Πώς η υστερία έγινε ο κανόνας της ελληνικής επικοινωνίας
Από τον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο (LiFO)
Το βασικότερο στην ελληνική τηλεόραση είναι να γκαρίζεις. Να φωνάζεις και να μιλάς χωρίς να ακούς τι λένε οι άλλοι. Με μάτια γυαλισμένα, διεσταλμένα, φουσκωμένες φλέβες, τρέμουλο κι ενδεχομένως λίγο αφρό να κυλά.
Ένας αέρας υστερίας παίρνει και σηκώνει τους πάντες στο ταβάνι της κραυγής, του κρωγμού, της στριγκλιάς: είναι τόσο το σφίξιμο, που απ’ το θυμό περνάς στη λύπηση όταν τους βλέπεις: «Κοίτα τι κάνουν, να βγάλουν το ψωμί τους!»
Στα σίριαλ, τα πρωινάδικα, ή τα παράθυρα, όλοι σφαδάζουν. Χτυπιούνται, μελανιάζουν, απορίας άξιον πώς δεν έχει μείνει κανείς στον τόπο (μπορεί και να ‘μεινε, και να το κουκούλωσε η παραγωγή). Εκεί που η Βλαχοπούλου φώναζε, αυτοί σκούζουν. Εκεί που φασκέλωνε,.. ..
αυτοί πέφτουν κάτω με σπασμούς. Νομίζουν ότι όσο πιο πολύ ξελαρυγγιάζονται, τόσο πιο κωμικοί είναι.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να τρέχουν.
Εκεί όμως που ο σεληνιασμός κορυφώνεται είναι στα παράθυρα των ειδήσεων. Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να τρέχουν. Πού και πού ο χλιαρός σάλαγος του παρουσιαστή δήθεν προσπαθεί να τους επαναφέρει, σιγά μην επαναφερθούν, το σύστριγκλο ολοένα εκτροχιάζεται μέχρι να σωθεί το λάδι κι οι Βουκεφάλες στουκάρουν στον τοίχο (της λογικής).
Γνωστόν, ότι η υστερία πουλάει στα ρεμπέτικα έθνη, τα κράτη-πανωσήκωμα. Μάλλον τα νοικοκυριά βρίσκουν σε αυτό το στυλ κάτι από τη σκόρπια, πανικόβλητη ζωή τους. Ταυτίζονται με την τύφλωση, την κώφωση, τη διπλωπία, την παράλυση, τους σπασμούς, την απώλεια συνείδησης –όλα τα χαρακτηριστικά που έκαναν την υστερική νεύρωση τόσο γοητευτική στον Φρόιντ. Σηκώνω τα χέρια. Βρίσκω το φαινόμενο καθαρό, αγνό, σκοτάδι. Hardcore Τρίτο Κόσμο.
Η μόνη μου ικανοποίηση είναι να σκέφτομαι πόσο φτηνή είναι η καθημερινή ζωή όσων πλουτίζουν βγάζοντας αφρούς κατ’ επάγγελμα.
Από τον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο (LiFO)
Το βασικότερο στην ελληνική τηλεόραση είναι να γκαρίζεις. Να φωνάζεις και να μιλάς χωρίς να ακούς τι λένε οι άλλοι. Με μάτια γυαλισμένα, διεσταλμένα, φουσκωμένες φλέβες, τρέμουλο κι ενδεχομένως λίγο αφρό να κυλά.
Ένας αέρας υστερίας παίρνει και σηκώνει τους πάντες στο ταβάνι της κραυγής, του κρωγμού, της στριγκλιάς: είναι τόσο το σφίξιμο, που απ’ το θυμό περνάς στη λύπηση όταν τους βλέπεις: «Κοίτα τι κάνουν, να βγάλουν το ψωμί τους!»
Στα σίριαλ, τα πρωινάδικα, ή τα παράθυρα, όλοι σφαδάζουν. Χτυπιούνται, μελανιάζουν, απορίας άξιον πώς δεν έχει μείνει κανείς στον τόπο (μπορεί και να ‘μεινε, και να το κουκούλωσε η παραγωγή). Εκεί που η Βλαχοπούλου φώναζε, αυτοί σκούζουν. Εκεί που φασκέλωνε,.. ..
αυτοί πέφτουν κάτω με σπασμούς. Νομίζουν ότι όσο πιο πολύ ξελαρυγγιάζονται, τόσο πιο κωμικοί είναι.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να τρέχουν.
