Μια «διδακτική» ιστορία με πρωταγωνιστή δημοσιογράφο που προσπάθησε να «προειδοποιήσει» πολιτικό παράγοντα και... τελικά δικαιώθηκε
Ολο για εκβιασμούς και εκβιαστές ακούμε τις τελευταίες μέρες. Ο τάδε έκανε αυτό, ο δείνα ζήτησε τόσα, έτσι ο μπλόγκερ, αλλιώς ο μπλόγκερ, λες και δεν ειδικεύεται σε τίποτε άλλο ο δημοσιογραφικός κλάδος, ρε παιδί μου. Εντάξει, υπάρχει κόσμος που το πάει το γράμμα, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι. Αυτή η φιλολογία, πάντως, λογικό είναι να ενεργοποιεί τη μνήμη. Θυμήθηκα κι εγώ λοιπόν μια νόστιμη ιστορία από τα αθώα χρόνια, λίγο μετά τη Μεταπολίτευση.
Κάπου εκεί γύρω στα μέσα της δεκαετίας του '70, ένας πολύ σημαντικός παράγων του πολιτικού σκηνικού (ας τον ονομάσουμε απλώς «παράγοντα» για τη συνέχεια) δέχθηκε τηλεφώνημα από..
γνωστό δημοσιογράφο. Και του είπε ο καλός συνάδελφος: «Λένε για εσάς, κύριε παράγοντά μου, ότι είστε πείξιος, ότι είστε δείξιος, ότι έχετε ξεφτιλιστεί επανειλημμένα, ότι διακρίνεστε για την ακολασία σας...» Ως και ότι ανεκαλύφθη «in a compro-mising position» του είχε πει. Και αιτήθη συναντήσεως διά τα περαιτέρω.
Τι να κάνει κι ο παράγοντας, δεν ήταν πια νερό για πρόσφορο, δεν ήτανε και χαρακτήρας αδαμάντινος, δέχθηκε να τα πούνε. Αλλά σκέφτηκε: «Αυτός έρχεται εδώ να με εκβιάσει, κάπως πρέπει να προστατευτώ». Μια και δυο έσπευσε να συμβουλευτεί τους άνδρες της προσωπικής του ασφάλειας. Τα βάλανε κάτω αυτοί, τα ξαναβάλανε, κατέληξαν. Του είπαν: «Θα στήσουμε μικρόφωνα». Κάμερες, βλέπετε, δεν γινόταν να τοποθετήσουν, ήταν μεγάλες σαν γκαμήλες εκείνη την εποχή. Πώς να την τοποθετήσεις την κάμερα την τηλεοπτική μέσα στο δωμάτιο όπου θα διημείβετο η συνομιλία; Και αόμματος να ήταν ο υποψήφιος εκβιαστής, πάλι θα την έβλεπε.
Το αμίλητο... ποσό
Να μην τα πολυλογώ, έγινε η συνάντηση και ξαναείπε ο δημοσιογράφος το ίδιο παραμύθι, το τσίλικο. Μπλα, μπλα, μπλα ξεφτίλα, μπλα, μπλα, μπλα ακολασία, μπλα, μπλα, μπλα προστυχιά. Κι εκεί που ο παράγων νόμιζε ότι τον είχε για τα καλά στο χέρι, συνέχισε σε τόνο δραματικό ο καλός συνάδελφος: «Αλλά εγώ ξέρω ότι όλα είναι ψέματα, ότι είναι μπούρδες, είναι προστυχιές. Ολα αυτά τα λένε για να σας βλάψουν οι εχθροί σας, που είναι άθλιοι και βρομεροί, κι εγώ σκοπεύω να σας υπερασπιστώ μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματός μου».
Τα άκουσε ο παράγων και τρελάθηκε. «Με δουλεύει;» αναρωτήθηκε, «τι στο διάολο ήρθε να κάνει εδώ; Να πιει καφέ;» Κι εκεί επάνω που αναρωτιόταν σηκώθηκε ο άλλος, του έδωσε το χέρι, το έσφιξε το χέρι κι έκανε να φύγει. Την ώρα, όμως, που πήγαν να γυρίσουν τις πλάτες, άνοιξε ο δημοσιογράφος το χαρτοφύλακα που κράταγε κι έβγαλε από μέσα ένα χαρτόνι. Κι έγραφε το χαρτόνι επάνω: «Θέλω 5 εκατομμύρια»! Τα είχε προβλέψει όλα ο γάτουλας, και τα αντίμετρα και τα μικρόφωνα. Γι' αυτό έκανε μεγάλη καριέρα στο καουμποϊλίκι...
ΥΓ. 1: Δεν ξέρω αν εντέλει τα πήρε τα λεφτά (5 εκατομμύρια δραχμές εκείνη την εποχή ήταν σοβαρό ποσό), αλλά καταγγελία δεν εισέπραξε ο καλός συνάδελφος.
ΥΓ. 2: Κανείς από τους δύο πρωταγωνιστές του στόρι δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή, οπότε μην περιμένετε να την ακούσετε από πρώτο χέρι.
