Η αντιπαράθεση, οι ιδεολογίες και τα επιχειρήματα ήταν άλλοτε. Σήμερα τα κόμματα απλώς τρολάρονται και το κοινό διασκεδάζει ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν ορισμένοι
Του Κώστα Αργυρού
(από την εφημερίδα #είδηση)
Παλιά το μεγάλο σκηνικό, όπου παιζόταν το έργο της πολιτικής αντιπαράθεσης ήταν η επιβλητική αίθουσα της Βουλής. Οι πολιτικοί αρχηγοί ετοιμάζονταν μέρες πριν και οι «απλοί» βουλευτές εκμεταλλεύονταν όποια ευκαιρία τους δινόταν, για να αποδείξουν τη ρητορική τους δεινότητα και θα μπορούσε να φτάσει στην εκλογική τους πελατεία μέσω των εφημερίδων.
Μετά ήρθε η ιδιωτική τηλεόραση και κάποιοι ανακάλυψαν νωρίς την προβολή, που μπορεί να δώσουν τα «παράθυρα» ακόμα και αν οι άλλοι σε φωνάζουν «μαϊντανό». Το φαινόμενο γέννησε, έθρεψε και γιγάντωσε πολιτικές καριέρες. Εφτιαξε σχολή και δεν ήταν καθόλου άσχετο με αυτό, που.. αποκαλούμε «απομυθοποίηση» ή «απαξίωση» της πολιτικής.
Ηταν κάτι που στο εξωτερικό το είχαν διαγνώσει πολύ νωρίτερα. Ο κριτικός Γουόλτερ Μπέντζαμιν σημείωνε από τη δεκαετία του 1930, ότι η κάμερα είχε πάρει την θέση του κοινοβουλίου. Η πολιτική αντιπροσώπευση, από εκείνο το σημείο και μετά θα αναγκαζόταν να υπακούει απόλυτα στην αισθητική των μέσων... Των όποιων μέσων.
Μετά ανακαλύφθηκαν τα social media. Οι πολιτικοί τα αντιμετώπισαν στην αρχή αμήχανα, λίγο καχύποπτα και με λογικές από το παρελθόν. Ανακοινώσεις, δελτία τύπου, κούφιες μεγαλοστομίες. Μέχρι που κάποια στιγμή, κάποιοι από αυτούς αναφώνησαν «καλώς ήλθε το τρολάρισμα».
Υπάρχουν πολλές εκδοχές για το τι ακριβώς σημαίνει τρολάρισμα. Σύμφωνα με την Βικιπαίδεια «η λέξη τρολ (troll) περιγράφει κάποιον χρήστη του Ίντερνετ με πονηρά προκλητικές, σκόπιμα ανόητες ή επιτηδευμένα εκτός θέματος θέσεις και απόψεις σε μία online ανοιχτή κοινότητα, όπως ένα φόρουμ συζήτησης, mailing list, chat room ή μπλογκ, με πρωταρχική πρόθεση να προκαλέσει και να ερεθίσει άλλους χρήστες ή με κάθε τρόπο να επιφέρει διαταραχή σε μια διαδικτυακή συζήτηση για οποιοδήποτε θέμα και να πετύχει μια αλυσίδα αντιδράσεων από άλλους χρήστες.»
- διαβάστε τη συνέχεια στο 28europe
Του Κώστα Αργυρού
(από την εφημερίδα #είδηση)
Παλιά το μεγάλο σκηνικό, όπου παιζόταν το έργο της πολιτικής αντιπαράθεσης ήταν η επιβλητική αίθουσα της Βουλής. Οι πολιτικοί αρχηγοί ετοιμάζονταν μέρες πριν και οι «απλοί» βουλευτές εκμεταλλεύονταν όποια ευκαιρία τους δινόταν, για να αποδείξουν τη ρητορική τους δεινότητα και θα μπορούσε να φτάσει στην εκλογική τους πελατεία μέσω των εφημερίδων.
Μετά ήρθε η ιδιωτική τηλεόραση και κάποιοι ανακάλυψαν νωρίς την προβολή, που μπορεί να δώσουν τα «παράθυρα» ακόμα και αν οι άλλοι σε φωνάζουν «μαϊντανό». Το φαινόμενο γέννησε, έθρεψε και γιγάντωσε πολιτικές καριέρες. Εφτιαξε σχολή και δεν ήταν καθόλου άσχετο με αυτό, που.. αποκαλούμε «απομυθοποίηση» ή «απαξίωση» της πολιτικής.
Ηταν κάτι που στο εξωτερικό το είχαν διαγνώσει πολύ νωρίτερα. Ο κριτικός Γουόλτερ Μπέντζαμιν σημείωνε από τη δεκαετία του 1930, ότι η κάμερα είχε πάρει την θέση του κοινοβουλίου. Η πολιτική αντιπροσώπευση, από εκείνο το σημείο και μετά θα αναγκαζόταν να υπακούει απόλυτα στην αισθητική των μέσων... Των όποιων μέσων.
Μετά ανακαλύφθηκαν τα social media. Οι πολιτικοί τα αντιμετώπισαν στην αρχή αμήχανα, λίγο καχύποπτα και με λογικές από το παρελθόν. Ανακοινώσεις, δελτία τύπου, κούφιες μεγαλοστομίες. Μέχρι που κάποια στιγμή, κάποιοι από αυτούς αναφώνησαν «καλώς ήλθε το τρολάρισμα».
Υπάρχουν πολλές εκδοχές για το τι ακριβώς σημαίνει τρολάρισμα. Σύμφωνα με την Βικιπαίδεια «η λέξη τρολ (troll) περιγράφει κάποιον χρήστη του Ίντερνετ με πονηρά προκλητικές, σκόπιμα ανόητες ή επιτηδευμένα εκτός θέματος θέσεις και απόψεις σε μία online ανοιχτή κοινότητα, όπως ένα φόρουμ συζήτησης, mailing list, chat room ή μπλογκ, με πρωταρχική πρόθεση να προκαλέσει και να ερεθίσει άλλους χρήστες ή με κάθε τρόπο να επιφέρει διαταραχή σε μια διαδικτυακή συζήτηση για οποιοδήποτε θέμα και να πετύχει μια αλυσίδα αντιδράσεων από άλλους χρήστες.»
- διαβάστε τη συνέχεια στο 28europe