Εκεί όμως που ο σεληνιασμός κορυφώνεται είναι στα παράθυρα των ειδήσεων. Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να τρέχουν. Πού και πού ο χλιαρός σάλαγος του παρουσιαστή δήθεν προσπαθεί να τους επαναφέρει, σιγά μην επαναφερθούν, το σύστριγκλο ολοένα εκτροχιάζεται μέχρι να σωθεί το λάδι κι οι Βουκεφάλες στουκάρουν στον τοίχο (της λογικής).
Γνωστόν, ότι η υστερία πουλάει στα ρεμπέτικα έθνη, τα κράτη-πανωσήκωμα. Μάλλον τα νοικοκυριά βρίσκουν σε αυτό το στυλ κάτι από τη σκόρπια, πανικόβλητη ζωή τους. Ταυτίζονται με την τύφλωση, την κώφωση, τη διπλωπία, την παράλυση, τους σπασμούς, την απώλεια συνείδησης –όλα τα χαρακτηριστικά που έκαναν την υστερική νεύρωση τόσο γοητευτική στον Φρόιντ. Σηκώνω τα χέρια. Βρίσκω το φαινόμενο καθαρό, αγνό, σκοτάδι. Hardcore Τρίτο Κόσμο.
Η μόνη μου ικανοποίηση είναι να σκέφτομαι πόσο φτηνή είναι η καθημερινή ζωή όσων πλουτίζουν βγάζοντας αφρούς κατ’ επάγγελμα.
ο βασικότερο στην
ελληνική τηλεόραση είναι να γκαρίζεις. Να φωνάζεις και να μιλάς χωρίς να
ακούς τι λένε οι άλλοι. Με μάτια γυαλισμένα, διεσταλμένα, φουσκωμένες
φλέβες, τρέμουλο κι ενδεχομένως λίγο αφρό να κυλά.
Ένας αέρας υστερίας παίρνει και σηκώνει τους πάντες στο ταβάνι της
κραυγής, του κρωγμού, της στριγκλιάς: είναι τόσο το σφίξιμο, που απ’ το
θυμό περνάς στη λύπηση όταν τους βλέπεις: «Κοίτα τι κάνουν, να βγάλουν
το ψωμί τους!»
Στα σίριαλ, τα πρωινάδικα, ή τα παράθυρα, όλοι σφαδάζουν. Χτυπιούνται,
μελανιάζουν, απορίας άξιον πώς δεν έχει μείνει κανείς στον τόπο (μπορεί
και να ‘μεινε, και να το κουκούλωσε η παραγωγή). Εκεί που η Βλαχοπούλου
φώναζε, αυτοί σκούζουν. Εκεί που φασκέλωνε, αυτοί πέφτουν κάτω με
σπασμούς. Νομίζουν ότι όσο πιο πολύ ξελαρυγγιάζονται, τόσο πιο κωμικοί
είναι.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα
την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι
τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια
να τρέχουν.
Εκεί όμως που ο σεληνιασμός κορυφώνεται είναι στα παράθυρα των ειδήσεων.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την
οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους
και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να
τρέχουν. Πού και πού ο χλιαρός σάλαγος του παρουσιαστή δήθεν προσπαθεί
να τους επαναφέρει, σιγά μην επαναφερθούν, το σύστριγκλο ολοένα
εκτροχιάζεται μέχρι να σωθεί το λάδι κι οι Βουκεφάλες στουκάρουν στον
τοίχο (της λογικής).
Γνωστόν, ότι η υστερία πουλάει στα ρεμπέτικα έθνη, τα κράτη-πανωσήκωμα.
Μάλλον τα νοικοκυριά βρίσκουν σε αυτό το στυλ κάτι από τη σκόρπια,
πανικόβλητη ζωή τους. Ταυτίζονται με την τύφλωση, την κώφωση, τη
διπλωπία, την παράλυση, τους σπασμούς, την απώλεια συνείδησης –όλα τα
χαρακτηριστικά που έκαναν την υστερική νεύρωση τόσο γοητευτική στον
Φρόιντ. Σηκώνω τα χέρια. Βρίσκω το φαινόμενο καθαρό, αγνό, σκοτάδι.
Hardcore Τρίτο Κόσμο.
