Του Γιάννη Παντελάκη
O Γιάννης Πρετεντέρης έχει ένα πρόβλημα. Δεν το έχει μόνο αυτός είναι η αλήθεια. Συγχέει το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον για ένα γεγονός ή ένα πρόσωπο με σκοπιμότητες. Συνήθως κομματικές ή ιδεολογικές. Ερμηνεύει τα γεγονότα με όρους που θα χρησιμοποιούσε και ένα πολιτικό στέλεχος. Ισως αυτό να αποτελεί και το μεγαλύτερο πρόβλημα της δημοσιογραφίας, ή καλύτερα της αξιοπιστίας της δημοσιογραφίας, η οποία δεν διανύει και την καλύτερη περίοδό της.
Το πρόβλημα με τον συγκεκριμένο αρθρογράφο αναδείχτηκε αρκετά έντονα την περασμένη Δευτέρα, με ένα σημείωμά του στα «Νέα». Εμφανίστηκε βαθύτατα ενοχλημένος επειδή η «Εφημερίδα των Συντακτών» δημοσίευσε συνέντευξη του Δημήτρη Κουφοντίνα. Οχι τυχαία, προχώρησε τη σκέψη του και σε άλλα επίπεδα και σε άλλες διαδρομές. Εμπλεξε στο σημείωμά του την «Αυγή», τον ΣΥΡΙΖΑ, το left.gr, τον Μιχαλολιάκο και τη θεωρία των δύο άκρων. Ασύνδετα πράγματα και..
ανιστόρητα. Ιδιαίτερα όταν παραλληλίζει τη δράση της 17Ν με τη ναζιστική Χρυσή Αυγή. Ωστόσο, αν θέλεις να πετύχεις τον στόχο σου, η θολούρα αποτελεί την καλύτερη συνταγή. Την ιδανική ίσως. Τα βάζεις όλα μέσα, τα ανακατεύεις, και αν είσαι και καλός γραφιάς (που είναι), το αποτέλεσμα μπορεί να είναι και το επιθυμητό για τον συγγραφέα.
Θα ήθελα να μείνω λίγο σ’ αυτή την τελευταία ικανότητα του γνωστού αρθρογράφου και παρουσιαστή – γιατί δεν περιορίζεται μόνο στο γράψιμο. Αλλά και στις τηλεοπτικές του εμφανίσεις. Υπάρχει ένα παράδειγμα, ομολογημένο από τον ίδιο. Το 2010 γνώριζε και ο ίδιος, όπως και οι περισσότεροι από τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, πως το δημόσιο χρέος της χώρας δεν είναι βιώσιμο. Το παραδεχόταν και ο ίδιος ο Πρετεντέρης. «Ολοι ξέραμε από την πρώτη στιγμή ότι δεν είναι βιώσιμο», έλεγε ο ίδιος. Αλλά δεν το έλεγε τότε, το 2010. Τότε, στο κανάλι όπου εμφανίζεται κάθε βράδυ, έλεγε το ακριβώς αντίθετο. Και το έλεγε τόσο πειστικά, ήταν αξιοθαύμαστη η υποκριτική του. Κούναγε τα χέρια με αποφασιστικότητα, έδινε έμφαση στις λέξεις που εκστόμιζε, ήταν επιθετικός σε όποιον είχε αντίθετη άποψη, έμοιαζε να είναι ο γνώστης της απόλυτης αλήθειας. Ομως, την απόλυτη αλήθεια ο αρθρογράφος δεν την έλεγε τότε. Αλλά την είπε στις αρχές αυτής της χρονιάς, το 2013. Τρία ολόκληρα χρόνια μετά. «Μας έλεγαν τότε «μην το πείτε τώρα, δεν είναι σωστό»», είπε, προφανώς σε μια κρίση ειλικρίνειας, τον περασμένο Ιανουάριο. Και φυσικά, αφού «τους το έλεγαν», το έκανε.
Ας περιοριστούμε όμως εδώ με τα… χαρίσματα του Πρετεντέρη. Και ας πάμε στην ουσία. Η περίπτωση του Δ. Κουφοντίνα έχει ενδιαφέρον.
Είναι έγκλειστος με βαριές καταδίκες, ένα μέλος της 17Ν, η δράση της οποίας σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή, και ένας άνθρωπος ο οποίος έχει μιλήσει σπάνια σε μέσα ενημέρωσης. Και μόνο η αναφορά των όρων με τους οποίους ένα στέλεχος της οργάνωσης ερμηνεύει το παρελθόν ή ακόμα και τα γεγονότα της σημερινής εποχής συγκεντρώνει ενδιαφέρον. Και αυτό, ανεξάρτητα αν υιοθετείς, προσεγγίζεις ή απορρίπτεις μετά βδελυγμίας την ερμηνεία αυτή. Φαντάζομαι οι περισσότεροι θα ήθελαν να μάθουν την άποψη ενός ιστορικού μέλους της 17Ν για τους τρόπους δράσης σημερινών οργανώσεων ή οτιδήποτε άλλο. Μέσα στους περισσότερους (ή έστω σε κάποιους) σίγουρα δεν περιλαμβάνεται ο Πρετεντέρης. Σεβαστό. Αυτό σημαίνει όμως πως μια συνέντευξη με τον Δ. Κουφοντίνα δεν πρέπει να δημοσιεύεται; Απλά και μόνο επειδή διαφωνεί μαζί του ο Πρετεντέρης; Αναγκαία συνθήκη είναι αυτό;
Οπως αναφέραμε στην αρχή του σημειώματος, ο Γ. Πρετεντέρης δεν αποτελεί τον μοναδικό δημοσιογράφο της αντίληψης «καλό είναι ό,τι το κόμμα, η ιδεολογία ή η πολιτική σκοπιμότητα επιτάσσουν». Ισως αποτελεί έναν γκλαμουράτο εκπρόσωπο αυτής της αντίληψης, αλλά δεν πρέπει να νιώθει μοναξιά. Υπάρχουν πολλοί ακόμα οι οποίοι λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Η αλήθεια είναι μία: τα γεγονότα τα διαβάζουμε σύμφωνα με τη δική μας αλήθεια και από εκεί και πέρα τα υπόλοιπα δεν έχουμε λόγο να τα παραθέτουμε στην κοινωνία. Η τελευταία θα πρέπει να μάθει μόνο όσα εμείς θέλουμε…
Εφημερίδα των Συντακτών
O Γιάννης Πρετεντέρης έχει ένα πρόβλημα. Δεν το έχει μόνο αυτός είναι η αλήθεια. Συγχέει το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον για ένα γεγονός ή ένα πρόσωπο με σκοπιμότητες. Συνήθως κομματικές ή ιδεολογικές. Ερμηνεύει τα γεγονότα με όρους που θα χρησιμοποιούσε και ένα πολιτικό στέλεχος. Ισως αυτό να αποτελεί και το μεγαλύτερο πρόβλημα της δημοσιογραφίας, ή καλύτερα της αξιοπιστίας της δημοσιογραφίας, η οποία δεν διανύει και την καλύτερη περίοδό της.
Το πρόβλημα με τον συγκεκριμένο αρθρογράφο αναδείχτηκε αρκετά έντονα την περασμένη Δευτέρα, με ένα σημείωμά του στα «Νέα». Εμφανίστηκε βαθύτατα ενοχλημένος επειδή η «Εφημερίδα των Συντακτών» δημοσίευσε συνέντευξη του Δημήτρη Κουφοντίνα. Οχι τυχαία, προχώρησε τη σκέψη του και σε άλλα επίπεδα και σε άλλες διαδρομές. Εμπλεξε στο σημείωμά του την «Αυγή», τον ΣΥΡΙΖΑ, το left.gr, τον Μιχαλολιάκο και τη θεωρία των δύο άκρων. Ασύνδετα πράγματα και..
ανιστόρητα. Ιδιαίτερα όταν παραλληλίζει τη δράση της 17Ν με τη ναζιστική Χρυσή Αυγή. Ωστόσο, αν θέλεις να πετύχεις τον στόχο σου, η θολούρα αποτελεί την καλύτερη συνταγή. Την ιδανική ίσως. Τα βάζεις όλα μέσα, τα ανακατεύεις, και αν είσαι και καλός γραφιάς (που είναι), το αποτέλεσμα μπορεί να είναι και το επιθυμητό για τον συγγραφέα.
