Γράφει ο Κώστας Γιαννακίδης (protagon)
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου στη δημοσιογραφία, η κυβέρνηση χαρακτήριζε τον προϋπολογισμό «αναπτυξιακό, που αναδεικνύει τις δυνατότητες της οικονομίας», ενώ η αντιπολίτευση έδειχνε τις περιοριστικές συνέπειες της λιτότητας. Α, ναι. Οι δαπάνες για την παιδεία και την υγεία ήταν πάντα αυξημένες, αλλά ταυτόχρονα λειψές, καχεκτικές. Σημειώστε δε, ότι στην εποχή του σκληρού δικομματισμού, η αξιωματική αντιπολίτευση συνήθιζε να καταψηφίζει τον προϋπολογισμό, με εξαίρεση τις αμυντικές δαπάνες για προφανείς και αφανείς, ευνόητους, λόγους.
Τέλος πάντων, κανένας δεν έλεγε την αλήθεια. Η κυβέρνηση δεν ενίσχυε την ανάπτυξη, αλλά φούσκωνε το κράτος, μεγαλώνοντας την πίτα της εξουσίας. Και η αντιπολίτευση ποτέ δεν.. διαμαρτυρήθηκε για τις ροές προς τον τρύπιο κουβά, απλώς χτυπούσε νευρικά το πόδι τελώντας εν αναμονή. Εδώ που τα λέμε, η συζήτηση για τον προϋπολογισμό δεν είχε και μεγάλη σημασία. Ολοι γνώριζαν ότι η χρονιά θα έκλεινε με υπερβάσεις που θα ξεχείλωναν το πρωτογενές έλλειμμα, θα φόρτωναν το χρέος και θα έσπρωχναν τον λογαριασμό προς τους επόμενους. Εκείνους τους προϋπολογισμούς πληρώνουμε τώρα. Και ευθύνονται, φυσικά, όλοι. Και όσοι κυβέρνησαν και όσοι σιώπησαν ή πλειοδοτούσαν στη δημαγωγία των παροχών.
Στην εποχή των μνημονίων οι προϋπολογισμοί συναντήθηκαν, επιτέλους, με την αλήθεια. Δεν μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Τώρα το χέρι δεν είναι στην τσέπη, αλλά απλωμένο προς τη μεριά των δανειστών. Ομως, τι στην πραγματικότητα περιγράφουν αυτά τα ποτάμια των αριθμών που μεταφέρουν την οικονομική πολιτική των τελευταίων κυβερνήσεων; Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από την προσπάθεια του συστήματος εξουσίας να διατηρήσει ανέπαφο το κράτος και τα κανάλια που διατηρούν πελατειακές σχέσεις και προνομιακές προσβάσεις ισχύος. Κάπως έτσι, ακούσαμε την κυβέρνηση να αναμασά, περίπου, όσα έλεγαν και οι προηγούμενοι, επιδεικνύοντας και κάποιες παροχές που, φυσικά, θα επιστραφούν μέσω της υπερφορολόγησης. Ακούσαμε τα πάντα για να μη μάθουμε τίποτα. Διότι αυτό που λείπει είναι εκείνο που πραγματικά χρειαζόμαστε. Ένα αληθινό σενάριο ανάπτυξης.
Τι, στ' αλήθεια, μπορεί να περιμένει η κυβέρνηση από τον προϋπολογισμό της όταν, την ίδια στιγμή, χιλιάδες επιχειρήσεις εγκαταλείπουν τη χώρα; Το πολύ να σημειωθεί μεγαλύτερη υστέρηση στα έσοδα. Πώς είναι δυνατόν να αναφέρονται οι υπουργοί σε μείωση της ανεργίας όταν, με την πολιτική τους, αποθαρρύνουν την αύξηση της απασχόλησης; Πώς θα απελευθερωθούν αναπτυξιακοί πόροι όταν ο κρατικός γίγαντας περιμένει με το στόμα ανοιχτό;
Ο προϋπολογισμός του 2016 αποτυπώνει τη διάθεση να μην ξεκολλήσουμε από τη λάσπη. Οι παραγωγικές δυνάμεις, αν δεν φύγουν, θα παραμείνουν σε ύπνωση, οι συνεπείς θα φορολογηθούν αγρίως και η χώρα θα σέρνεται, βλέποντας εταίρους και ανταγωνιστές να ανεβάζουν ταχύτητα. Οταν ξεκίνησε η κρίση μάς έλεγαν ότι το 2012 όλα θα έχουν τελειώσει, θα βγαίναμε στις αγορές. Μπαίνουμε στο 2016 και μόλις πριν από λίγους μήνες ξεκαθαρίστηκε ότι θα βάλουμε ευρώ στη βασιλόπιτα. Και το μόνο που έχει να πει η κυβέρνηση είναι ότι οι προηγούμενοι ήταν χειρότεροι. Και δίνει στην επόμενη κυβέρνηση το δικαίωμα να πει ακριβώς τα ίδια.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου στη δημοσιογραφία, η κυβέρνηση χαρακτήριζε τον προϋπολογισμό «αναπτυξιακό, που αναδεικνύει τις δυνατότητες της οικονομίας», ενώ η αντιπολίτευση έδειχνε τις περιοριστικές συνέπειες της λιτότητας. Α, ναι. Οι δαπάνες για την παιδεία και την υγεία ήταν πάντα αυξημένες, αλλά ταυτόχρονα λειψές, καχεκτικές. Σημειώστε δε, ότι στην εποχή του σκληρού δικομματισμού, η αξιωματική αντιπολίτευση συνήθιζε να καταψηφίζει τον προϋπολογισμό, με εξαίρεση τις αμυντικές δαπάνες για προφανείς και αφανείς, ευνόητους, λόγους.