Η μόνη μου ικανοποίηση είναι να σκέφτομαι πόσο φτηνή είναι η καθημερινή
ζωή όσων πλουτίζουν βγάζοντας αφρούς κατ’ επάγγελμα. Πηγή: www.lifo.gr
ο βασικότερο στην
ελληνική τηλεόραση είναι να γκαρίζεις. Να φωνάζεις και να μιλάς χωρίς να
ακούς τι λένε οι άλλοι. Με μάτια γυαλισμένα, διεσταλμένα, φουσκωμένες
φλέβες, τρέμουλο κι ενδεχομένως λίγο αφρό να κυλά.
Ένας αέρας υστερίας παίρνει και σηκώνει τους πάντες στο ταβάνι της
κραυγής, του κρωγμού, της στριγκλιάς: είναι τόσο το σφίξιμο, που απ’ το
θυμό περνάς στη λύπηση όταν τους βλέπεις: «Κοίτα τι κάνουν, να βγάλουν
το ψωμί τους!»
Στα σίριαλ, τα πρωινάδικα, ή τα παράθυρα, όλοι σφαδάζουν. Χτυπιούνται,
μελανιάζουν, απορίας άξιον πώς δεν έχει μείνει κανείς στον τόπο (μπορεί
και να ‘μεινε, και να το κουκούλωσε η παραγωγή). Εκεί που η Βλαχοπούλου
φώναζε, αυτοί σκούζουν. Εκεί που φασκέλωνε, αυτοί πέφτουν κάτω με
σπασμούς. Νομίζουν ότι όσο πιο πολύ ξελαρυγγιάζονται, τόσο πιο κωμικοί
είναι.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα
την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι
τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια
να τρέχουν.
Εκεί όμως που ο σεληνιασμός κορυφώνεται είναι στα παράθυρα των ειδήσεων.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την
οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους
και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να
τρέχουν. Πού και πού ο χλιαρός σάλαγος του παρουσιαστή δήθεν προσπαθεί
να τους επαναφέρει, σιγά μην επαναφερθούν, το σύστριγκλο ολοένα
εκτροχιάζεται μέχρι να σωθεί το λάδι κι οι Βουκεφάλες στουκάρουν στον
τοίχο (της λογικής).
Γνωστόν, ότι η υστερία πουλάει στα ρεμπέτικα έθνη, τα κράτη-πανωσήκωμα.
Μάλλον τα νοικοκυριά βρίσκουν σε αυτό το στυλ κάτι από τη σκόρπια,
πανικόβλητη ζωή τους. Ταυτίζονται με την τύφλωση, την κώφωση, τη
διπλωπία, την παράλυση, τους σπασμούς, την απώλεια συνείδησης –όλα τα
χαρακτηριστικά που έκαναν την υστερική νεύρωση τόσο γοητευτική στον
Φρόιντ. Σηκώνω τα χέρια. Βρίσκω το φαινόμενο καθαρό, αγνό, σκοτάδι.
Hardcore Τρίτο Κόσμο.
Η μόνη μου ικανοποίηση είναι να σκέφτομαι πόσο φτηνή είναι η καθημερινή
ζωή όσων πλουτίζουν βγάζοντας αφρούς κατ’ επάγγελμα. Πηγή: www.lifo.gr
Βγάζοντας αφρούς στην
ελληνική τηλεόραση
Πώς η υστερία έγινε ο κανόνας της ελληνικής επικοινωνίας
ΣΧΟΛΙΑ (9)
Βγάζοντας αφρούς στην ελληνική τηλεόραση
151
Από τον
ΣΤΑΘΗ
ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟ
Το βασικότερο στην ελληνική τηλεόραση είναι να γκαρίζεις. Να φωνάζεις
και να μιλάς χωρίς να ακούς τι λένε οι άλλοι. Με μάτια γυαλισμένα,
διεσταλμένα, φουσκωμένες φλέβες, τρέμουλο κι ενδεχομένως λίγο αφρό να
κυλά.
Ένας αέρας υστερίας παίρνει και σηκώνει τους πάντες στο ταβάνι της
κραυγής, του κρωγμού, της στριγκλιάς: είναι τόσο το σφίξιμο, που απ’ το
θυμό περνάς στη λύπηση όταν τους βλέπεις: «Κοίτα τι κάνουν, να βγάλουν
το ψωμί τους!»
Στα σίριαλ, τα πρωινάδικα, ή τα παράθυρα, όλοι σφαδάζουν. Χτυπιούνται,
μελανιάζουν, απορίας άξιον πώς δεν έχει μείνει κανείς στον τόπο (μπορεί
και να ‘μεινε, και να το κουκούλωσε η παραγωγή). Εκεί που η Βλαχοπούλου
φώναζε, αυτοί σκούζουν. Εκεί που φασκέλωνε, αυτοί πέφτουν κάτω με
σπασμούς. Νομίζουν ότι όσο πιο πολύ ξελαρυγγιάζονται, τόσο πιο κωμικοί
είναι.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα
την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι
τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια
να τρέχουν.
