Για χρόνια, μας τα είχαν ζαλίσει με το στυλ. Το δίδασκαν συνέχεια μέσα από τα περιοδικά τους ως ειδήμονες. Εκατοντάδες glossy σελίδες τυπώθηκαν, κανόνες ανδρισμού τέθηκαν και κάθε είδους «βλαχιές» κατακεραυνώθηκαν να λοιδωρήθηκαν.Όμως, οι περίφημοι «αυτοδημιούργητοι» εκδότες, η πρώτη γενιά του νέου πλούτου, μόλις τα πράγματα έσφιξαν, αποδείχθηκε ότι ήταν απλοί τρακαδόροι που θα έκαναν κάθε είδους γυφτιά για να μην πληρώσουν τα μικροχρέη τους, στους ανθρώπους που δούλευαν γι΄αυτούς.
Αυτοί που δίδασκαν class, όχι μόνο δεν μπόρεσαν να επιδείξουν τον στοιχειώδη αυτοέλεγχο – που ως γνωστόν, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του στυλ – αλλά βούτηξαν στα Interni, στα Kiton, στα Frank Muller και στα Cayenne, όπως ακριβώς κάποιος πεινασμένος βλάχος βουτάει στον μπουφέ.
Και τώρα με τα ζόρια της κρίσης που τα προσχήματα έπεσαν, φάνηκε το πραγματικό κύτταρο: Αντί..
για «άρχοντες», όπως πόζαραν, αποδείχθηκαν τζάμπα κουραδόμαγκες της καφετέριας (ή μάλλον του «σουσάδικου»). Γιατί στα δύσκολα ξεχωρίζει ο Ωνάσης από τον «Faux-Νάση» (σ.σ. διαβάζεται «Φωνάσης»).
Όσο όλα πάνε καλά, τα «κιμπαριλίκια» είναι εύκολα. Όμως ο πραγματικά Κύριος, το πρώτο που νοιάζεται, είναι να ξεπληρώσει σαν άντρας τα χρέη του, είδικά απέναντι σε όσους του φέρθηκαν εντάξει. Δεν κρύβεται πίσω από τις «φούστες» των δικηγόρων του, ψάχνοντας νομικά τερτίπια και μεταβιβάσεις τίτλων, για να το αποφύγει. Είναι ζήτημα τιμής.
Όμως αυτοί που υποτίθεται ότι είχαν αποκτήσει με ταχύρυθμα μαθήματα, κοινωνική παιδεία, αποδείχθηκε ότι παραμένουν απλοί τρακαδόροι. Φεσατζήδες, σαν τον Γ. Κουρή που κάποτε σνόμπαραν.
Μπορεί πλέον να ονομάζονται «χρεωκοπημένοι επιχειρηματίες». Μπορεί πλέον να μην τους χτυπάει ο δοσατζής την πόρτα και να μη χρειάζεται να κρύβονται από τον σπιτονοικοκύρη τους όπως θα έκαναν το ’50, πριν δηλαδή η σύγχρονη οικονομία ανακαλύψει τις off shore.
O πραγματικά Κύριος, νοιάζεται να ξεπληρώσει τα χρέη του απέναντι σε όσους του φέρθηκαν εντάξει. Δεν κρύβεται πίσω από τις «φούστες» των δικηγόρων του για να το αποφύγειΑλλά όσο και να νομίζουν ότι ο χαρακτηρισμός «χρεωκοπημένοι», τώρα, τα χρόνια της νέας πραγματικότητας, τους αναβαθμίζει σε κάτι αξιοσέβαστο εντός της διατροφικής αλυσίδας, στην πραγματικότητα δεν διαφέρουν σε τίποτα από τρακαδόρους παλαιάς κοπής.
Διότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη γυφτιά, από το να αφήνεις συνειδητά, ανθρώπους να δουλεύουν στις εταιρίες σου απλήρωτους, ενώ εσύ προετοιμάζεις μέσω ευρηματικών νομικών ελιγμών, την «χειρουργική» πτώχευση. Δεν είναι δηλαδή ότι δεν έχεις. Είναι ότι βρήκες ευκαιρία να αποφύγεις τις υποχρεώσεις σου. Γιατί; Μα διότι τυπικά μπορείς!
Οπότε ας σώζουν με νομικά κολπάκια, τα περιοδικά τους και τους σταθμούς τους. Και ας κλαψουρίζουν όσο θέλουν, παριστάνοντας τον «κακομοίρη-που-τον-τσάκισε-η-κρίση».
Όσο συνεχίζουν απτόητοι τις επιχειρήσεις τους, ενώ χρωστάνε χωρίς να ντρέπονται, σε ανθρώπους που δούλευαν για να πληρώσουν τρέχουσες βιωτικές ανάγκες, είναι απλώς μπαταχτσήδες παλαιάς κοπής. Οι κλασσικοί «γλοιώδεις» λιμοκοντόροι που ζουν με τράκες.
Γι’ αυτό οι αυτοδημιούργητοι πρώην «μέντορες», δεν δικαιούνται πλέον να πουλήσουν στυλ. Όσες «αγιογραφίες» και να τους φτιάξουν οι υπόλοιποι ομοτράπεζοί τους, έχουν οριστικά περάσει στην κατηγορία του γύφτου. Πώς να το κάνουμε; Το μαντηλάκι στην τσέπη του σακακιού, δεν σε κάνει μάγκα. Μάγκα σε κάνει η συμπεριφορά σου. Το μαντηλάκι σκέτο, χωρίς στυλ, σε κάνει απλώς αστείο.
