Eνα ιδιότυπο «πλιάτσικο» παρατηρείται το τελευταίο διάστημα στον χώρο του Τύπου, με λάφυρα περιουσιακά στοιχεία και αναγνωστικό κοινό, που αφήνουν πίσω τους επιχειρηματίες των ΜΜΕ και τελικά θύματα τους δεκάδες απλήρωτους και ανέργους εργαζόμενους, με χαρακτηριστική περίπτωση την εφημερίδα «Επενδυτής».
Όπως είναι γνωστό, οι εργαζόμενοι της εφημερίδας «Επενδυτής» έχουν συμπληρώσει πάνω από 14 μήνες απλήρωτοι και διανύουν τον δέκατο μήνα επίσχεσης. Η εταιρεία DBAS των Αλέξη Σκαναβή και Δημήτρη Μπενέκου έχει αναστείλει την έκδοση της εφημερίδας από τον περασμένο Δεκέμβριο και αρνείται να πληρώσει δημοσιογράφους και τεχνικούς που απασχολούσε, παρά τις επανειλημμένες κινήσεις καλής θέλησης από την πλευρά τους.
Μάλιστα, από τον περασμένο Ιούλιο επιχείρησε να τους εμφανίσει ψευδώς ως «οικειοθελώς αποχωρήσαντες». Η άρνηση της εταιρείας να συζητήσει μια αξιοπρεπή για όλους λύση έχει οδηγήσει σε απαξίωση τον τίτλο της εφημερίδας «ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ». Στο πλαίσιο αυτής της απαξίωσης εξελίσσονται τυχοδιωκτικές κινήσεις «κάλυψης του κενού» από άλλους επιχειρηματίες του χώρου... «Συνήθης ύποπτος», ο Μιχάλης Ανδρουλιδάκης, παλαιότερος «εκδότης» του «ΕΠΕΝΔΥΤΗ», υπεύθυνος για τη μακρόχρονη περιπέτεια αυτής και άλλων εφημερίδων και ΜΜΕ (Sportime, Tempo, Εξέδρα των Σπορ κ.λπ), ήδη κυκλοφορεί εβδομαδιαία εφημερίδα με οικονομικό ένθετο υπό τον τίτλο «ο αυθεντικός Επενδυτής», το οποίο και διαφημίζει με εξόφθαλμα παραπλανητικό τρόπο.
Την ίδια στιγμή, ο εκδότης Γιάννης Κουρτάκης ετοιμάζει την έκδοση εβδομαδιαίας πολιτικοοικονομικής εφημερίδας για την οποία, όπως ο ίδιος ενημέρωσε το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ, το οποίο τον κάλεσε για παροχή διευκρινήσεων, έχει κατοχυρώσει ως εναλλακτικούς τους τίτλους «ΕΠΕΝΔΥΣΗ» και «ΝΕΟΣ ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ». Κι αυτό ενώ μέχρι τον περασμένο Απρίλιο διαπραγματευόταν με την ιδιοκτησία της DBASτην ενοικίαση του τίτλου «ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ».
Η ΕΣΗΕΑ σε ανακοίνωσή της αναφέρει ότι στηρίζει κάθε νέα εκδοτική προσπάθεια που προσφέρει θέσεις εργασίας με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, ωστόσο είναι αντίθετη σε επιχειρηματικές επιδιώξεις που θέλουν να επιβάλουν συνθήκες κανιβαλισμού και αθέμιτου ανταγωνισμού στον ήδη βαθιά τραυματισμένο κλάδο, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στους απλήρωτους και ανέργους εργαζόμενους, στα «φεσωμένα» ασφαλιστικά και δημόσια ταμεία, αλλά και στην ίδια την ποιότητα της ενημέρωσης.
Όπως είναι γνωστό, οι εργαζόμενοι της εφημερίδας «Επενδυτής» έχουν συμπληρώσει πάνω από 14 μήνες απλήρωτοι και διανύουν τον δέκατο μήνα επίσχεσης. Η εταιρεία DBAS των Αλέξη Σκαναβή και Δημήτρη Μπενέκου έχει αναστείλει την έκδοση της εφημερίδας από τον περασμένο Δεκέμβριο και αρνείται να πληρώσει δημοσιογράφους και τεχνικούς που απασχολούσε, παρά τις επανειλημμένες κινήσεις καλής θέλησης από την πλευρά τους.
Μάλιστα, από τον περασμένο Ιούλιο επιχείρησε να τους εμφανίσει ψευδώς ως «οικειοθελώς αποχωρήσαντες». Η άρνηση της εταιρείας να συζητήσει μια αξιοπρεπή για όλους λύση έχει οδηγήσει σε απαξίωση τον τίτλο της εφημερίδας «ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ». Στο πλαίσιο αυτής της απαξίωσης εξελίσσονται τυχοδιωκτικές κινήσεις «κάλυψης του κενού» από άλλους επιχειρηματίες του χώρου... «Συνήθης ύποπτος», ο Μιχάλης Ανδρουλιδάκης, παλαιότερος «εκδότης» του «ΕΠΕΝΔΥΤΗ», υπεύθυνος για τη μακρόχρονη περιπέτεια αυτής και άλλων εφημερίδων και ΜΜΕ (Sportime, Tempo, Εξέδρα των Σπορ κ.λπ), ήδη κυκλοφορεί εβδομαδιαία εφημερίδα με οικονομικό ένθετο υπό τον τίτλο «ο αυθεντικός Επενδυτής», το οποίο και διαφημίζει με εξόφθαλμα παραπλανητικό τρόπο.
Την ίδια στιγμή, ο εκδότης Γιάννης Κουρτάκης ετοιμάζει την έκδοση εβδομαδιαίας πολιτικοοικονομικής εφημερίδας για την οποία, όπως ο ίδιος ενημέρωσε το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ, το οποίο τον κάλεσε για παροχή διευκρινήσεων, έχει κατοχυρώσει ως εναλλακτικούς τους τίτλους «ΕΠΕΝΔΥΣΗ» και «ΝΕΟΣ ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ». Κι αυτό ενώ μέχρι τον περασμένο Απρίλιο διαπραγματευόταν με την ιδιοκτησία της DBASτην ενοικίαση του τίτλου «ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ».
Η ΕΣΗΕΑ σε ανακοίνωσή της αναφέρει ότι στηρίζει κάθε νέα εκδοτική προσπάθεια που προσφέρει θέσεις εργασίας με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, ωστόσο είναι αντίθετη σε επιχειρηματικές επιδιώξεις που θέλουν να επιβάλουν συνθήκες κανιβαλισμού και αθέμιτου ανταγωνισμού στον ήδη βαθιά τραυματισμένο κλάδο, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στους απλήρωτους και ανέργους εργαζόμενους, στα «φεσωμένα» ασφαλιστικά και δημόσια ταμεία, αλλά και στην ίδια την ποιότητα της ενημέρωσης.