Εκεί όμως που ο σεληνιασμός κορυφώνεται είναι στα παράθυρα των ειδήσεων.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την
οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους
και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να
τρέχουν. Πού και πού ο χλιαρός σάλαγος του παρουσιαστή δήθεν προσπαθεί
να τους επαναφέρει, σιγά μην επαναφερθούν, το σύστριγκλο ολοένα
εκτροχιάζεται μέχρι να σωθεί το λάδι κι οι Βουκεφάλες στουκάρουν στον
τοίχο (της λογικής).
Γνωστόν, ότι η υστερία πουλάει στα ρεμπέτικα έθνη, τα κράτη-πανωσήκωμα.
Μάλλον τα νοικοκυριά βρίσκουν σε αυτό το στυλ κάτι από τη σκόρπια,
πανικόβλητη ζωή τους. Ταυτίζονται με την τύφλωση, την κώφωση, τη
διπλωπία, την παράλυση, τους σπασμούς, την απώλεια συνείδησης –όλα τα
χαρακτηριστικά που έκαναν την υστερική νεύρωση τόσο γοητευτική στον
Φρόιντ. Σηκώνω τα χέρια. Βρίσκω το φαινόμενο καθαρό, αγνό, σκοτάδι.
Hardcore Τρίτο Κόσμο.
Η μόνη μου ικανοποίηση είναι να σκέφτομαι πόσο φτηνή είναι η καθημερινή
ζωή όσων πλουτίζουν βγάζοντας αφρούς κατ’ επάγγελμα. Πηγή: www.lifo.gr
Βγάζοντας αφρούς στην
ελληνική τηλεόραση
Πώς η υστερία έγινε ο κανόνας της ελληνικής επικοινωνίας
ΣΧΟΛΙΑ (9)
Βγάζοντας αφρούς στην ελληνική τηλεόραση
151
Από τον
ΣΤΑΘΗ
ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟ
Το βασικότερο στην ελληνική τηλεόραση είναι να γκαρίζεις. Να φωνάζεις
και να μιλάς χωρίς να ακούς τι λένε οι άλλοι. Με μάτια γυαλισμένα,
διεσταλμένα, φουσκωμένες φλέβες, τρέμουλο κι ενδεχομένως λίγο αφρό να
κυλά.
Ένας αέρας υστερίας παίρνει και σηκώνει τους πάντες στο ταβάνι της
κραυγής, του κρωγμού, της στριγκλιάς: είναι τόσο το σφίξιμο, που απ’ το
θυμό περνάς στη λύπηση όταν τους βλέπεις: «Κοίτα τι κάνουν, να βγάλουν
το ψωμί τους!»
Στα σίριαλ, τα πρωινάδικα, ή τα παράθυρα, όλοι σφαδάζουν. Χτυπιούνται,
μελανιάζουν, απορίας άξιον πώς δεν έχει μείνει κανείς στον τόπο (μπορεί
και να ‘μεινε, και να το κουκούλωσε η παραγωγή). Εκεί που η Βλαχοπούλου
φώναζε, αυτοί σκούζουν. Εκεί που φασκέλωνε, αυτοί πέφτουν κάτω με
σπασμούς. Νομίζουν ότι όσο πιο πολύ ξελαρυγγιάζονται, τόσο πιο κωμικοί
είναι.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα
την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι
τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια
να τρέχουν.
Εκεί όμως που ο σεληνιασμός κορυφώνεται είναι στα παράθυρα των ειδήσεων.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την
οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους
και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να
τρέχουν. Πού και πού ο χλιαρός σάλαγος του παρουσιαστή δήθεν προσπαθεί
να τους επαναφέρει, σιγά μην επαναφερθούν, το σύστριγκλο ολοένα
εκτροχιάζεται μέχρι να σωθεί το λάδι κι οι Βουκεφάλες στουκάρουν στον
τοίχο (της λογικής).
Γνωστόν, ότι η υστερία πουλάει στα ρεμπέτικα έθνη, τα κράτη-πανωσήκωμα.
