Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης (newpost)
Στο σπίτι αργήσαμε να πάρουμε τηλεόραση. Δεν υπήρχε φράγκο στο προσφυγικό και οι γονείς μου προτιμούσαν να προσθέτουν δωμάτια αντί για κεραίες. Οπότε πηγαίναμε στους διπλανούς να κλέψουμε καμιά ματιά στο «Ντακτάρι» και στον «Σκιπυ» και στο «Τζίνι και η Τζίνυ», αλλά δεν καθόμασταν πολύ ώρα γιατί οι διπλανοί ήταν φιλαράκια της ασφάλειας και ο μπαμπάς μου ήταν αριστερός και πολλά πολλά δεν επιτρέπονταν. Άσε που στα Τρίκαλα δεν έπιανε ΥΕΝΕΔ για χρόνια και ζαμάνια ή μάλλον έπιανε με χιόνια και άμα είσαι πιτσιρικάς κάτι τέτοια σε κάνουν να βγαίνεις απ’ τα ρούχα σου…
Μεγαλώνοντας μπήκε και στην οικία μας το μαγικό «κουτί». Και βρέθηκα κι εγώ παρκαρισμένος στην τραπεζαρία (αφού είχα τελειώσει τα μαθήματά μου!) να χαζεύω τα φρέσκα και τα παράξενα και τα καινούρια. Όλα τα ‘βλεπα, όλα ανεξαιρέτως, ακόμη και το πολιτικό σχόλιο του Κωστή Μεραναίου, ο Θεός να τον έχει καλά εκεί που βρίσκεται. Μαγεμένος ήμουνα κι εγώ, όπως άπαντες..
και άπασες με το φαινόμενο και δεν ντρέπομαι να το ομολογήσω.
Ύστερα ήρθαν οι εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο, ύστερα ήρθε η σχολή στην Αθήνα, ύστερα ήρθε η αλητεία η φοιτητική, πολλή τηλεόραση δεν θυμάμαι, πάρεξ κάτι «Λαυρεωτικά» που ήταν υποχρεωτικό να τα δεις έτσι και σου περίσσευε ολίγη κοινωνική συνείδηση και δεν ήσουνα ντιπ καταντίπ στόκος. Χαμηλές πτήσεις δηλαδή και ολίγος Μαρούδας και ολίγος Κωστόπουλος (Σωτήρης, όχι Πέτρος) και «Μισό Μισό» με Μιμή και χωριό τελείως η μικρή οθόνη και να μαθαίνουμε για τις δόξες του MTV και να αναρωτιόμαστε πότε θα τις ζήσουμε κι εδώ. Στα μέρη μας…
Ώσπου ήρθε η ιδιωτική τηλεόραση. Η επανάσταση της ιδιωτικής τηλεόρασης, όπως την αποκαλούν μερικοί και μερικές, που αφίχθη στην Ελλάδα όπως όλες οι εντός και εκτός εισαγωγικών επαναστάσεις: Σπρώχνοντας! Σαν τα αυθαίρετα ένα πράγμα, φέρε τη μπουλντόζα νύχτα να ανοίξουμε τα θεμέλια και άλλη μια νύχτα, χωρίς φεγγάρι κατά προτίμηση, ρίξε τα μπετά και να γίνουν όλα ίσιωμα. Να δω μετά ποιος καριόλης θα έρθει να αμφισβητήσει τα κεκτημένα και να με βγάλει εμένα απ’ το τσαρδί μου.
Και κάπως έτσι φτάσαμε στα φετινά εικοσιπεντάχρονα της ιδιωτικής τηλεόρασης και στο νομοσχέδιο το κυβερνητικό για τις άδειες και στα σποτάκια τα τρία που τα βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες και βγαίνουν διάφοροι και διάφορες και λένε τι ήταν αυτό που αποκόμισαν αυτό το τέταρτο του αιώνα. Από τη Ελένη (Μενεγάκη, υποθέτω..) και το «δωρεάν διασκέδαση ρε παιδιά», ως τις «αληθινές μπαλαρίνες» και τη συγχωρεμένη τη Μαλβίνα.
Η Μαλβίνα μάλιστα αναφέρεται δυο φορές. Για να θυμηθούμε ίσως την ηφαιστειώδη προσωπικότητά της και να την διαπλέξουμε (συγγνώμη, διασυνδέσουμε) με την ιδιωτική τηλεόραση και να δέσει το γλυκό. Μόνο που δεν ξεχνάμε όλοι και όλες πως ακριβώς έληξε η πορεία της Κάραλη στην TV και πως είπε αντίο. Όπως δεν λησμονούμε πως μας πνίγανε οι διαφημίσεις στους διαύλους της «δωρεάν διασκέδασης» και βλαστημάγαμε σαν καροτσέρηδες, όπως περνάνε απ’ το μυαλό μας εκείνα τα άφαντα 500 μύρια του Alter (ανακεφαλαιοποίηση κανείς;), όπως σκάνε μύτη στον ορίζοντα κάτι δημοσκοπήσεις πιο μούφα κι από χαρτονόμισμα δίευρου και χαμογελάμε με χαμόγελο πικρό. Ναι, πρόσφερε η ιδιωτική τηλεόραση. Όσα πρόσφερε ωστόσο, άλλα τόσα πήρε πίσω. Με τόκο…