«Πάμε στην Ασφάλεια, για να γράψω ένα εξαιρετικό ρεπορτάζ για την παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα»
του Δημήτρη Τρίμη
Ωρες πριν από την πραγματικά μεγάλη πολιτική συγκέντρωση στο κέντρο της Αθήνας, την επέτειο του «Πολυτεχνείου» φαίνεται ότι… τη γιόρταζαν οι σιδερόφρακτες δυνάμεις του κράτους -πολύ φοβάμαι, όμως, από την πλευρά των τανκς που είχαν εισβάλει από την οδό Πατησίων στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο το ξημέρωμα της 17ης Νοεμβρίου 1973.
Το λέω αυτό, διότι είδα με τα μάτια μου πολλές εκατοντάδες νεαρούς άνδρες και γυναίκες της Ασφάλειας με επιμελημένη περιβολή «φοιτητή-διαδηλωτή» σε ομάδες των 5-10 ατόμων να σταματούν όποιον πολίτη περνούσε από το σταυροδρόμι, όπου εκείνοι είχαν στήσει καρτέρι, και να τον ψάχνουν – αυτόν και την τσάντα ή το σακίδιό του.
Τα μπλόκα αυτά είναι προφανώς παράνομα, διότι, σύμφωνα με τους ισχύοντες -ώς τώρα- νόμους, σε περίπτωση που αστυνομικός επιχειρεί να μας κάνει σωματική έρευνα, οφείλει να μας δείξει την ταυτότητά του, να πει την αιτία, τους ακριβείς λόγους που τον οδηγούν να μας θεωρεί υπόπτους για..
διάπραξη αυτόφωρου κακουργήματος ή πλημμελήματος. Δεν αρκεί, φυσικά, να βρισκόμαστε στον δρόμο λίγες ώρες πριν ξεκινήσει μια διαδήλωση. Αν ο αστυνομικός επιμείνει, πρέπει να απαιτήσουμε να μας δώσει τα στοιχεία του, και του δηλώνουμε ότι σκοπεύουμε να υποβάλουμε μήνυση για δυσφήμηση και έργω εξύβριση, και θα επιδιώξουμε αποζημίωση για την ηθική μας βλάβη.
Αυτά είπα σε νεαρό μουσάτο, ευγενέστατο κατά τ’ άλλα, αστυνομικό με αμφίεση φοιτητή που ήθελε να με ψάξει -έτσι, χωρίς λόγο- στις 12.30 στην οδό Ακαδημίας και, όταν αρνήθηκα, με απείλησε ότι θα με πάει στη ΓΑΔΑ, αλλά δεν το έκανε μόλις το αποδέχτηκα… με ενθουσιασμό και του είπα «πάμε στην Ασφάλεια, για να γράψω ένα εξαιρετικό ρεπορτάζ για την παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα». Καλά δεν έκανα, κύριοι υπουργοί της Προστασίας του Πολίτη και της Δικαιοσύνης;
του Δημήτρη Τρίμη
Ωρες πριν από την πραγματικά μεγάλη πολιτική συγκέντρωση στο κέντρο της Αθήνας, την επέτειο του «Πολυτεχνείου» φαίνεται ότι… τη γιόρταζαν οι σιδερόφρακτες δυνάμεις του κράτους -πολύ φοβάμαι, όμως, από την πλευρά των τανκς που είχαν εισβάλει από την οδό Πατησίων στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο το ξημέρωμα της 17ης Νοεμβρίου 1973.
Το λέω αυτό, διότι είδα με τα μάτια μου πολλές εκατοντάδες νεαρούς άνδρες και γυναίκες της Ασφάλειας με επιμελημένη περιβολή «φοιτητή-διαδηλωτή» σε ομάδες των 5-10 ατόμων να σταματούν όποιον πολίτη περνούσε από το σταυροδρόμι, όπου εκείνοι είχαν στήσει καρτέρι, και να τον ψάχνουν – αυτόν και την τσάντα ή το σακίδιό του.
Τα μπλόκα αυτά είναι προφανώς παράνομα, διότι, σύμφωνα με τους ισχύοντες -ώς τώρα- νόμους, σε περίπτωση που αστυνομικός επιχειρεί να μας κάνει σωματική έρευνα, οφείλει να μας δείξει την ταυτότητά του, να πει την αιτία, τους ακριβείς λόγους που τον οδηγούν να μας θεωρεί υπόπτους για..
διάπραξη αυτόφωρου κακουργήματος ή πλημμελήματος. Δεν αρκεί, φυσικά, να βρισκόμαστε στον δρόμο λίγες ώρες πριν ξεκινήσει μια διαδήλωση. Αν ο αστυνομικός επιμείνει, πρέπει να απαιτήσουμε να μας δώσει τα στοιχεία του, και του δηλώνουμε ότι σκοπεύουμε να υποβάλουμε μήνυση για δυσφήμηση και έργω εξύβριση, και θα επιδιώξουμε αποζημίωση για την ηθική μας βλάβη.
Αυτά είπα σε νεαρό μουσάτο, ευγενέστατο κατά τ’ άλλα, αστυνομικό με αμφίεση φοιτητή που ήθελε να με ψάξει -έτσι, χωρίς λόγο- στις 12.30 στην οδό Ακαδημίας και, όταν αρνήθηκα, με απείλησε ότι θα με πάει στη ΓΑΔΑ, αλλά δεν το έκανε μόλις το αποδέχτηκα… με ενθουσιασμό και του είπα «πάμε στην Ασφάλεια, για να γράψω ένα εξαιρετικό ρεπορτάζ για την παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα». Καλά δεν έκανα, κύριοι υπουργοί της Προστασίας του Πολίτη και της Δικαιοσύνης;