Μάλλον τα νοικοκυριά βρίσκουν σε αυτό το στυλ κάτι από τη σκόρπια,
πανικόβλητη ζωή τους. Ταυτίζονται με την τύφλωση, την κώφωση, τη
διπλωπία, την παράλυση, τους σπασμούς, την απώλεια συνείδησης –όλα τα
χαρακτηριστικά που έκαναν την υστερική νεύρωση τόσο γοητευτική στον
Φρόιντ. Σηκώνω τα χέρια. Βρίσκω το φαινόμενο καθαρό, αγνό, σκοτάδι.
Hardcore Τρίτο Κόσμο.
Η μόνη μου ικανοποίηση είναι να σκέφτομαι πόσο φτηνή είναι η καθημερινή
ζωή όσων πλουτίζουν βγάζοντας αφρούς κατ’ επάγγελμα. Πηγή: www.lifo.gr
Βγάζοντας αφρούς στην
ελληνική τηλεόραση
Πώς η υστερία έγινε ο κανόνας της ελληνικής επικοινωνίας
ΣΧΟΛΙΑ (9)
Βγάζοντας αφρούς στην ελληνική τηλεόραση
151
Από τον
ΣΤΑΘΗ
ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟ
Το βασικότερο στην ελληνική τηλεόραση είναι να γκαρίζεις. Να φωνάζεις
και να μιλάς χωρίς να ακούς τι λένε οι άλλοι. Με μάτια γυαλισμένα,
διεσταλμένα, φουσκωμένες φλέβες, τρέμουλο κι ενδεχομένως λίγο αφρό να
κυλά.
Ένας αέρας υστερίας παίρνει και σηκώνει τους πάντες στο ταβάνι της
κραυγής, του κρωγμού, της στριγκλιάς: είναι τόσο το σφίξιμο, που απ’ το
θυμό περνάς στη λύπηση όταν τους βλέπεις: «Κοίτα τι κάνουν, να βγάλουν
το ψωμί τους!»
Στα σίριαλ, τα πρωινάδικα, ή τα παράθυρα, όλοι σφαδάζουν. Χτυπιούνται,
μελανιάζουν, απορίας άξιον πώς δεν έχει μείνει κανείς στον τόπο (μπορεί
και να ‘μεινε, και να το κουκούλωσε η παραγωγή). Εκεί που η Βλαχοπούλου
φώναζε, αυτοί σκούζουν. Εκεί που φασκέλωνε, αυτοί πέφτουν κάτω με
σπασμούς. Νομίζουν ότι όσο πιο πολύ ξελαρυγγιάζονται, τόσο πιο κωμικοί
είναι.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα
την οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι
τους και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια
να τρέχουν.
Εκεί όμως που ο σεληνιασμός κορυφώνεται είναι στα παράθυρα των ειδήσεων.
Οι «μονομάχοι» ξεκινούν σεμνά, ρουθουνίζοντας, ξύνοντας ανυπόμονα την
οπλή στο χώμα και βαθμηδόν χλιμιντρίζουν, γυρίζει ανάποδα το μάτι τους
και αρχίζουν τον τυφλό καλπασμό. Κατεύθυνση άγνωστη, αρκεί τα σάλια να
τρέχουν. Πού και πού ο χλιαρός σάλαγος του παρουσιαστή δήθεν προσπαθεί
να τους επαναφέρει, σιγά μην επαναφερθούν, το σύστριγκλο ολοένα
εκτροχιάζεται μέχρι να σωθεί το λάδι κι οι Βουκεφάλες στουκάρουν στον
τοίχο (της λογικής).
Γνωστόν, ότι η υστερία πουλάει στα ρεμπέτικα έθνη, τα κράτη-πανωσήκωμα.
Μάλλον τα νοικοκυριά βρίσκουν σε αυτό το στυλ κάτι από τη σκόρπια,
πανικόβλητη ζωή τους. Ταυτίζονται με την τύφλωση, την κώφωση, τη
διπλωπία, την παράλυση, τους σπασμούς, την απώλεια συνείδησης –όλα τα
χαρακτηριστικά που έκαναν την υστερική νεύρωση τόσο γοητευτική στον
Φρόιντ. Σηκώνω τα χέρια. Βρίσκω το φαινόμενο καθαρό, αγνό, σκοτάδι.
Hardcore Τρίτο Κόσμο.
Η μόνη μου ικανοποίηση είναι να σκέφτομαι πόσο φτηνή είναι η καθημερινή
ζωή όσων πλουτίζουν βγάζοντας αφρούς κατ’ επάγγελμα. Πηγή: www.lifo.gr