Τέλος πάντων, κανένας δεν έλεγε την αλήθεια. Η κυβέρνηση δεν ενίσχυε την ανάπτυξη, αλλά φούσκωνε το κράτος, μεγαλώνοντας την πίτα της εξουσίας. Και η αντιπολίτευση ποτέ δεν.. διαμαρτυρήθηκε για τις ροές προς τον τρύπιο κουβά, απλώς χτυπούσε νευρικά το πόδι τελώντας εν αναμονή. Εδώ που τα λέμε, η συζήτηση για τον προϋπολογισμό δεν είχε και μεγάλη σημασία. Ολοι γνώριζαν ότι η χρονιά θα έκλεινε με υπερβάσεις που θα ξεχείλωναν το πρωτογενές έλλειμμα, θα φόρτωναν το χρέος και θα έσπρωχναν τον λογαριασμό προς τους επόμενους. Εκείνους τους προϋπολογισμούς πληρώνουμε τώρα. Και ευθύνονται, φυσικά, όλοι. Και όσοι κυβέρνησαν και όσοι σιώπησαν ή πλειοδοτούσαν στη δημαγωγία των παροχών.
Στην εποχή των μνημονίων οι προϋπολογισμοί συναντήθηκαν, επιτέλους, με την αλήθεια. Δεν μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Τώρα το χέρι δεν είναι στην τσέπη, αλλά απλωμένο προς τη μεριά των δανειστών. Ομως, τι στην πραγματικότητα περιγράφουν αυτά τα ποτάμια των αριθμών που μεταφέρουν την οικονομική πολιτική των τελευταίων κυβερνήσεων; Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από την προσπάθεια του συστήματος εξουσίας να διατηρήσει ανέπαφο το κράτος και τα κανάλια που διατηρούν πελατειακές σχέσεις και προνομιακές προσβάσεις ισχύος. Κάπως έτσι, ακούσαμε την κυβέρνηση να αναμασά, περίπου, όσα έλεγαν και οι προηγούμενοι, επιδεικνύοντας και κάποιες παροχές που, φυσικά, θα επιστραφούν μέσω της υπερφορολόγησης. Ακούσαμε τα πάντα για να μη μάθουμε τίποτα. Διότι αυτό που λείπει είναι εκείνο που πραγματικά χρειαζόμαστε. Ένα αληθινό σενάριο ανάπτυξης.
Τι, στ' αλήθεια, μπορεί να περιμένει η κυβέρνηση από τον προϋπολογισμό της όταν, την ίδια στιγμή, χιλιάδες επιχειρήσεις εγκαταλείπουν τη χώρα; Το πολύ να σημειωθεί μεγαλύτερη υστέρηση στα έσοδα. Πώς είναι δυνατόν να αναφέρονται οι υπουργοί σε μείωση της ανεργίας όταν, με την πολιτική τους, αποθαρρύνουν την αύξηση της απασχόλησης; Πώς θα απελευθερωθούν αναπτυξιακοί πόροι όταν ο κρατικός γίγαντας περιμένει με το στόμα ανοιχτό;
Ο προϋπολογισμός του 2016 αποτυπώνει τη διάθεση να μην ξεκολλήσουμε από τη λάσπη. Οι παραγωγικές δυνάμεις, αν δεν φύγουν, θα παραμείνουν σε ύπνωση, οι συνεπείς θα φορολογηθούν αγρίως και η χώρα θα σέρνεται, βλέποντας εταίρους και ανταγωνιστές να ανεβάζουν ταχύτητα. Οταν ξεκίνησε η κρίση μάς έλεγαν ότι το 2012 όλα θα έχουν τελειώσει, θα βγαίναμε στις αγορές. Μπαίνουμε στο 2016 και μόλις πριν από λίγους μήνες ξεκαθαρίστηκε ότι θα βάλουμε ευρώ στη βασιλόπιτα. Και το μόνο που έχει να πει η κυβέρνηση είναι ότι οι προηγούμενοι ήταν χειρότεροι. Και δίνει στην επόμενη κυβέρνηση το δικαίωμα να πει ακριβώς τα ίδια.