Μια πολιτική γελοιογραφία μπορεί να είναι γουστόζικη ή κακόγουστη· έξυπνη ή άνευρη, από αυτές που βγαίνουν με το ζόρι, σε μέρα άγονη· καρικατούρα που περιγράφει τα πράγματα δίχως χιούμορ ή διεισδυτική ακτινογράφηση προσώπων και αντιλήψεων· ευθύβολη ή άστοχη· ζουμερή επειδή έχει κριτική οξύτητα ή άνοστη επειδή δεν προέκυψε από έμπνευση αλλά από εργασιακή υποχρέωση ή μηχανιστική συμπόρευση με κάποια «γραμμή». Δεν είναι κάθε μέρα καλός ο τοκετός, όσο κι αν στύβεις το κεφάλι σου. Υπάρχει άλλωστε, όπως παντού, κλιμάκωση ικανότητας: δεν έχουν όλοι οι σκιτσογράφοι την ίδια φαντασία ή παιδεία, την ίδια πολιτική οξυδέρκεια και σχεδιαστική ευχέρεια.
Ενα σκίτσο μπορεί να κριθεί (και να επικριθεί) για όλα αυτά· για τη φόρμα του, τη σχεδιαστική γραμμή, την ευθυβολία, την ευρηματικότητά του. Μαθηματικά του είδους «δεν μου αρέσει..
πολιτικά το τάδε σκίτσο, άρα είναι αισθητικά χείριστο και ιδεολογικά ανερμάτιστο» είναι μαθηματικά της προκατάληψης, της χαμηλής σκέψης, του ανύπαρκτου χιούμορ. Είναι τα μαθηματικά που προσφέρουν αφειδώς (ευτυχώς για μας) ερεθίσματα στους γελοιογράφους μας. Απόρροια αυτών ακριβώς των μαθηματικών υπήρξε η ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού για το σκίτσο του Soloup (Ελληνας είναι, μην τον περάσουμε κι αυτόν για ξένο, όπως θεωρούσαμε πολλοί ξένο τον Αρκά τoν πρώτο καιρό, αιφνιδιασμένοι από την υψηλή ποιότητά του) που κάλυπτε την πρώτη σελίδα του «Ποντικιού» την Πέμπτη, 11 Σεπτεμβρίου.
Η επίσημη κυβερνητική ανακοίνωση σε καιρό που -ευτυχώς- δεν αντιμετωπίζουμε ιδιαίτερα προβλήματα ως χώρα: «Το άθλιο πρωτοσέλιδο στην εφημερίδα "Το Ποντίκι", οι εμπνευστές του και όσοι κρύβονται πίσω από τους εμπνευστές του, να γνωρίζουν ότι αυτή η Κυβέρνηση δεν άγεται, ούτε φέρεται, ούτε κάμπτεται από κανέναν». Μια γελοιογραφία με λέξεις... Φαίνεται ότι εκεί στο Γραφείο Τύπου δεν έχουν ακούσει τίποτα για τη σάτιρα (και δη στον τόπο που γεννήθηκε, όπως καμαρώνουμε). Δεν έχουν ακούσει ότι στα σταθερά συστατικά της είναι και η υπερβολή, το παιχνίδι πάνω στα όρια. Το μόνο που ίσως έχουν ακούσει είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ενοχληθεί από σκίτσο του Δημήτρη Χαντζόπουλου στα «ΝΕΑ» και είχε αντιδράσει εντελώς άστοχα. Είπαν λοιπόν οι της Ν.Δ. να τον αντιγράψουν. Επί τα χείρω.
Φανταστείτε τη σκηνή όπως μόνο σκιτσογράφοι θα την απέδιδαν: Σκυμμένος στο γραφείο του ο γελοιογράφος μας δαγκώνει τα μολύβια του μέχρι να κατεβάσει κάτι καλό η θερμασμένη κούτρα του. Ξάφνου έρχεται πίσω του ένας σατανίσκος και του ψιθυρίζει όρθιος στο αυτί «φτιάξε αυτό! φτιάξε αυτό!». Πίσω από τον όρθιο, άλλος βελζεβούλης ψιθυρίζει στον ψιθυρίζοντα «πες του να φτιάξει αυτό! πες του να φτιάξει αυτό!». Στην επόμενη σκηνή, φτιαγμένος από τη διπλή προσβολή ο σκιτσογράφος μας πετάει τα μολύβια του προς κάθε κατεύθυνση. Μαζί με τα κοπίδια. Τραγουδώντας το δημώδες «Του Σκίτσου η μάνα».
