του Κώστα Γιαννακίδη / protagon.gr
Οταν οι...«άγνωστοι» έσπασαν το Θέατρο Τέχνης, οι σχολιαστές συνόδευσαν τη μομφή τους με μία διευκρίνιση: το «Ταξιδεύοντας με τον ΠΑΟΚ» ουδεμία σχέση έχει με το ποδόσφαιρο και τα οπαδικά του. Εγραφαν χωρίς να έχουν δει την παράσταση. Διότι το έργο είναι τόσο ΠΑΟΚ, όσο και τα Σπορ του Βορρά. Εντάξει, ο ΠΑΟΚτσής θα σας πει ότι κατά τη δημιουργία του κόσμου ο Θεός έβαλε ρεπό την Κυριακή για να βλέπει ΠΑΟΚ. Και εσείς θα πείτε ότι ο οπαδός διακρίνει παντού τη σκιά της ομάδας του. Ομως, πράγματι, το έργο χρησιμοποιεί τον ΠΑΟΚ για να προβάλλει επάνω του μία ιστορία περιθωρίου. Το κείμενο του Τσιώλη αδειάζει στη σκηνή αδικία, καταγγελία, καταπίεση, οργή, αυταπάτες και υποσχέσεις που δεν εκπληρώνονται ποτέ. Πιστέψτε με, όλα αυτά έχουν να κάνουν με τον ΠΑΟΚ. Και πολλές φορές έχουν να κάνουν μόνο.... με τον ΠΑΟΚ.
Οι δύο κοπέλες, λοιπόν, το έσκασαν από τη ψυχιατρική κλινική («Και όταν θα πάω στον τρελογιατρό θα τον τρελάνω και αυτόν», «Λα λα λα δεν είμαστε καλά στα μυαλά μας») και κατέβηκαν με τους οπαδούς του ΠΑΟΚ στην Αθήνα. Δεν τους ακολούθησαν στο γήπεδο, στον αγώνα με τον Ολυμπιακό. Εμειναν στο σταθμό Λαρίσης, περιμένοντας έναν pop star, στον οποίο μία απ' αυτές εξομολογήθηκε τον έρωτα της μέσω επιστολής. Αφελές, έτσι δεν είναι; Ναι, όπως και η προσδοκία των οπαδών του ΠΑΟΚ για το πρωτάθλημα ή για δίκαιη αντιμετώπιση από τη διαιτησία. Γι' αυτό και ο Αργύρης Μπακιρτζής, ως η φωνή της λογικής, έρχεται και προαναγγέλλει το πέναλτι που θα κερδίσει ο Ολυμπιακός. Είναι κάτι σαν τη δύναμη του πεπρωμένου: στη ζωή δεν μπορείς να αποφύγεις το θάνατο και τα πέναλτι υπέρ του Ολυμπιακού. Στο τέλος καταλαβαίνεις ότι η σχέση των κοριτσιών με τον ΠΑΟΚ είναι ισότιμη. Και ο ΠΑΟΚ θα μπορούσε να δανειστεί την ιστορία τους, αλλά και αυτές να ταυτιστούν με την ιστορία του ΠΑΟΚ. Πόνος, αδικία, απανωτές σφαλιάρες και στο τέλος ελπίδα ως μοναδική και αυτονόητη επιλογή. Και όλο αυτό μετατρέπεται σε συναίσθημα, βγαίνει σε ένταση λίγο πριν το τέλος όταν οι οπαδοί του ΠΑΟΚ έρχονται στο σταθμό για το ταξίδι της επιστροφής. «Εχασαν, αλλά κέρδισαν τις ψυχές των Ελλήνων!» Τα κορίτσια σηκώνουν τις ασπρόμαυρες σημαίες, τραγουδούν: «Πέτα περήφανε αετέ κι' άνοιξε τα φτερά σου».
Κοιτάζω γύρω μου στην αίθουσα. Μεταξύ μας, οι περισσότεροι είναι «δικοί μου». Τους βλέπω έτοιμους να πεταχτούν επάνω, σκέφτομαι πως έτσι και ένας αρχίσει το «Ω ΠΑΟΚΑΡΑ έχω τρέλα μες στο μυαλό», το θέατρο θα αρπάξει πάλι φωτιά. Χειροκροτώ δυνατά.
Η Ιωάννα Μπλάτσου μου είπε ότι το κείμενο είχε κάποια προβλήματα. Δεν το πρόσεξα, ίσως επειδή το απαίδευτο και άμουσο μάτι μου εντυπωσιάστηκε από τις ερμηνείες. Η Μυρτώ Αλικάκη είναι σαν να την έκοψες από φωτογραφία της Θύρας 4. Μπορεί το κείμενο να μην αντιστοιχεί στην εικόνα ενός κοριτσιού της κερκίδας, αλλά σε όλα τα υπόλοιπα-από το βάδισμα και το ύφος ως την εκφορά του λόγου-η Αλικάκη άλλαξε δέρμα. Ακόμα και αν δεν είναι ΠΑΟΚ, οφείλει να γίνει-το έχει.
Επίσης με εντυπωσίασε και η Ειρήνη Στρατηγοπούλου. Στην αρχή νόμιζα ότι θα την καταπιεί η σκιά της Αλικάκη, όμως τελικά δεν ισχύει. Μάλιστα υπάρχουν στιγμές που τρέχει από το τραγικό στο χαζοχαρούμενο με κοριτσίστικο τρόπο που σε γοητεύει. Ο Μπακιρτζής είναι...ο Μπακιρτζής, τι άλλο να πει κανείς; Η Λουκία Πιστιόλα παίζει ακραία. Και αυτό το βρήκα ενδιαφέρον, θα έλεγα ότι μου άρεσε. Ο Πάρις Θωμόπουλος είναι σαν παίκτης που μπαίνει πριν τη λήξη: παίζει λίγο και δεν μπορείς να τον κρίνεις. Ομοίως, λόγω ανεπάρκειας γνώσεων, αδυνατώ να κρίνω τον σκηνοθέτη. Ομως αφού εντυπωσιάστηκα από την παράσταση, δεν σημαίνει ότι είχε μία καλή σκηνοθεσία;
Να τη δείτε αν και, για να είμαι ειλικρινής, θα σας έλεγα πως είναι μία παράσταση για γυναίκες και ΠΑΟΚτσήδες. Θα προτιμούσα κάποια στιγμή να δω στο ακροατήριο της κάποιον από τον επίσημο Ολυμπιακό. Αλλωστε οι γαύροι ξέρουν από καλό θέατρο. Με τόσα...πέναλτι που έχουν κερδίσει...