Υποτίθεται ότι στα Εξάρχεια ανθίζουν τα μπάχαλα, αλλά στη ΝΕΡΙΤ είναι που έχουν το μεγάλο σουξέ. Σε κορυφαίες θέσεις της λίστας βρέθηκαν κύριοι και κυρίες που διατηρούν πολύ μικρή σχέση με το δημοσιογραφικό επάγγελμα. Πώς έγινε αυτό; Μα με τη μέθοδο της μοριοδότησης, που μπορεί να ήταν νορμάλ για το ευρύτερο Δημόσιο αλλά δεν ελάμβανε υπόψη της τον χαρακτήρα του δημοσιογραφικού επαγγέλματος.
Εξηγούμαι: Με έναν τίτλο σπουδών, ένα μεταπτυχιακό, μια άριστη γνώση ξένης γλώσσας και φουλ κομπιούτερ, έπιανε ο υποψήφιος τις 1.500 μονάδες. Και από εκεί και πέρα του αρκούσε λίγη δημοσιογραφική εμπειρία για να περάσει τις 2.000 μονάδες (μέγιστη βαθμολογία 2.500 μονάδες) και να αφήσει πίσω του δημοσιογράφους με εμπειρία.. δεκαετιών οι οποίοι δεν διέθεταν τα αντίστοιχα «μαθησιακά» προσόντα.
Αυτό ήταν το πρώτο λάθος της ιστορίας. Το δεύτερο ήταν ο ορισμός της «δημοσιογραφικής εμπειρίας». Είναι, απορώ εγώ με το φτωχό μου το μυαλό, ίδιο πράγμα να είσαι «κλείστρα» (αυτή που κλείνει τους καλεσμένους) σε πρωινάδικο με το να κάνεις πολιτικό ρεπορτάζ σε ραδιόφωνο πρώτης γραμμής; Και όμως, μετρήθηκαν με τον ίδιο τρόπο και πήραν τα ίδια μόρια!
Αντίστοιχες ήταν οι περιπτώσεις τύπων με αδιόρατα (ώς αόρατα) μπλογκ, με θέσεις επικοινωνίας σε αδιόρατους (ώς αόρατους) οργανισμούς, ακόμη και με καρέκλες συμβούλων που εφευρέθηκαν ειδικά γι' αυτούς κι αυτές. Θα τους δείτε και θα τις δείτε σε περίοπτες θέσεις της λίστας, σε θέσεις επιτυχόντων.
Φταίει γι' αυτό η ICAP που τα μέτρησε όλα χύμα, αλλά φταίνε και εκείνοι που της δώσανε τις σχετικές οδηγίες. Και αν περιμένουν να σωθούνε οι διευθυντές και αρχισυντάκτες ειδήσεων από τις 26 θέσεις που θα καλυφθούν με «εμπειρικούς» συναδέλφους...
- Χρ. Ξανθάκης / Mέσα και παραμέσα / Κ.Ε