Αποχωρεί από την Αυγή η δημοσιογραφική ομάδα των Ενθεμάτων, που αποτελείται από τους Μάνο Αυγερίδη, Μαρία Καλαντζοπούλου, Ιωάννα Μεϊτάνη και τον Στρατή Μπουρνάζο.
Στην προαναγγελία του τελευταίου αφιερώματος η ομάδα των Ενθεμάτων αναφέρει:
«Με το σημερινό φύλλο, η Συντακτική Ομάδα που έβγαζε τα «Ενθέματα» τα τελευταία χρόνια (ο Μάνος Αυγερίδης, η Μαρία Καλαντζοπούλου, η Ιωάννα Μεϊτάνη, και ο επιμελητής Στρατής Μπουρνάζος) σας αποχαιρετάμε. Τα «Ενθέματα» θα συνεχίσουν στην «Αυγή», με άλλον επιμελητή και ομάδα. Ευχόμαστε καλή συνέχεια και κάθε επιτυχία.
ΥΓ. Με πολλές ευχαριστίες σε όλους και όλες που επέτρεψαν να είμαστε αυτό που είμαστε τόσα χρόνια: στην Αυγή βέβαια και τους ανθρώπους της, αλλά και όλους εσάς: όσους γράψατε,..
μεταφράσατε, μας στηρίξατε, μας είπατε καλές και καλές ή αυστηρές κουβέντες, που μας δώσατε κουράγια – γιατί μόνο έτσι μπορέσαμε να υπάρξουμε.»
O Στρατής Μπουρνάζος (τον εγκαλούσε ο Κ. Βαξεβάνης) εξηγεί τους λόγους της αποχώρησής του από τα Ενθέματα και την Αυγή:
Στην προαναγγελία του τελευταίου αφιερώματος η ομάδα των Ενθεμάτων αναφέρει:
«Με το σημερινό φύλλο, η Συντακτική Ομάδα που έβγαζε τα «Ενθέματα» τα τελευταία χρόνια (ο Μάνος Αυγερίδης, η Μαρία Καλαντζοπούλου, η Ιωάννα Μεϊτάνη, και ο επιμελητής Στρατής Μπουρνάζος) σας αποχαιρετάμε. Τα «Ενθέματα» θα συνεχίσουν στην «Αυγή», με άλλον επιμελητή και ομάδα. Ευχόμαστε καλή συνέχεια και κάθε επιτυχία.
ΥΓ. Με πολλές ευχαριστίες σε όλους και όλες που επέτρεψαν να είμαστε αυτό που είμαστε τόσα χρόνια: στην Αυγή βέβαια και τους ανθρώπους της, αλλά και όλους εσάς: όσους γράψατε,..
μεταφράσατε, μας στηρίξατε, μας είπατε καλές και καλές ή αυστηρές κουβέντες, που μας δώσατε κουράγια – γιατί μόνο έτσι μπορέσαμε να υπάρξουμε.»
O Στρατής Μπουρνάζος (τον εγκαλούσε ο Κ. Βαξεβάνης) εξηγεί τους λόγους της αποχώρησής του από τα Ενθέματα και την Αυγή:
«Νιώθω πια πολύ μακριά από τον Σύριζα και την κυβέρνηση, πιστεύω ότι ο κορμός της πολιτικής τους είναι λάθος και –κάτι ακόμα πιο βαρύ– δεν νιώθω πλέον πολιτική εμπιστοσύνη απέναντί τους. Την ίδια στιγμή, ενώ είμαι βέβαιος για το λάθος, δεν ξέρω ποιο είναι το σωστό, τι θα έπρεπε να κάνει η κυβέρνηση. Νιώθω κάθε μέρα να με πνίγουν πολλά […] Κι όμως, στους φίλους μου που έγιναν υπουργοί ή ό,τι άλλο δεν μπορώ να κουνήσω το δάχτυλο, να τους βαράω ή να τους οικτίρω – ακόμα κι όταν τους αξίζει· δεν το έκανα ποτέ αυτό στους φίλους μου. Και αν πάω παραπέρα, το κουβάρι μπλέκεται περισσότερο. Όταν βλέπω συντρόφους με τους οποίους συμπορεύτηκα χρόνια, όχι μόνο να αυτοακυρώνονται πολιτικά μιλώντας για “φασιστερά”, αλλά –κάτι που με τσακίζει– να επιχαίρουν ηδονικά για την κατάντια της κυβέρνησης, ποντάροντας στο μίσος (όπως έκανε κι ο Σύριζα παλιότερα, βέβαια). Αλλά ούτε αυτούς έχω το κουράγιο να τους κοπανάω. Και ξέρω όμως ότι όταν νιώθεις έτσι, όντας σε μια θέση δημόσιας παρέμβασης, δεν κάνεις πια για τούτη τη δουλειά: αν δεν μπορείς να μιλάς για τα «οικεία κακά», ήρθε η ώρα να αποσυρθείς από το πόστο αυτό. […] Τα κείμενα δεν είναι μόνο (άψυχες) λέξεις, σελίδες στο χαρτί και την οθόνη. Είναι οι άνθρωποι που τα γράφουν και τα διαβάζουν· είναι οι σχέσεις, τα συναισθήματα οι ιδέες, οι σκέψεις που τα παράγουν και τις οποία παράγουν, με τη σειρά τους. Δεσμοί, σχέσεις, διαδρομές ανθρώπων. “Πάρε τη λέξη μου, δώσε μου το χέρι σου”. Αυτό είναι, για μένα, το μάθημα των δεκάξι χρόνων»