Παντελής Μπουκάλας / Καθημερινή
Ενα σκίτσο μπορεί να κριθεί (και να επικριθεί) για όλα αυτά· για τη φόρμα του, τη σχεδιαστική γραμμή, την ευθυβολία, την ευρηματικότητά του. Μαθηματικά του είδους «δεν μου αρέσει..
πολιτικά το τάδε σκίτσο, άρα είναι αισθητικά χείριστο και ιδεολογικά ανερμάτιστο» είναι μαθηματικά της προκατάληψης, της χαμηλής σκέψης, του ανύπαρκτου χιούμορ. Είναι τα μαθηματικά που προσφέρουν αφειδώς (ευτυχώς για μας) ερεθίσματα στους γελοιογράφους μας. Απόρροια αυτών ακριβώς των μαθηματικών υπήρξε η ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού για το σκίτσο του Soloup (Ελληνας είναι, μην τον περάσουμε κι αυτόν για ξένο, όπως θεωρούσαμε πολλοί ξένο τον Αρκά τoν πρώτο καιρό, αιφνιδιασμένοι από την υψηλή ποιότητά του) που κάλυπτε την πρώτη σελίδα του «Ποντικιού» την Πέμπτη, 11 Σεπτεμβρίου.
Η επίσημη κυβερνητική ανακοίνωση σε καιρό που -ευτυχώς- δεν αντιμετωπίζουμε ιδιαίτερα προβλήματα ως χώρα: «Το άθλιο πρωτοσέλιδο στην εφημερίδα "Το Ποντίκι", οι εμπνευστές του και όσοι κρύβονται πίσω από τους εμπνευστές του, να γνωρίζουν ότι αυτή η Κυβέρνηση δεν άγεται, ούτε φέρεται, ούτε κάμπτεται από κανέναν». Μια γελοιογραφία με λέξεις... Φαίνεται ότι εκεί στο Γραφείο Τύπου δεν έχουν ακούσει τίποτα για τη σάτιρα (και δη στον τόπο που γεννήθηκε, όπως καμαρώνουμε). Δεν έχουν ακούσει ότι στα σταθερά συστατικά της είναι και η υπερβολή, το παιχνίδι πάνω στα όρια. Το μόνο που ίσως έχουν ακούσει είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ενοχληθεί από σκίτσο του Δημήτρη Χαντζόπουλου στα «ΝΕΑ» και είχε αντιδράσει εντελώς άστοχα. Είπαν λοιπόν οι της Ν.Δ. να τον αντιγράψουν. Επί τα χείρω.
Φανταστείτε τη σκηνή όπως μόνο σκιτσογράφοι θα την απέδιδαν: Σκυμμένος στο γραφείο του ο γελοιογράφος μας δαγκώνει τα μολύβια του μέχρι να κατεβάσει κάτι καλό η θερμασμένη κούτρα του. Ξάφνου έρχεται πίσω του ένας σατανίσκος και του ψιθυρίζει όρθιος στο αυτί «φτιάξε αυτό! φτιάξε αυτό!». Πίσω από τον όρθιο, άλλος βελζεβούλης ψιθυρίζει στον ψιθυρίζοντα «πες του να φτιάξει αυτό! πες του να φτιάξει αυτό!». Στην επόμενη σκηνή, φτιαγμένος από τη διπλή προσβολή ο σκιτσογράφος μας πετάει τα μολύβια του προς κάθε κατεύθυνση. Μαζί με τα κοπίδια. Τραγουδώντας το δημώδες «Του Σκίτσου η μάνα».
Παντελής Μπουκάλας / Καθημερινή