Άλλωστε, μεταξύ ενός επιχειρηματία που παίρνει την ευθύνη της αποτυχίας και ενός κακομοίρη που κλαψουρίζει κρυμμένος στη βίλα του, η απόσταση είναι συνήθως, ένας δικηγόρος, δρόμος.
Νίκος Ζαχαριάδης
Αυτοί που δίδασκαν class, όχι μόνο δεν μπόρεσαν να επιδείξουν τον στοιχειώδη αυτοέλεγχο – που ως γνωστόν, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του στυλ – αλλά βούτηξαν στα Interni, στα Kiton, στα Frank Muller και στα Cayenne, όπως ακριβώς κάποιος πεινασμένος βλάχος βουτάει στον μπουφέ.
Και τώρα με τα ζόρια της κρίσης που τα προσχήματα έπεσαν, φάνηκε το πραγματικό κύτταρο: Αντί..
για «άρχοντες», όπως πόζαραν, αποδείχθηκαν τζάμπα κουραδόμαγκες της καφετέριας (ή μάλλον του «σουσάδικου»). Γιατί στα δύσκολα ξεχωρίζει ο Ωνάσης από τον «Faux-Νάση» (σ.σ. διαβάζεται «Φωνάσης»).
Όσο όλα πάνε καλά, τα «κιμπαριλίκια» είναι εύκολα. Όμως ο πραγματικά Κύριος, το πρώτο που νοιάζεται, είναι να ξεπληρώσει σαν άντρας τα χρέη του, είδικά απέναντι σε όσους του φέρθηκαν εντάξει. Δεν κρύβεται πίσω από τις «φούστες» των δικηγόρων του, ψάχνοντας νομικά τερτίπια και μεταβιβάσεις τίτλων, για να το αποφύγει. Είναι ζήτημα τιμής.
Όμως αυτοί που υποτίθεται ότι είχαν αποκτήσει με ταχύρυθμα μαθήματα, κοινωνική παιδεία, αποδείχθηκε ότι παραμένουν απλοί τρακαδόροι. Φεσατζήδες, σαν τον Γ. Κουρή που κάποτε σνόμπαραν.
Μπορεί πλέον να ονομάζονται «χρεωκοπημένοι επιχειρηματίες». Μπορεί πλέον να μην τους χτυπάει ο δοσατζής την πόρτα και να μη χρειάζεται να κρύβονται από τον σπιτονοικοκύρη τους όπως θα έκαναν το ’50, πριν δηλαδή η σύγχρονη οικονομία ανακαλύψει τις off shore.
O πραγματικά Κύριος, νοιάζεται να ξεπληρώσει τα χρέη του απέναντι σε όσους του φέρθηκαν εντάξει. Δεν κρύβεται πίσω από τις «φούστες» των δικηγόρων του για να το αποφύγειΑλλά όσο και να νομίζουν ότι ο χαρακτηρισμός «χρεωκοπημένοι», τώρα, τα χρόνια της νέας πραγματικότητας, τους αναβαθμίζει σε κάτι αξιοσέβαστο εντός της διατροφικής αλυσίδας, στην πραγματικότητα δεν διαφέρουν σε τίποτα από τρακαδόρους παλαιάς κοπής.
Διότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη γυφτιά, από το να αφήνεις συνειδητά, ανθρώπους να δουλεύουν στις εταιρίες σου απλήρωτους, ενώ εσύ προετοιμάζεις μέσω ευρηματικών νομικών ελιγμών, την «χειρουργική» πτώχευση. Δεν είναι δηλαδή ότι δεν έχεις. Είναι ότι βρήκες ευκαιρία να αποφύγεις τις υποχρεώσεις σου. Γιατί; Μα διότι τυπικά μπορείς!
Οπότε ας σώζουν με νομικά κολπάκια, τα περιοδικά τους και τους σταθμούς τους. Και ας κλαψουρίζουν όσο θέλουν, παριστάνοντας τον «κακομοίρη-που-τον-τσάκισε-η-κρίση».
Όσο συνεχίζουν απτόητοι τις επιχειρήσεις τους, ενώ χρωστάνε χωρίς να ντρέπονται, σε ανθρώπους που δούλευαν για να πληρώσουν τρέχουσες βιωτικές ανάγκες, είναι απλώς μπαταχτσήδες παλαιάς κοπής. Οι κλασσικοί «γλοιώδεις» λιμοκοντόροι που ζουν με τράκες.
Γι’ αυτό οι αυτοδημιούργητοι πρώην «μέντορες», δεν δικαιούνται πλέον να πουλήσουν στυλ. Όσες «αγιογραφίες» και να τους φτιάξουν οι υπόλοιποι ομοτράπεζοί τους, έχουν οριστικά περάσει στην κατηγορία του γύφτου. Πώς να το κάνουμε; Το μαντηλάκι στην τσέπη του σακακιού, δεν σε κάνει μάγκα. Μάγκα σε κάνει η συμπεριφορά σου. Το μαντηλάκι σκέτο, χωρίς στυλ, σε κάνει απλώς αστείο.
Άλλωστε, μεταξύ ενός επιχειρηματία που παίρνει την ευθύνη της αποτυχίας και ενός κακομοίρη που κλαψουρίζει κρυμμένος στη βίλα του, η απόσταση είναι συνήθως, ένας δικηγόρος, δρόμος.
Νίκος Ζαχαριάδης