Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Διαπλεκόμενες «σχέσεις στοργής»


Υπηρέτες πόσων αφεντάδων μπορούν να είναι, οι δημοσιογράφοι που μπήκαν (και όσοι φιλοδοξούν να μπουν) στην πολιτική

Του Πάνου Σώκου
Οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι κατά ένα περίεργο τρόπο εξαρτώνται οι μεν από τους δε, αλλά και μισούν οι μεν τους δε... Ο δημοσιογράφος οφείλει να είναι απέναντι από την εξουσία, να αποκαλύπτει τα σχέδιά της, να την ξεσκεπάζει, να την ελέγχει, προς όφελος της ενημέρωσης της κοινής γνώμης. Αυτό το κάνει η μεγάλη πλειοψηφία των δημοσιογράφων, που δουλεύει σκληρά σε καθημερινή βάση και κάτω από αντίξοες συνθήκες, όσο κι αν η κοινή γνώμη, επηρεασμένη από μια μικρή μειοψηφία, σχηματίζει άλλη εντύπωση.
 Οταν όμως περνάει στην άλλη πλευρά, γίνεται ο ίδιος μέλος του συστήματος που εξουσιάζει τον πολίτη και τότε παύει να είναι δημοσιογράφος. Η διάρρηξη της σχέσης είναι ουσιαστική και οριστική, ανεξαρτήτως αν στην πορεία κάποιοι από αυτούς, που έγιναν πολιτικοί, επιστρέψουν στη.. δημοσιογραφία.
Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό, συμβαίνει παντού και από παλιά. Αξιοποιώντας τις γνώσεις, τις επαφές και τις προσβάσεις που λόγω επαγγέλματος είχαν και έχουν στα κόμματα και καθοδηγούμενοι από εύλογη φιλοδοξία αρκετοί έγιναν υπουργοί, ακόμα περισσότεροι βουλευτές. Δυστυχώς, πολλοί ήταν εκείνοι, που, αφού έκλεισαν τον κύκλο τους στην πολιτική ή απέτυχαν σε αυτή, ξαναγύρισαν στη δημοσιογραφία, στο ρεπορτάζ, στην παρουσίαση τηλεοπτικών εκπομπών, στην αθρογραφία. Και εύλογα αναρωτιέται κανείς: Πόσο αξιόπιστοι, ως δημοσιογράφοι, μπορεί να είναι εκείνοι που έγιναν πολιτικοί, υπηρέτησαν κάποια κόμματα και ξανάγιναν δημοσιογράφοι;

 Τρεις επιλογές
Η καθημερινή επαφή ενός δημοσιογράφου με τους πολιτικούς μπορεί να τον οδηγήσει σε τρεις επιλογές: Ή να υπηρετεί έναντι οποιουδήποτε ανταλλάγματος τα συμφέροντα του κόμματος ή συγκεκριμένων κομματικών στελεχών. Ή να αντιληφθεί το πόσο ανεπαρκείς είναι οι πολιτικοί και να θελήσει να δοκιμαστεί ο ίδιος στην πολιτική γιατί πιστεύει πως θα είναι καλύτερος. Ή να παραμείνει δημοσιογράφος. Το τελευταίο είναι το πιο δύσκολο, αλλά παρά τη δυσκολία το επιλέγουν οι περισσότεροι δημοσιογράφοι.

Η Μαρία Σπυράκη έγινε το δημοσιογραφικό πρόσωπο αυτών των ευρωεκλογών κυρίως γιατί κατεβαίνει υποψήφια με το κόμμα το ρεπορτάζ του οποίου κάλυπτε, οπότε η δημοσιογραφική και πολιτική διαπλοκή στο ίδιο πρόσωπο είναι περισσότερο εμφανής αλλά και γιατί είναι η πιο προβεβλημένη. Ομως όσοι μένουν μόνο σε αυτή την περίπτωση για να επιτεθούν στο φαινόμενο απλώς υποκρίνονται, γιατί υπάρχουν κι άλλοι στην ίδια κατηγορία και με παρόμοια χαρακτηριστικά. Ολα αυτά οδηγούν τους πολίτες (αναγνώστες εφημερίδων, τηλεθεατές ή ακροατές ραδιοφωνικών σταθμών) να αναρωτιούνται αν και μέχρι ποίου σημείου οι δημοσιογράφοι λειτουργούν ως ανεξάρτητοι επαγγελματίες που υπηρετούν την ενημέρωση ή λειτουργούν τελικά ως εκπρόσωποι κομμάτων, της κυβέρνησης και γενικά της εξουσίας και δικαίως όταν βλέπουν αυτόν που τον ενημερώνει για τις εξελίξεις σε ένα κόμμα να γίνεται την άλλη μέρα βουλευτής αυτού ή άλλου κόμματος να μπερδεύεται, να δυσπιστεί, να αμφισβητεί.
Αυτή είναι η μία πλευρά. Ομως υπάρχει και η άλλη άποψη, που λέει ότι κάθε δημοσιογράφος όπως και κάθε άλλος πολίτης της χώρας έχει δικαίωμα να πολιτευθεί και κανείς δεν μπορεί να του το στερήσει. Αν θέλει να είναι υποψήφιος με κάποιο κόμμα μπορεί να το κάνει και επίσης μπορεί να συνεχίσει μετά να ασκεί το επάγγελμά του και να λέει τη γνώμη του. Το ερώτημα, όμως, που ανακύπτει είναι το εξής: Θα λέει τη γνώμη του ως πρώην πολιτικός η πολιτευτής ή ως δημοσιογράφος; Θα μπορεί να είναι αξιόπιστος και ανεξάρτητος; Ομως εδώ έρχεται ο αντίλογος: Και ποιος είναι ανεξάρτητος σήμερα; Η άποψη ενός δημοσιογράφου δεν είναι επηρεασμένη από τα πολιτικά του πιστεύω είτε αυτά τα δημοσιοποιεί είτε τα κρατάει μόνο για τον εαυτό του;
Δεν είναι επηρεασμένη από τα συμφέροντα του εργοδότη του; Εύλογα ερωτήματα, για τα οποία όμως δεν υπάρχει μόνο μία απάντηση. Υπάρχουν και είναι πολλοί οι δημοσιογράφοι που γράφουν αυτά που πιστεύουν, ανεξάρτητα από τα συμφέροντα του εργοδότη τους. Επίσης είναι φυσικό αυτά που γράφουν να επηρεάζονται από τις πεποιθήσεις του.
Το σημαντικότερο όμως είναι να μην αποκρύπτει την άλλη άποψη, να μην μετατρέπει την ενημέρωση του αναγνώστη σε καθοδήγηση και χειραγώγηση του αναγνώστη, να μη βαφτίζει τη γνώμη του είδηση.

Kυριακάτικη Ελευθεροτυπία