- από τα Μέσα και media του Χρ. Ξανθάκη / Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία
Ολο για εκβιασμούς και εκβιαστές ακούμε τις τελευταίες μέρες. Ο τάδε έκανε αυτό, ο δείνα ζήτησε τόσα, έτσι ο μπλόγκερ, αλλιώς ο μπλόγκερ, λες και δεν ειδικεύεται σε τίποτε άλλο ο δημοσιογραφικός κλάδος, ρε παιδί μου. Εντάξει, υπάρχει κόσμος που το πάει το γράμμα, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι. Αυτή η φιλολογία, πάντως, λογικό είναι να ενεργοποιεί τη μνήμη. Θυμήθηκα κι εγώ λοιπόν μια νόστιμη ιστορία από τα αθώα χρόνια, λίγο μετά τη Μεταπολίτευση.
Κάπου εκεί γύρω στα μέσα της δεκαετίας του '70, ένας πολύ σημαντικός παράγων του πολιτικού σκηνικού (ας τον ονομάσουμε απλώς «παράγοντα» για τη συνέχεια) δέχθηκε τηλεφώνημα από..
γνωστό δημοσιογράφο. Και του είπε ο καλός συνάδελφος: «Λένε για εσάς, κύριε παράγοντά μου, ότι είστε πείξιος, ότι είστε δείξιος, ότι έχετε ξεφτιλιστεί επανειλημμένα, ότι διακρίνεστε για την ακολασία σας...» Ως και ότι ανεκαλύφθη «in a compro-mising position» του είχε πει. Και αιτήθη συναντήσεως διά τα περαιτέρω.
Τι να κάνει κι ο παράγοντας, δεν ήταν πια νερό για πρόσφορο, δεν ήτανε και χαρακτήρας αδαμάντινος, δέχθηκε να τα πούνε. Αλλά σκέφτηκε: «Αυτός έρχεται εδώ να με εκβιάσει, κάπως πρέπει να προστατευτώ». Μια και δυο έσπευσε να συμβουλευτεί τους άνδρες της προσωπικής του ασφάλειας. Τα βάλανε κάτω αυτοί, τα ξαναβάλανε, κατέληξαν. Του είπαν: «Θα στήσουμε μικρόφωνα». Κάμερες, βλέπετε, δεν γινόταν να τοποθετήσουν, ήταν μεγάλες σαν γκαμήλες εκείνη την εποχή. Πώς να την τοποθετήσεις την κάμερα την τηλεοπτική μέσα στο δωμάτιο όπου θα διημείβετο η συνομιλία; Και αόμματος να ήταν ο υποψήφιος εκβιαστής, πάλι θα την έβλεπε.
Το αμίλητο... ποσό
Να μην τα πολυλογώ, έγινε η συνάντηση και ξαναείπε ο δημοσιογράφος το ίδιο παραμύθι, το τσίλικο. Μπλα, μπλα, μπλα ξεφτίλα, μπλα, μπλα, μπλα ακολασία, μπλα, μπλα, μπλα προστυχιά. Κι εκεί που ο παράγων νόμιζε ότι τον είχε για τα καλά στο χέρι, συνέχισε σε τόνο δραματικό ο καλός συνάδελφος: «Αλλά εγώ ξέρω ότι όλα είναι ψέματα, ότι είναι μπούρδες, είναι προστυχιές. Ολα αυτά τα λένε για να σας βλάψουν οι εχθροί σας, που είναι άθλιοι και βρομεροί, κι εγώ σκοπεύω να σας υπερασπιστώ μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματός μου».
Τα άκουσε ο παράγων και τρελάθηκε. «Με δουλεύει;» αναρωτήθηκε, «τι στο διάολο ήρθε να κάνει εδώ; Να πιει καφέ;» Κι εκεί επάνω που αναρωτιόταν σηκώθηκε ο άλλος, του έδωσε το χέρι, το έσφιξε το χέρι κι έκανε να φύγει. Την ώρα, όμως, που πήγαν να γυρίσουν τις πλάτες, άνοιξε ο δημοσιογράφος το χαρτοφύλακα που κράταγε κι έβγαλε από μέσα ένα χαρτόνι. Κι έγραφε το χαρτόνι επάνω: «Θέλω 5 εκατομμύρια»! Τα είχε προβλέψει όλα ο γάτουλας, και τα αντίμετρα και τα μικρόφωνα. Γι' αυτό έκανε μεγάλη καριέρα στο καουμποϊλίκι...
ΥΓ. 1: Δεν ξέρω αν εντέλει τα πήρε τα λεφτά (5 εκατομμύρια δραχμές εκείνη την εποχή ήταν σοβαρό ποσό), αλλά καταγγελία δεν εισέπραξε ο καλός συνάδελφος.
ΥΓ. 2: Κανείς από τους δύο πρωταγωνιστές του στόρι δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή, οπότε μην περιμένετε να την ακούσετε από πρώτο χέρι.
- από τα Μέσα και media του Χρ. Ξανθάκη / Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία