Οι ραδιοφωνικές μεταδόσεις που βλέπουμε
Θα έχετε προσέξει ότι όλοι οι Έλληνες (και όχι μόνο) σχολιαστές ποδοσφαιρικών αγώνων, μας λένε το προφανές. «Πέφτει ο παίκτης». «Σφυρίζει ο διαιτητής». « Μακρινή μπαλιά», «Η μπάλα πίσω». Το μεγαλύτερο μέρος της μετάδοσης καλύπτεται με πράγματα που βλέπουμε: «Να και πάλι το γκολ του Σοάρες». Νομίζεις ότι κάνουν μετάδοση για τυφλούς. Όχι. Κάνουν ραδιοφωνική μετάδοση, διότι εκεί βρίσκονται οι καταβολές της αθλητικής περιγραφής.
Οι άνθρωποι που περιγράφουν τώρα, μεγάλωσαν ακούγοντας δημοσιογράφους που έκαναν και ραδιοφωνική μετάδοση. Οι κώδικες έμειναν ίδιοι. Βέβαια όταν κάποιος περιγράφει μόνος του, κάτι πρέπει να λέει για να καλύπτει τα κενά-τα οποία δεν είναι απαραιτήτως άσχημα. Όμως πόσα στατιστικά να αραδιάσεις και πόσες ιστορίες να διηγηθείς; Όταν περιγράφουν δύο, η συζήτηση επιτρέπει τη διαφυγή από το προφανές. Ο δημοσιογράφος..
δεν αναγκάζεται να μας λέει ότι «η μπάλα πάει ψηλά» και ο τηλεθεατής μαθαίνει κάτι παραπάνω, βάζει στη σκέψη του στοιχεία πέρα από τα προφανή.
Ας μην τους αδικούμε. Σε γενικές γραμμές κάνουν καλές περιγραφές. Ακόμα και ορισμένες ατάκες που αποδίδονται σε σχολιαστές, θα πρέπει να αναζητηθούν στη σφαίρα του μύθου. Ο Μανώλης Μαυρομμάτης επιμένει ότι ουδέποτε έχει πει αυτά που του αποδίδονται-ειδικά το «κόρνερ από καλή θέση». Αντιθέτως, επιβεβαιώνει ότι έχει πει το «σουτ-τηλεφώνημα», δηλαδή ο επιθετικός έχει «τηλεφωνήσει» στον τερματοφύλακα, τον έχει προειδοποιήσει. Ας είναι. Όσο και αν δεν το πιστεύετε, ο ελληνικός αθλητικός Τύπος, με όλες τις ακρότητές του, στέκεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Έχουμε πολλούς καλούς αθλητικούς συντάκτες.
Οι περιγραφές του Μουντιάλ δεν αδικούν τα αυτιά μας και τα χρήματα των φορολογουμένων- ειδικά εκείνες που γίνονται από το στούντιο και οι δημοσιογράφοι προσπαθούν να μεταφέρουν ατμόσφαιρα. Στον Σπυρόπουλο, που σε γενικές γραμμές είναι εξαιρετικός, χρεώνεται η χοντράδα για τον «καλύτερο εθνικό ύμνο του κόσμου». Δεν το έλεγε ως δεδομένο. Μάλλον σχολίαζε αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι Έλληνες. Και όταν ξεχωρίζεις, χρωματίζοντας τον λόγο σου, μια φράση θέλεις και τον κάνεις παγόνι. Επίσης συχνά ο Σπυρόπουλος προσπαθεί να προσδώσει ενδιαφέρον σε ένα ανιαρό θέαμα, χρησιμοποιώντας φωνητική ένταση και κορώνες. Δεν σε προσβάλλει. Απλώς σε κάνει να απορείς.
Κώστας Γιαννακίδης / citi-zen
- Διαβάστε κι αυτό: Όταν ο σπορτκάστερ αισθάνεται... άναυδος!
Θα έχετε προσέξει ότι όλοι οι Έλληνες (και όχι μόνο) σχολιαστές ποδοσφαιρικών αγώνων, μας λένε το προφανές. «Πέφτει ο παίκτης». «Σφυρίζει ο διαιτητής». « Μακρινή μπαλιά», «Η μπάλα πίσω». Το μεγαλύτερο μέρος της μετάδοσης καλύπτεται με πράγματα που βλέπουμε: «Να και πάλι το γκολ του Σοάρες». Νομίζεις ότι κάνουν μετάδοση για τυφλούς. Όχι. Κάνουν ραδιοφωνική μετάδοση, διότι εκεί βρίσκονται οι καταβολές της αθλητικής περιγραφής.
Οι άνθρωποι που περιγράφουν τώρα, μεγάλωσαν ακούγοντας δημοσιογράφους που έκαναν και ραδιοφωνική μετάδοση. Οι κώδικες έμειναν ίδιοι. Βέβαια όταν κάποιος περιγράφει μόνος του, κάτι πρέπει να λέει για να καλύπτει τα κενά-τα οποία δεν είναι απαραιτήτως άσχημα. Όμως πόσα στατιστικά να αραδιάσεις και πόσες ιστορίες να διηγηθείς; Όταν περιγράφουν δύο, η συζήτηση επιτρέπει τη διαφυγή από το προφανές. Ο δημοσιογράφος..
δεν αναγκάζεται να μας λέει ότι «η μπάλα πάει ψηλά» και ο τηλεθεατής μαθαίνει κάτι παραπάνω, βάζει στη σκέψη του στοιχεία πέρα από τα προφανή.
Ας μην τους αδικούμε. Σε γενικές γραμμές κάνουν καλές περιγραφές. Ακόμα και ορισμένες ατάκες που αποδίδονται σε σχολιαστές, θα πρέπει να αναζητηθούν στη σφαίρα του μύθου. Ο Μανώλης Μαυρομμάτης επιμένει ότι ουδέποτε έχει πει αυτά που του αποδίδονται-ειδικά το «κόρνερ από καλή θέση». Αντιθέτως, επιβεβαιώνει ότι έχει πει το «σουτ-τηλεφώνημα», δηλαδή ο επιθετικός έχει «τηλεφωνήσει» στον τερματοφύλακα, τον έχει προειδοποιήσει. Ας είναι. Όσο και αν δεν το πιστεύετε, ο ελληνικός αθλητικός Τύπος, με όλες τις ακρότητές του, στέκεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Έχουμε πολλούς καλούς αθλητικούς συντάκτες.
Οι περιγραφές του Μουντιάλ δεν αδικούν τα αυτιά μας και τα χρήματα των φορολογουμένων- ειδικά εκείνες που γίνονται από το στούντιο και οι δημοσιογράφοι προσπαθούν να μεταφέρουν ατμόσφαιρα. Στον Σπυρόπουλο, που σε γενικές γραμμές είναι εξαιρετικός, χρεώνεται η χοντράδα για τον «καλύτερο εθνικό ύμνο του κόσμου». Δεν το έλεγε ως δεδομένο. Μάλλον σχολίαζε αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι Έλληνες. Και όταν ξεχωρίζεις, χρωματίζοντας τον λόγο σου, μια φράση θέλεις και τον κάνεις παγόνι. Επίσης συχνά ο Σπυρόπουλος προσπαθεί να προσδώσει ενδιαφέρον σε ένα ανιαρό θέαμα, χρησιμοποιώντας φωνητική ένταση και κορώνες. Δεν σε προσβάλλει. Απλώς σε κάνει να απορείς.
Κώστας Γιαννακίδης / citi-zen
- Διαβάστε κι αυτό: Όταν ο σπορτκάστερ αισθάνεται... άναυδος!