Του ΝΙΚΟΛΑ ΖΗΡΓΑΝΟΥ
Στις 4 Μαΐου 1979 η Μάργκαρετ Θάτσερ πέρασε το κατώφλι της Ντάουνινγκ Στριτ και έκανε την πρώτη της δήλωση ως πρωθυπουργός, παραφράζοντας την «προσευχή του Αγίου Φραγκίσκου». «Οπου υπάρχει διχόνοια θα φέρουμε την αρμονία. Οπου υπάρχει λάθος θα φέρουμε την αλήθεια. Οπου υπάρχει αμφιβολία θα φέρουμε την πίστη. Κι όπου υπάρχει απελπισία θα φέρουμε την ελπίδα». Δύο χρόνια μετά, θέρισε ό,τι έσπειρε. Αμφιβολία, διχόνοια, λάθος κι απελπισία.
Από τις πρώτες ημέρες διακυβέρνησης Θάτσερ, δόθηκαν σαφείς εντολές στην αστυνομία να εντείνει τα μέτρα αστυνόμευσης και άρχισε να εφαρμόζεται ένα νέο μοντέλο επιθετικής αστυνόμευσης με βάση σωματικούς ελέγχους υπόπτων στον δρόμο, με μόνο κριτήριο το παρουσιαστικό του «ύποπτου». Φυσικά, ύποπτοι ήταν σχεδόν όλοι όσοι δεν έμοιαζαν με τη σχεδόν αποκλειστικά λευκή και συχνά ακροδεξιών φρονημάτων αστυνομική δύναμη της εποχής. Αστυνομικοί περιπολούσαν σε προβληματικές περιοχές και έκαναν εξευτελιστικούς ελέγχους χωρίς αφορμή, που συχνά προκαλούσαν εντάσεις και μικροεπεισόδια. Αυτή η φασίζουσα πρακτική έρευνας περαστικών ενέπνευσε και τον μπασίστα των Clash, Πολ Σίμονον, που είχε γεννηθεί και κατοικούσε στη φτωχογειτονιά του Μπρίξτον, στο υποβαθμισμένο νότιο Λονδίνο, να γράψει το..εμβληματικό τραγούδι «Guns of Brixton». Το τραγούδι, που ήταν στον δίσκο με τίτλο «London calling», είχε έντονη επιρροή από τη μουσική ρέγκε που έπαιζαν οι μετανάστες από την Καραϊβική, οι οποίοι αποτελούσαν και την πλειονότητα των κατοίκων της περιοχής. Εναν χρόνο μετά, οι στίχοι του θα αποδεικνύονταν προφητικοί.
Την άνοιξη του 1981, η αστυνομία αποφάσισε να εντείνει τις επιχειρήσεις «αρετής» και επέλεξε το Μπρίξτον για να κάνει επίδειξη δύναμης. Στις 10 Απριλίου αστυνομικοί σταμάτησαν και έλεγξαν, μέσα σε μία μόνο ημέρα, 943 κατοίκους, συνέλαβαν πάνω από 100 και επέστρεψαν την επομένη, 11η Απριλίου, για να συνεχίσουν το έργο τους. Την ώρα των ελέγχων, πέρασε από μπροστά τους ένας νεαρός μαύρος, ο Μάικλ Μπέιλι, που είχε πέσει θύμα συμμορίας. Ο Μπέιλι ήταν μαχαιρωμένος στην κοιλιά και αιμορραγούσε. Οι αστυνομικοί, αντί να βοηθήσουν το θύμα, άργησαν προκλητικά να φωνάξουν ασθενοφόρο και οι κάτοικοι εξοργίστηκαν. Οι αστυνομικοί κάλεσαν ενισχύσεις καθώς αυξανόταν η ένταση και μετα από πολλή ώρα, ο Μπέιλι μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Ομως, γρήγορα κυκλοφόρησε η φήμη πως πέθανε (κάτι που αργότερα αποδείχθηκε λάθος) και οι κάτοικοι άρχισαν να πετάνε μπουκάλια στους αστυνομικούς. Ξέσπασαν συγκρούσεις στις οποίες πήραν μέρος ενωμένοι οι μαύροι και οι λευκοί άεργοι κάτοικοι του Μπρίξτον, που ζούσαν εδώ και μήνες, αβοήθητοι και περιθωριοποιημένοι, τον εφιάλτη της ύφεσης και την αστυνομική αυθαιρεσία. Μέσα σε λίγη ώρα, το Μπρίξτον μεταβλήθηκε σε ένα τεράστιο πεδίο μάχης, που κράτησε δύο ημέρες. Πέντε χιλιάδες οργισμένοι κάτοικοι ξέσπασαν σαν καταιγίδα. Ο απολογισμός ήταν βαρύς.
Πάνω από 300 τραυματίες, οι 280 αστυνομικοί, πάνω από 50 σπίτια, μαγαζιά και δημόσια κτίρια πυρπολημένα και εκατοντάδες καταστήματα λεηλατημένα. Την επομένη, η Μάργκαρετ Θάτσερ έκανε μια δήλωση που αντέγραψε ο Ντέιβιντ Κάμερον, την Τετάρτη, όταν επέστρεψε από τις διακοπές του για να αντιμετωπίσει τις ταραχές στη Βρετανία. «Τίποτα, τίποτα, δεν δικαιολογεί αυτό που συνέβη. Είναι εγκληματίες».
Στις 11 Απριλίου 2011, ανήμερα την επέτειο των 30 χρόνων από την ιστορική εξέγερση του Μπρίξτον, η εφημερίδα «Γκάρντιαν» δημοσίευσε ένα άρθρο - έρευνα, όπου επεσήμαινε πως ένα νέο Μπρίξτον είναι πολύ πιθανόν να συμβεί σύντομα, καθώς πολλοί παράγοντες που επηρέασαν το ξέσπασμα της εξέγερσης του 1981 είναι ιδιαίτερα ενεργοί και σήμερα. Ο νεοφιλελευθερισμός, η ανεργία, η ύφεση, η περιθωριοποίηση, το μεταναστευτικό, η χαμένη ελπίδα για το αύριο.
Ομως, η πολιτική τάξη που κυβερνάει τη Βρετανία δεν έδειξε να μαθαίνει από την ιστορία. Και αυτό το απέδειξε ο Κάμερον, που ήθελε την περασμένη εβδομάδα να βάλει το τραγούδι των «Clash», «London calling», ως επίσημο τραγούδι της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων, που θα γίνουν το 2012 στο Λονδίνο. Πάλι καλά που δεν πρότεινε το «Δεν θέλουμε θλιμμένους στη γιορτή μας».
-από Κυρ. Ελευθεροτυπία