκυλάκι δεν είναι κανίς, το σκυλάκι είναι ροτβάιλερ. Και σταμάτησαν να το χαϊδεύουν. Και με τα μέτρα του Σαββατοκύριακου, αποφάσισαν να μην το συμπαθούν καν!
Τα έχει αυτά η εξουσία, δεν μπορείς να γλυτώσεις. Θέλεις δεν θέλεις θα τα υποστείς κι εφόσον μπήκες στο χορό θα χορέψεις. Ειδάλλως, ανοιχτή είναι η πόρτα, μπορείς κάλλιστα να επιστρέψεις στην προηγούμενή σου κατάσταση όπου εισέπραττες σαφώς περισσότερα χειροκροτήματα και σαφώς λιγότερες μούντζες. Αλλά δεν κυβερνούσες. Η επιλογή είναι δική σου πάντοτε, δεν είναι του αλλουνού, κι εσύ το διάλεξες το μονοπάτι σου. Όπως είχε πει και ο αείμνηστος Πωλ Τσόνγκας το 1991, όταν ήταν υποψήφιος για το χρίσμα των Δημοκρατικών και μετά από 12 έτη Ρεπουμπλικανών πρόεδρων : «Ας δοκιμάσουμε κι εμείς ρε παιδιά τι πράγμα είναι αυτή η νίκη. Ας δούμε πως είναι να νικάς. Κι άμα δεν μας αρέσει, έχουμε πάντοτε τη δυνατότητα επιστροφής στις παραδόσεις μας...»
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης (newpost)
Και κάπου εδώ τελειώνουν τόσο το τσάι όσο και η συμπάθεια για την Αριστερά. Αυτή την Αριστερά τέλος πάντων την κυβερνητική, που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Θέλετε να την πείτε ροζ, θέλετε να την πείτε σοσιαλδημοκρατική, θέλετε να μιλήσετε για «δεξιά στροφή», θέλετε να καταγράψετε «ρεαλισμό και σύνεση», κανένα πρόβλημα από εμένα. Αλλά για την οικονομία του λόγου, ας μείνουμε στο σκέτο Αριστερά και ας πάμε παρακάτω. Στο πως δηλαδή για πρώτη φορά από την Μεταπολίτευση και δώθε, αυτός ο χώρος ο αριστερός δείχνει να χάνει την αγαπητική διάθεση του ευρέως κοινού.
Πλην ΚΚΕ βεβαίως, διότι το ΚΚΕ ούτε τη ζήτησε ούτε την έλαβε ποτέ τη συμπάθεια. Σεβασμού απολάμβανε για την επιμονή του στις ιδέες του, οι οποίες όμως «είναι ιδέες μιας άλλης εποχής», «είναι απαρχαιωμένες», «δεν ταιριάζουν στο σήμερα» κλπ. κλπ. μπορώ να συνεχίσω μέχρι.. αύριο αν θέλετε. Η ανανεωτική Αριστερά από την άλλη, αυτό το σχετικώς θολό μόρφωμα που ξεκίναγε από τις παρυφές της σοσιαλδημοκρατίας και κατέληγε στις παρυφές των μολότωφ, κατοχύρωνε πάντοτε μια θέση στις καρδιές των ψηφοφόρων. Μπορεί αλλού να τρώγανε και να πίνανε και αλλού να την δίνανε την ψήφο τους, πλην όμως τον καλό λόγο στο στόμα τον είχανε. Γι΄ αυτούς τους δόλιους, τους ταλαίπωρους τους αριστερούς που όλο βλέπανε την πηγή στον ορίζοντα κι όλο στέγνωνε το στόμα τους δίχως νερό.
Το έζησα από κοντά γιατί πέρασα ένα σημαντικό μέρος από τη δεκαετία του ογδόντα στις τάξεις του ΚΚΕ Εσωτερικού. Ήμασταν τότε πολυαγαπημένο κόμμα των κάθε είδους αστών, λόγω της επιμονής μας στην δημοκρατία και στις δημοκρατικές διαδικασίες, λόγω της κόντρας μας με το ΚΚΕ, λόγω του μειλίχιου Λεωνίδα Κύρκου (not my cup of tea…) που μας εκπροσωπούσε προς τα έξω. Τέτοια ήταν η αγκαλίτσα που μας επιφύλασσαν οι εκ δεξιών συμπολίτες μας, που ως και η Ζωή Λάσκαρη έφτασε κάποια εποχή να δηλώσει ότι ψήφιζε το ΚΚΕ Εσωτερικού και με χαρά μάλιστα. Υποθέτω ότι ο Λυκουρέζος δαγκώθηκε, αλλά αυτό ήταν δικό μου πρόβλημα όχι δικό μου…
Να μην τα πολυλογώ, αυτού του είδους τη συμπάθεια την κληρονόμησε σε μεγάλο βαθμό και ο ΣΥΡΙΖΑ. Γλυκούλης ήταν, κακομοιρούλης, τοσοδούλης, για ποιο λόγο δηλαδή να μην ξοδέψουμε και λίγη συμπάθεια για την πάρτη του; Κάπως έτσι πήγε το βιολί επί χρόνια και χρονάκια, ώσπου φτάσαμε στο τελευταίο δεκάμηνο (κάνω αρχή από το δημοψήφισμα του Ιουλίου) και συνειδητοποίησαν διάφοροι και διάφορες ότι το σκυλάκι δεν είναι κανίς, το σκυλάκι είναι ροτβάιλερ. Και σταμάτησαν να το χαϊδεύουν. Και με τα μέτρα του Σαββατοκύριακου, αποφάσισαν να μην το συμπαθούν καν!
Τα έχει αυτά η εξουσία, δεν μπορείς να γλυτώσεις. Θέλεις δεν θέλεις θα τα υποστείς κι εφόσον μπήκες στο χορό θα χορέψεις. Ειδάλλως, ανοιχτή είναι η πόρτα, μπορείς κάλλιστα να επιστρέψεις στην προηγούμενή σου κατάσταση όπου εισέπραττες σαφώς περισσότερα χειροκροτήματα και σαφώς λιγότερες μούντζες. Αλλά δεν κυβερνούσες. Η επιλογή είναι δική σου πάντοτε, δεν είναι του αλλουνού, κι εσύ το διάλεξες το μονοπάτι σου. Όπως είχε πει και ο αείμνηστος Πωλ Τσόνγκας το 1991, όταν ήταν υποψήφιος για το χρίσμα των Δημοκρατικών και μετά από 12 έτη Ρεπουμπλικανών πρόεδρων : «Ας δοκιμάσουμε κι εμείς ρε παιδιά τι πράγμα είναι αυτή η νίκη. Ας δούμε πως είναι να νικάς. Κι άμα δεν μας αρέσει, έχουμε πάντοτε τη δυνατότητα επιστροφής στις παραδόσεις μας...»