Θα ήθελα να μείνω λίγο σ’ αυτή την τελευταία ικανότητα του γνωστού αρθρογράφου και παρουσιαστή – γιατί δεν περιορίζεται μόνο στο γράψιμο. Αλλά και στις τηλεοπτικές του εμφανίσεις. Υπάρχει ένα παράδειγμα, ομολογημένο από τον ίδιο. Το 2010 γνώριζε και ο ίδιος, όπως και οι περισσότεροι από τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, πως το δημόσιο χρέος της χώρας δεν είναι βιώσιμο. Το παραδεχόταν και ο ίδιος ο Πρετεντέρης. «Ολοι ξέραμε από την πρώτη στιγμή ότι δεν είναι βιώσιμο», έλεγε ο ίδιος. Αλλά δεν το έλεγε τότε, το 2010. Τότε, στο κανάλι όπου εμφανίζεται κάθε βράδυ, έλεγε το ακριβώς αντίθετο. Και το έλεγε τόσο πειστικά, ήταν αξιοθαύμαστη η υποκριτική του. Κούναγε τα χέρια με αποφασιστικότητα, έδινε έμφαση στις λέξεις που εκστόμιζε, ήταν επιθετικός σε όποιον είχε αντίθετη άποψη, έμοιαζε να είναι ο γνώστης της απόλυτης αλήθειας. Ομως, την απόλυτη αλήθεια ο αρθρογράφος δεν την έλεγε τότε. Αλλά την είπε στις αρχές αυτής της χρονιάς, το 2013. Τρία ολόκληρα χρόνια μετά. «Μας έλεγαν τότε «μην το πείτε τώρα, δεν είναι σωστό»», είπε, προφανώς σε μια κρίση ειλικρίνειας, τον περασμένο Ιανουάριο. Και φυσικά, αφού «τους το έλεγαν», το έκανε.
Ας περιοριστούμε όμως εδώ με τα… χαρίσματα του Πρετεντέρη. Και ας πάμε στην ουσία. Η περίπτωση του Δ. Κουφοντίνα έχει ενδιαφέρον.
Είναι έγκλειστος με βαριές καταδίκες, ένα μέλος της 17Ν, η δράση της οποίας σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή, και ένας άνθρωπος ο οποίος έχει μιλήσει σπάνια σε μέσα ενημέρωσης. Και μόνο η αναφορά των όρων με τους οποίους ένα στέλεχος της οργάνωσης ερμηνεύει το παρελθόν ή ακόμα και τα γεγονότα της σημερινής εποχής συγκεντρώνει ενδιαφέρον. Και αυτό, ανεξάρτητα αν υιοθετείς, προσεγγίζεις ή απορρίπτεις μετά βδελυγμίας την ερμηνεία αυτή. Φαντάζομαι οι περισσότεροι θα ήθελαν να μάθουν την άποψη ενός ιστορικού μέλους της 17Ν για τους τρόπους δράσης σημερινών οργανώσεων ή οτιδήποτε άλλο. Μέσα στους περισσότερους (ή έστω σε κάποιους) σίγουρα δεν περιλαμβάνεται ο Πρετεντέρης. Σεβαστό. Αυτό σημαίνει όμως πως μια συνέντευξη με τον Δ. Κουφοντίνα δεν πρέπει να δημοσιεύεται; Απλά και μόνο επειδή διαφωνεί μαζί του ο Πρετεντέρης; Αναγκαία συνθήκη είναι αυτό;
Οπως αναφέραμε στην αρχή του σημειώματος, ο Γ. Πρετεντέρης δεν αποτελεί τον μοναδικό δημοσιογράφο της αντίληψης «καλό είναι ό,τι το κόμμα, η ιδεολογία ή η πολιτική σκοπιμότητα επιτάσσουν». Ισως αποτελεί έναν γκλαμουράτο εκπρόσωπο αυτής της αντίληψης, αλλά δεν πρέπει να νιώθει μοναξιά. Υπάρχουν πολλοί ακόμα οι οποίοι λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Η αλήθεια είναι μία: τα γεγονότα τα διαβάζουμε σύμφωνα με τη δική μας αλήθεια και από εκεί και πέρα τα υπόλοιπα δεν έχουμε λόγο να τα παραθέτουμε στην κοινωνία. Η τελευταία θα πρέπει να μάθει μόνο όσα εμείς θέλουμε…
Εφημερίδα των Συντακτών